Η ιταλική πρόταση για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης…

Γραφει ο Ιωάννης Παπαδόπουλος… Σε άρθρο μου στη Μακεδονία της 1ης Δεκεμβρίου 2015 υπό τον τίτλο «Τι θα έκανε ο Κέυνς σήμερα στην Ευρώπη;», έγραφα: «ο Κέυνς (που ήταν ένας προοδευτικός φιλελεύθερος στις πολιτικές του αντιλήψεις) θα συνιστούσε στους Ευρωπαίους ηγέτες να αντιμετωπίσουν συνδυαστικά δύο μείζονες προκλήσεις: την πρόκληση της φύλαξης των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης και αυτήν της ομαλής υποδοχής, φιλοξενίας και κοινωνικής ενσωμάτωσης των νεοεισερχόμενων στο ευρωπαϊκό έδαφος προσφύγων. Για να το κάνουν αυτό, οι ηγέτες δεν έχουν άλλη επιλογή από τη μεγάλη αύξηση των δημόσιων δαπανών. […] Το πρόβλημα της Ευρώπης είναι ότι τα απαιτούμενα χρήματα δεν υπάρχουν στον Ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, ο οποίος οφείλει εκ της Συνθήκης να είναι ισοσκελισμένος σε κάθε περίπτωση. Τα χρήματα όμως μπορούν να βρεθούν και να επενδυθούν σωστά με την έκδοση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έχοντας ως εγγύηση τον προϋπολογισμό της ΕΕ, ενός ομολογιακού χρέους για την ασφάλεια, την κινητικότητα και την ένταξη των προσφύγων. Σήμερα τα επιτόκια είναι σχεδόν μηδενικά: τώρα – όχι αργότερα – είναι η ώρα για την ΕΕ να κάνει δημοσιονομική τόνωση με ένα ποσόν αντίστοιχου αυτού που δαπανούν οι ΗΠΑ.»

Στις 22 Φεβρουαρίου 2016, η ιταλική κυβέρνηση έδωσε στη δημοσιότητα ένα πολύ ενδιαφέρον 9σέλιδο κείμενο με τίτλο «Μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική στρατηγική για την ανάπτυξη, την απασχόληση και τη σταθερότητα» («A Shared European Policy Strategy for Growth, Jobs, and Stability»). Η κυβέρνηση του Ματέο Ρέντσι ετοίμασε και παρουσίασε αυτό το κείμενο ως βέλος στη φαρέτρα της στον αγώνα που δίνει τους τελευταίους μήνες ενάντια στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων, δηλαδή για διακοπή των προγραμμάτων λιτότητας που απαιτούν μείωση των κρατικών δαπανών και αύξηση των φόρων. Πράγματι, η ιταλική οικονομία δεν βρίσκεται σε καλή κατάσταση: το δημόσιο χρέος της είναι το υψηλότερο στην ΕΕ μετά από αυτό της Ελλάδας (133% του ΑΕΠ), η οικονομία της πάσχει από παρατεταμένη στασιμότητα και κρίση αποεπένδυσης, ενώ οι αποπληθωριστικές τάσεις επιβαρύνουν σημαντικά την προσπάθεια απομόχλευσης, δηλαδή σταδιακής μείωσης του δημόσιου χρέους.

Σ’ αυτό το κείμενο, η Ιταλία πιέζει τους Ευρωπαίους εταίρους της να υιοθετήσουν μια μακροπρόθεσμη αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης με μια κοινή στρατηγική, καθώς το φαινόμενο των πολύ μεγάλων μετακινήσεων πληθυσμών προς την ευρωπαϊκή ήπειρο δεν αναμένεται να ανακοπεί σύντομα. Κεντρικός άξονας της ιταλικής πρότασης είναι μια «αμοιβαιοποίηση κεφαλαίων για το σχηματισμό ενός χρηματοδοτικού μηχανισμού, ο οποίος θα μπορούσε να καταλήξει στην έκδοση κοινών ευρωπαϊκών ομολόγων για την κοινή διαχείριση των συνόρων και της μετανάστευσης». Με άλλα λόγια, η Ιταλία προτείνει το ίδιο που θα πρότεινε και ο Λόρδος Κέινς σήμερα, ήτοι τη χρήση του προϋπολογισμού της ΕΕ ως εγγύηση για την έκδοση ομολόγων απευθείας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και όχι από τις εθνικές κυβερνήσεις, με τα οποία θα χρηματοδοτηθούν οι έκτακτες δαπάνες που θα χρειαστεί να γίνουν για την υποδοχή, την καταγραφή, την φιλοξενία, τη σίτιση, τη στέγαση, την επανεκπαίδευση και την κοινωνική ενσωμάτωση των εισερχόμενων προσφύγων.

Η κυβέρνηση Ρέντσι δεν εφευρίσκει τον τροχό καθώς η Επιτροπή το κάνει ήδη, σε κάποιο βαθμό, για να συγκεντρώσει κεφάλαια για τη χρηματοδότηση πιθανών ανθρωπιστικών κρίσεων στην Ένωση. Όμως η ιταλική (και παλαιότερα και γαλλική) πίεση για τη γενίκευση αυτού του μηχανισμού «ευρωομολόγων ειδικού σκοπού» προσκρούει σταθερά στην άρνηση της γερμανικής κυβέρνησης, η οποία φοβάται ότι έτσι θα ανοίξει η κερκόπορτα για μια μεγάλη αύξηση των Ευρωπαϊκών δαπανών, εις βάρος του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού της Ένωσης. Όμως αυτήν την φορά, οι ανάγκες λόγω της συνεχιζόμενης εισροής προσφύγων και μεταναστών θα παραμείνουν πιεστικές και κυρίως, έχουν κατεπείγοντα χαρακτήρα, όπως όλοι οι Έλληνες αντιλαμβάνονται πια, τώρα που η χώρα προορίζεται να γίνει ολόκληρη ένα Ευρωπαϊκό hotspot. Αν οι Ευρωπαίοι ηγέτες παραγνωρίσουν ή υποβαθμίσουν την ιταλική πρόταση στο επικείμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 7ης Μαρτίου, τότε τα βαριά σύννεφα πάνω απ’ την Ευρώπη είναι πολύ πιθανό να εξελιχθούν σε σφοδρή καταιγίδα.

Ιωάννης Παπαδόπουλος