Ο λαός δεν γίνεται λαουτζίκος, ….

του Χρήστου Χωμενίδη …

Ύστερα από την πανωλεθρία της “υπερήφανης” διαπραγμάτευσης και την προσχώρηση στο τρίτο Μνημόνιο, η κοινοβουλευτική πλειοψηφία ενεδύθη στολή Ρομπέν. Η ιερή -όπως ισχυρίζονται- μέριμνά τους είναι να απαλύνουν τα βάρη των οικονομικά πιο αδύνατων. Προτού διαβάσουμε τα άρθρο του παιδαριογέροντος με το γκρίζο γένι και το σκουλαρίκι, ακούσαμε τον ίδιο τον πρωθυπουργό στη Βουλή. “Εσείς υποστηρίζετε τους πλούσιους ενώ εμείς πολεμάμε για τους φτωχούς!” είπε στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Η απλοϊκή διατύπωση δεν θυμίζει Μαρξ αλλά πολύ κακό Λουντέμη. Το περιεχόμενο δε της φράσης είναι εξώφθαλμα ψευδές.

 
Ρομπέν όχι των δασών μα των χαζών φιλοδοξεί να γίνει όταν απευθύνεται σε εκείνους που τους φλομώνει στους έμμεσους φόρους, τους κατεβάζει το αφορολόγητο όριο στα όρια της εξαθλίωσης, επεκτείνει τον ΕΝΦΙΑ σε κλειστά -ακόμα και σε ερειπωμένα- ακίνητα, καταργεί το ΕΚΑΣ και επιμένει να περνιέται για προστάτης τους.

 
Ρομπέν των δικών του είναι στην πραγματικότητα. Οι μόνοι που προασπίζεται με πάθος είναι κάποιες προνομιούχες συντεχνίες του δημοσίου συν ένας εσμός από κομματόσκυλα, τα οποία εξαργυρώνουν σήμερα τη συνδικαλιστική τους δράση κι ενδεχομένως τα εύσημα που κόλλησαν ως τρολ των social media τον καιρό της “αγανάκτησης”.

 
Οι Συριζανέλ –το έχουν πλέον αντιληφθεί πάρα πολλοί από τους ψηφοφόρους τους- κοροϊδεύουν τους Έλληνες. Ακόμα χειρότερα: Αντιλαμβάνονται τον λαό σαν λαουτζίκο.

 
Τι είναι “λαουτζίκος”; Η λέξη που έχει η γλώσσα μας για τους λούμπεν. Για τα κοινωνικά στρώματα που -στριμωγμένα στις μυλόπετρες της καθημερινής επιβίωσης- στερούνται παντελώς παιδείας, αισθητικής, ενίοτε δε και ηθικής εφόσον ηθική τους είναι η ανάγκη τους.

 

Για τους ανθρώπους που ψηφίζουν άκριτα και μόνιμα όποιον τους ξεφουρνίζει τα πιο παχιά ψέμματα ή οποίον τους τάζει προσωπικές μικροεξυπηρετήσεις. Που φανατίζονται μέχρι τύφλωσης ως κομματικοί και ποδοσφαιρικοί οπαδοί και εκτονώνονται “σπάζοντας” τα. Που όταν λένε μουσική εννοούν τα γηπεδικά εμβατήρια και τα καψουροτράγουδα, τα οποία πρώτος ο Τσιτσάνης σιχαινόταν. Και όταν λένε διάβασμα τη διαγώνια ανάγνωση σκανδαλοθηρικών εντύπων και διαδικτυακών σελίδων. Που επιστρέφουν μπουχτισμένοι σπίτι, ανάβουν την τηλεόραση κι αποβλακώνονται μπροστά της ώσπου να τους πάρει ο ύπνος…

 
Λούμπεν στρώματα, λαουτζίκος, δεν υπάρχει προφανώς μονάχα στην Ελλάδα. Οι Βορειοευρωπαίοι που γίνονται λιώμα από τις μπύρες τις Παρασκευές και τα Σάββατα. Οι Αμερικάνοι που μπουκώνονται με κουβάδες ποπ-κορν και αδειάζουν το μυαλό τους από κάθε σκέψη παίζοντας ηλεκτρονικά παιχνίδια. Οι Ρώσοι που ζουν και αργοπεθαίνουν μέσα σε αναθυμιάσεις σπιτικής βότκας, φτιαγμένης από πατάτα, ενώ οι γυναίκες τους τούς ξυλοφορτώνουν… Όχι – το λούμπεν δεν έχει πατρίδα ούτε και θρησκεία, εάν λογαριάσεις ότι στις χώρες που ο Προφήτης απαγορεύει το αλκοόλ, τη θέση του παίρνει συχνά το χασίσι.

 
Οι Έλληνες κάθε άλλο παρά είναι στην πλειονότητά τους λαουτζίκος. Η πρόοδος μέσω της μόρφωσης, ο πλουτισμός δια της εργασίας, η διαρκής διεύρυνση των οριζόντων, ώστε τα παιδιά να ζήσουν καλύτερα από τους γονείς τους, αποτελεί παρακαταθήκη αιώνων. Μέσα από πολέμους και ξεριζωμούς, μέσα από πτωχεύσεις και μεταναστεύσεις, οι Έλληνες παρέμειναν ηλιοτρόπια που στρέφονταν ενστικτωδώς προς το καλό και το ωραίο. Αρνήθηκαν πεισματικά να συμβιβαστούν με τη μιζέρια. Πόσω δε μάλλον να κατρακυλήσουν στην εξαθλίωση.

 
Οι Έλληνες δεν θα καταντήσουν λαουτζίκος. Όσο φορές και αν καταδικάσουν οι κρατούντες την αριστεία, όσα ιερά κι αν περιφέρουν λείψανα –υποβιβάζοντας τη θρησκευτική πίστη σε θέαμα αισθητικής Δελφιναρίου-, όσο κι αν υπερασπιστούν την αγραμματοσύνη νομιμοποιώντας πλαστά πτυχία και διορίζοντας σε θέση πρωθυπουργικών συμβούλων θιασώτες της φραπελιάς.

 
Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, η “Αυριανή” πουλούσε μισό εκατομμύρια φύλλα καθημερινά συκοφαντώντας και απειλώντας τον Μάνο Χατζιδάκι. Σήμερα ο Χατζιδάκις έχει αναγνωρισθεί ως ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες του 20ου αιώνα. Οι υβριστές του πού βρίσκονται;

 
Χθες βράδυ βρέθηκα στο Ζεφύρι, μια από τις πιο υποβαθμισμένες γειτονιές της Αθήνας.

Σύμφωνα με την προπαγανδιστική αντίληψη της πραγματικότητας, οι άνθρωποι εκεί δεν θα έπρεπε να συγκεντρώνονται παρά για να διαμαρτυρηθούν, άντε και για να τα σπάσουν σε κανένα σκυλάδικο. Κι όμως: Στον ασφυκτικά γεμάτο χώρο τελετών του δημοτικού σχολείου, ένας τοπικός θίασος ανέβαζε Λόρκα. Θίασος ερασιτεχνών, βιοπαλαιστών οι οποίοι εξοικονομούν από το υστέρημα του χρόνου τους για να διδαχθούν τον “Ματωμένο Γάμο”. Και που τον αποδίδουν με υποδειγματικό σεβασμό προς τον δημιουργό του και προς τον συνδημιουργό-μεταφραστή του στα ελληνικά. Τον Νίκο Γκάτσο.

 

Όσο παίζεται Λόρκα στο Ζεφύρι δεν έχουμε τίποτα να φοβόμαστε.

 

lorka.jpg

 

* capital.gr.