Η μητέρα όλων των μαχών κατά της διαφθοράς…

Γιάννης Παπαδόπουλος…Από το 1989 έως και το 2016, ένα παρακράτος, μια σκιώδης κυβέρνηση, μια ολιγαρχία εργολάβων μοίραζε τα δημόσια έργα μεταξύ της και λυμαινόταν τις κοινοτικές επιδοτήσεις για την ανάπτυξη της χώρας, σε αγαστή σύμπνοια με διεφθαρμένους πολιτικούς και στελέχη υπουργείων και τοπικών αυτοδιοικήσεων, και με την ενεργή συνενοχή ή την παθητική συγκάλυψη και πολλών άλλων, σε ένα πυραμιδωτό πειρατικό σύστημα αρπαγής και νομής λαφύρων. Οι Ευρωπαίοι εταίροι χρησίμευσαν, ακουσίως ασφαλώς, ως καύσιμο της διαφθοράς και της σπατάλης μέσω των χρηματοδοτικών ενισχύσεων που έδιναν στη χώρα με ελλιπέστατους μηχανισμούς ελέγχου και καταλογισμού ευθυνών.
Αυτή η εκτίμηση είναι διάχυτη στην ελληνική κοινή γνώμη και συνοψίζει εν πολλοίς την πορεία της ύστερης Μεταπολίτευσης, από την δεκαετία του 1980 και έπειτα. Τώρα όμως συγκεκριμενοποιείται πια με ένα συγκλονιστικό πόρισμα της ελληνικής Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού προς την ανεξάρτητη Επιτροπή Ανταγωνισμού, με το οποίο περιγράφονται όλες οι εναρμονισμένες πρακτικές που καταργούσαν τον ανταγωνισμό και αύξαναν την τελική τιμή των δημόσιων έργων, προς βλάβη της εθνικής οικονομίας. Σύμφωνα με το πόρισμα, εταιρείες των ομίλων Ελλάκτωρ, J&P ΑΒΑΞ, ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, Intracom και Τεχνική Ολυμπιακή (η οποία έσπασε τελικά την μαφιόζικη ομερτά αποκαλύπτοντας τα πάντα και μπαίνοντας στο πρόγραμμα επιείκειας του ελληνικού δικαίου, κάτι που σημαίνει ότι δεν κινδυνεύει με πρόστιμο) συμμετείχαν σε καρτελική σύμπραξη για τη χειραγώγηση διαγωνισμών δημόσιων έργων με συνεννοήσεις, που έπαιρναν μάλιστα ανερυθρίαστα και τη μορφή ιδιωτικών συμφωνητικών για: να προσδιορίζεται εκ των προτέρων ποια εταιρεία θα πάρει το έργο σε κάθε διαγωνισμό και οι υπόλοιπες να παραιτούνται από τη διεκδίκηση με αντάλλαγμα την από κοινού συμμετοχή στην εκτέλεση των έργων, να καθορίζεται το ύψος των εκπτώσεων που θα προσέφεραν και να εκτελούνται τελικά από κοινού τα έργα, παρά τη συμμετοχή τους σε φαινομενικά ανταγωνιστικά σχήματα, μέσω επαφών που είχαν κάνει πριν από την υποβολή οικονομικών προσφορών. Σε αυτό το ολιγαρχικό σύστημα συμμετείχαν και οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες δημοσίων έργων και προμηθειών, όπως η γερμανική Siemens και η γαλλική Vinci.
Το πόρισμα της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού δεν είναι δεσμευτικό για την Επιτροπή Ανταγωνισμού, η οποία θα συνεδριάσει στις 21 Ιουλίου για να ακούσει τους εκπροσώπους των κατηγορούμενων εταιρειών. Στο μεταξύ, οι εν λόγω εταιρείες έχουν ήδη επιδοθεί, με μια σχετική επιτυχία, σε καμπάνια εκβιασμού του πολιτικού συστήματος, διαδίδοντας ευρύτατα ότι εφόσον καταδικαστούν σε καταβολή σημαντικών προστίμων θα αναγκαστούν να πτωχεύσουν και να αφήσουν δεκάδες χιλιάδες εργαζομένους στο δρόμο, και μάλιστα στη χειρότερη δυνατή συγκυρία για την ελληνική οικονομία, και ότι θα πληγεί ανεπανόρθωτα η αξιοπιστία της χώρας απέναντι στην Ε.Ε., εφόσον αυτή ζητήσει πίσω εντόκως από την Ελλάδα τις επιδοτήσεις για τα συγκεκριμένα έργα. Αυτό το δεύτερο επιχείρημα φαίνεται ότι βάρυνε πολύ στην κρίση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η οποία αποπειράθηκε να περάσει μια διάταξη στο προσφάτως ψηφισθέν πολυνομοσχέδιο για χορήγηση γενικής ποινικής ασυλίας σε όσες εταιρείες είχαν συμπράξει στη χειραγώγηση δημόσιων διαγωνισμών και στη νόθευση του ελεύθερου ανταγωνισμού, σε περίπτωση που πλήρωναν το πρόστιμο που θα τους επιβαλλόταν. Μπροστά στην κατακραυγή, ο Υπουργός Δικαιοσύνης κ. Παρασκευόπουλος απέσυρε την διάταξη αλλά έφερε μια νέα, κάπως ηπιότερη, η οποία προβλέπει ότι αν πληρωθεί το διοικητικό πρόστιμο από μια εταιρεία εξαλείφεται το αξιόποινο αποκλειστικά και μόνο για την πράξη που αυτό αφορά και όχι για τα συρρέοντα εγκλήματα.
Ο μεγάλος φόβος της αντίδρασης των Ευρωπαϊκών θεσμών σε περίπτωση δημοσιοποίησης του σκανδάλου, που έθεσε τη χώρα σε οικονομική ομηρεία και την καταδίκασε σε συνθήκες υπανάπτυξης, είναι ενδεικτική του πώς αντιλαμβάνεται την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση το ελληνικό πολιτικό σύστημα, ακόμα και αυτή η κυβέρνηση, η οποία υποτίθεται ότι δεν έχει «ανοιχτά γραμμάτια» να πληρώσει προς τη λεγόμενη «διαπλοκή»: ως μια μηχανή μετρητών, από την οποία όλοι οφείλουμε να αποκρύβουμε, σε συμπαιγνία, τις μαφιόζικες πρακτικές των μεγαλοεργολάβων προκειμένου να μην πληγεί το «εθνικό συμφέρον» και να μην χαθούν θέσεις εργασίας, και όχι ως ένα μηχανισμό εξυγίανσης της εθνικής κόπρου του Αυγείου μέσω της επιβολής συνθηκών διαφάνειας, λογοδοσίας για τη χρήση δημόσιου χρήματος και πραγματικής ισονομίας και ίσων ευκαιριών. Και αυτό το σημάδι δεν προδικάζει τίποτα το καλό για το μέλλον της χώρας.