Όταν αποτυγχάνουν οι αγορές, οι κυβερνήσεις αποτυγχάνουν πολύ χειρότερα…

Του Kyle Swan*… «Σε σχέση με τι;» Αυτή είναι η πρώτη ερώτηση που πρέπει να κάνετε όταν κάποιος εξαπολύει κριτική εναντίον της αγοράς.

Οι αποτυχίες των αγορών

Στην οικονομία της ευημερίας, παρατηρείται αποτυχία της αγοράς όταν το ανταγωνιστικό σύστημα τιμών δεν καταφέρνει να κατανείμει τους πόρους σωστά, όπου αυτό συνήθως αναφέρεται ως παράβαση της αποτελεσματικότητας του Pareto. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν ανεκμετάλλευτοι τρόποι με τους οποίους μπορούν κάποιοι άνθρωποι να είναι σε καλύτερη θέση χωρίς οι υπόλοιποι να είναι σε χειρότερη.

Για παράδειγμα, αν η αγορά θέτει συστηματικά χαμηλότερες τιμές σε ένα αγαθό επειδή κάποιο από το κόστος που αφορά την προμήθειά του εξωτερικεύεται στο κοινό, αυτό αποτελεί αποτυχία της αγοράς. Αν η αγορά δημιουργεί ελλείψεις σε ένα αγαθό επειδή δεν υπάρχει άλλος τρόπος να μην επωφελούνται αυτοί που δεν πληρώνουν, αυτό αποτελεί αποτυχία της αγοράς.

Μια συνήθης τακτική επιχειρηματολογίας είναι ο εντοπισμός μιας αποτυχίας της αγοράς και, έπειτα, η επινόηση ενός τρόπου παρέμβασης από την κυβέρνηση ώστε να αντιμετωπιστεί. Για παράδειγμα, η βασική μικροοικονομική ανάλυση των προμηθειών δημοσίων αγαθών θεωρεί ότι κάποια πράγματα όπως οι φάροι θα είχαν έλλειψη λόγω της τάσης των ανθρώπων να επωφελούνται δωρεάν από δημόσια αγαθά.

Κάποιος μπορεί να παρατηρήσει ότι οι φάροι είναι απαραίτητοι για τα πλοία και τους κατασκευάζει με την ελπίδα να προσελκύσει πελάτες, αλλά αυτή η τακτική αποτυγχάνει γιατί δεν είναι δυνατόν οι φάροι να είναι απροσπέλαστοι σε αυτούς που δεν πληρώνουν ή να αποτελούν αντικείμενα ανταγωνισμού. Κανένας από τους πλοιοκτήτες δεν θα πλήρωνε για την υπηρεσία αυτή. Αν χρειαζόμαστε φάρους, πρέπει η κυβέρνηση να τους παρέχει.

Οι αποτυχίες των κυβερνήσεων

Αλλά οι διαδικασίες της αγοράς δεν είναι οι μόνες που δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν ένα βέβαιο αποτέλεσμα. Δημιουργήθηκαν θεωρίες αποτυχίας των κυβερνήσεων μεταξύ των οικονομολόγων που ασχολούντο με τις προτιμήσεις του κοινού ως απάντηση στη θεωρία ότι σε περίπτωση που έχει αποτύχει μια διαδικασία της αγοράς, μια κυβερνητική διαδικασία λήψης αποφάσεων θα ξέρει τι να κάνει για να τη διορθώσει. Αυτό συνδέεται στενά με την άποψη ότι οι κυβερνώντες έχουν καλές προθέσεις και κινούνται πάντα με γνώμονα το κοινό συμφέρον.

Η θεωρία της επιλογής του κοινού προβάλλει την άποψη ότι μπορεί να προβλεφθεί η στάση της κυβέρνησης με την υπόθεση ότι οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι είναι άνθρωποι που έχουν φυσιολογικές γνωστικές και ηθικές ικανότητες και κινούνται κατά κύριο λόγο βάσει των ατομικών συμφερόντων τους.

Η αποτυχία της κυβέρνησης

Όπως υπάρχουν αρκετές πηγές και παραδείγματα αποτυχιών της αγοράς που έχουν ερευνηθεί από θεωρίες σε μεγάλο βαθμό (π. χ. εξωγενείς παράγοντες και δημόσια αγαθά), υπάρχουν επίσης αρκετές πηγές και παραδείγματα που έχουν ερευνηθεί μέσω θεωριών σε μεγάλο βαθμό και σχετίζονται με τις κυβερνητικές αποτυχίες. Σε περιπτώσεις διαφθοράς, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι χρησιμοποιούν τον έλεγχο των δημόσιων πόρων για να προωθήσουν τα ίδια συμφέροντά τους. Ένας αξιωματούχος μπορεί να ηγείται ενός σχεδίου και να «ψαρεύει» δωροδοκίες με αντάλλαγμα το συμβόλαιο με την κυβέρνηση που το υποστηρίζει.

Το πρόβλημα εδώ δεν είναι ότι αυτό είναι ανήθικο, αν και όντως είναι. Το πρόβλημα είναι ότι η υπογραφή ενός συμβολαίου βάσει της προθυμίας κάποιου να δωροδοκήσει θα παραβεί σχεδόν σίγουρα την αποτελεσματικότητα του Pareto. Οι θεωρητικοί της επιλογής του κοινού προβάλλουν το επιχείρημα ότι ο αναποτελεσματικός έλεγχος επιτρέπει συχνά στους πολιτικούς να επωφελούνται σε βάρος των πολιτών. Οι ατομικές απώλειες των πολιτών μπορεί να είναι σχετικά μικρές.

Στην πραγματικότητα, το ότι είναι τόσο μικρές εξηγεί γιατί ο έλεγχος είναι τόσο αναποτελεσματικός, καθώς οι απώλειες αυτές είναι συνήθως πολύ μικρές για να τις προσέξει κανείς. Κατά συνέπεια, η άγνοιά τους σχετικά με ζητήματα όπως ποιον πρέπει να ψηφίσουν, ποιες πολιτικές πρέπει να υποστηρίξουν ή ποιος τους εκμεταλλεύεται είναι λογική. Εν τούτοις, στο σύνολό τους οι απώλειες μπορεί να είναι μεγαλύτερες από τα οφέλη που απολαμβάνει ο αξιωματούχος με τη μορφή των ενοικίων.

Αυτή η δυναμική των συγκεντρωμένων κερδών και του διασκορπισμένου κόστους εμφανίζεται επίσης στις περιπτώσεις κυβερνητικών αποτυχιών που συμβάλλουν στην εξυπηρέτηση συμφερόντων ειδικών ομάδων. Όταν οι πολιτικοί έχουν μεγάλη εξουσία στη διακριτική τους ευχέρεια, αυτή δημιουργεί ισχυρά κίνητρα σε οποιαδήποτε βιομηχανία να χρησιμοποιεί ό, τι μέσο υπάρχει για να επηρεάσει στη λήψη αποφάσεων.

Μπορεί να πείθουν τους κυβερνητικούς φορείς ώστε να επιτραπούν τυχόν επικερδείς εξωγενείς παράγοντες ή να παράσχουν οικονομική προστασία από εσωτερικούς ή εξωτερικούς ανταγωνιστές. Αυτά τα υψηλά διακυβεύματα παρέχουν κίνητρα για να αποκτήσει κανείς μεγαλύτερη επιρροή από οτιδήποτε θα ωθούσε έναν πολίτη να οργανωθεί μαζί με άλλους για να συμβάλει στον έλεγχο των κυβερνητικών υπηρεσιών ώστε οι δραστηριότητές τους να γίνονται σταθερά με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον.

Μην υποπίπτετε στην πλάνη του ιδεατού

Ώστε και οι κυβερνήσεις, επίσης, αποτυγχάνουν. Θα πρέπει να προσέχουμε, λοιπόν, να μην πέφτουμε στην πλάνη του ιδεατού. Ο ακόλουθος συλλογισμός διαφωτίζει την πλάνη αυτή:

  1. Υπό κάποιες συνθήκες, οι αγορές που περιορίζονται από παρεμβατικές πολιτικές θεσμοθετημένες από τέλειους ηθικά και πλήρως κατατοπισμένους ανθρώπους θα είχαν καλύτερα αποτελέσματα από εκείνες που δεν δέχονται καμία παρέμβαση.
  2. Σε εκείνες τις συνθήκες, η πραγματική εφαρμογή αυτών των παρεμβατικών πολιτικών θεσμοθετημένων από τέλειους ηθικά και πλήρως κατατοπισμένους ανθρώπους θα απέφερε καλύτερα αποτελέσματα από την αγορά που δεν δέχεται καμία παρέμβαση.
  3. Κατά συνέπεια, πρέπει να εφαρμόσουμε τις παρεμβατικές πολιτικές.

Φυσικά, το συμπέρασμα (3) δεν εξάγεται από τις προκείμενες (1) και (2).

Ακόμα και ο Pigou το κατάλαβε!

Αυτό το μάθημα, όπως και πολλές πηγές της αποτυχίας της κυβέρνησης, αναγνωρίστηκε ακόμα και από τον οικονομολόγο της ευημερίας του Κέμπριτζ A. C. Pigou, τον προστάτη άγιο των θεωρητικών της αποτυχίας της αγοράς. Ήδη από το 1912 στο βιβλίο του Πλούτος και Ευημερία έγραψε:

«Δεν αρκεί να αντιδιαστέλλουμε τις ατελείς προσαρμογές μιας απελευθερωμένης ιδιωτικής επιχείρησης με τις καλύτερες προσαρμογές που φαντάζονται οι οικονομολόγοι στα πλαίσια της έρευνάς τους. Γιατί δεν μπορούμε να προσδοκούμε ότι οποιαδήποτε κρατική αρχή θα κατορθώσει ή θα επιδιώξει ολόψυχα αυτό το ιδανικό. Τέτοιου είδους αρχές είναι εξίσου ευάλωτες σε άγνοια, τμηματικές πιέσεις, και την προσωπική διαφθορά λόγω ιδίων συμφερόντων» (Πλούτος και Ευημερία, σελ. 247-248).

Και πάλι, οι αγορές αποτυγχάνουν. Αλλά ακόμα και όταν αποτυγχάνουν –ακόμα και όταν οι πραγματικές αγορές δεν ανταποκρίνονται στα πρότυπα θεωρητικά μοντέλα και στην αποτελεσματικότητα του Pareto- η κυβερνητική παρέμβαση μπορεί να κάνει τα πράγματα χειρότερα. Η κυβέρνηση είναι, στην καλύτερη, άλλο ένα εργαλείο το οποίο οι κοινωνίες μπορούν να αξιοποιήσουν σωστά. Δεν είναι ένας από μηχανής θεός που μπορούν να χρησιμοποιήσουν και να επιφέρουν ένα ευτυχισμένο τέλος.

Η πιθανότητα αποτυχίας της κυβέρνησης πρέπει να επαγρυπνεί εναντίον της τάσης να συγκρίνει την πραγματικότητα των ελεύθερων αγορών με μια ιδεαλιστική εφαρμογή των κυβερνητικών παρεμβάσεων για να επιχειρηματολογήσει υπέρ της παρεμβατικής κυβερνητικής πολιτικής. Δεν είναι αυτή η επιλογή που έχουμε στη διάθεσή μας. Αντίθετα, πρέπει να ρωτάμε «σε σχέση με τι;». Πρέπει να επιλέγουμε μεταξύ των ακαθόριστων αποτελεσμάτων των πραγματικών μη ελεγχόμενων αγορών και των ακαθόριστων αποτελεσμάτων των πραγματικών ελεγχόμενων αγορών.

Τα παραδείγματα των ακαθόριστων πραγματικών θεσμικών κανονισμών μπορεί να εκπλήξουν κάποιους οικονομολόγους ως προς τον τρόπο με τον οποίο τα αποτελέσματα μερικές φορές δεν συμφωνούν με τα πρότυπα μικροοικονομικά μοντέλα.

Επιστρέφουμε στους φάρους. Το 1820, περίπου το 75% των φάρων στις Αγγλικές ακτές κατασκευάζονταν και λειτουργούνταν από ιδιωτικές εταιρείες, επειδή μπορούσαν να περιορίσουν ουσιαστικά την χρήση τους συνδέοντας την πρόσβαση σε αυτούς με την πρόσβαση στα λιμάνια. Εκεί, οι θέσεις αγκυροβολίας ήταν απροσπέλαστες και οι εισφορές ήταν εύκολο να συγκεντρωθούν. Αυτό το παράδειγμα μπορεί να δείχνει ένα είδος ευελιξίας της αγοράς όταν οι συνεργατικές λύσεις για τις αποτυχίες της αγοράς προκύπτουν χωρίς την παρέμβαση των κυβερνήσεων επειδή οι νεωτεριστικές λύσεις υποκινούνται από τα αμοιβαία κέρδη του εμπορίου.

Οι αποτυχίες των κυβερνήσεων δεν διαθέτουν γενικά αυτό το στοιχείο ομοιόστασης, με αποτέλεσμα να γίνονται σοβαρότερες. Για να διορθωθεί μια αποτυχία της κυβέρνησης πρέπει να υπάρξει κάποιος που διαθέτει τη γνώση να επινοήσει μια λύση και την καλή θέληση, το θάρρος και την ικανότητα να τη φέρει εις πέρας παρά την αντιπολίτευση. Για οποιονδήποτε λόγο, δεν υπάρχουν συχνά τέτοιοι άνθρωποι στην πολιτική.

*Ο Kyle Swan είναι Επίκουρος Καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Σακραμέντο. Εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή στο Bowling Green State University, και ειδικεύεται στη διδασκαλία και στη έρευνα της κοινωνικής, ηθικής και πολιτικής φιλοσοφίας, της οικονομίας και της θρησκείας.
fee.org