Η “Πυθία” μασούσε ομόλογα…

H αναφορά μας και η ανάλυση της υπόθεσης των Συνθέτων (δομημένων) ομολόγων, μιας υπόθεσης καθαρά πολιτικού χαρακτήρα, την οποία τα γνωστά σκοτεινά γραφεία μετέτρεψαν σε «ποινική»,  προσδοκά να συμβάλει στο να φωτιστούν πλήρως όλες του οι πλευρές  και να αποκαλυφθούν οι μεθοδεύσεις και οι σχεδιασμοί που οδήγησαν τη  χώρα στη σημερινή οικονομική κατάσταση.

Η έρευνα δεν αποτελεί «Καταγγελία», αλλά καταγραφή των γεγονότων. Τα υπόλοιπα (ευθύνες, λογοδοσία, κυρώσεις κ.λ.π) είναι δουλειά άλλων.

Ιστορικό πλαίσιο

Το 2006, κυβερνούσε τη χώρα η Νέα Δημοκρατία. Πρωθυπουργός ο Κώστας Καραμανλής. Μια  κυβέρνηση, που κέρδισε τις εκλογές του 2004, υποσχόμενη ευρωπαϊκό εκσυγχρονισμό, μεταρρυθμίσεις και πάταξη της διαπλοκής, υπό τον γενικό τίτλο «Επανίδρυση του Κράτους».

Το πνεύμα της εποχής αποδίδει ο «υπότιτλος», που έβαλε ο Κ. Καραμανλής ένα βράδυ, στου Μπαϊρακτάρη: «Πρέπει να τελειώνουμε με τους νταβατζήδες».

Ήδη για την Ελλάδα είχε κτυπήσει το καμπανάκι, καθώς ο λαός είχε αντιληφθεί  ότι η καθεστωτική πολιτική αντίληψη δεκαετιών οδήγησε σε οικονομική  στασιμότητα, εξέθρεψε και γιγάντωσε την επιρροή του φαινομένου που περιγράφεται ως «διαπλοκή» δίνοντας του την δυνατότητα οργανωμένης παρέμβασης στους τέσσερις θεσμούς που αποτελούν τους πυλώνες της δημοκρατίας.

Για να στηθεί η επιχείρηση αποσταθεροποίησης της χώρας και ανατροπής της λαϊκής βούλησης, γνωστή ως «Υπόθεση των δομημένων  ομολόγων», χρειάστηκε να δαπανηθούν από τους εμπνευστές της, περίπου 25.000.000 ευρώ! Την ανάλυση του ως άνω «κόστους», θα την παρουσιάσουμε στην πορεία της έρευνας.

Ο στόχος, που ήταν η αποσταθεροποίηση και η εν συνεχεία ανατροπή της «Νέας Διακυβέρνησης», η οποία είχε τολμήσει να αμφισβητήσει τη δύναμη της διαπλοκής, αποφασίσθηκε να επιτευχθεί μέσω του «μηνύματος» ότι τα ασφαλιστικά ταμεία ζημιώθηκαν, έχασαν και εξαπατήθηκαν, από την ενασχόλησή τους με τα συγκεκριμένα χρηματοοικονομικά προϊόντα.

Ολόκληρη η ως άνω «επιχείρηση» στηρίχθηκε στην άγνοια των ασφαλισμένων γύρω από τα σύγχρονα χρηματοοικονομικά μέσα αλλά και από της νομοθεσία που διέπει τις επενδύσεις των διαθέσιμων των ασφαλιστικών ταμείων.

Γι αυτό και κρίνουμε  αναγκαίο να περιγράψουμε τι είναι ομόλογο και πως λειτουργεί.

Το Ομόλογο είναι χρεόγραφο αποτυπωμένο ως  δανειακή σύμβαση ανάμεσα σε κάποιον (κράτος ή εταιρεία) που ζητά να δανειστεί ένα ποσό για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και που οφείλει να αποδώσει στον κάτοχο του ομολόγου την ημερομηνία που έχει εκ των προτέρων καθοριστεί. Στο μεσοδιάστημα έως την ημερομηνία απόδοσης του συνολικά οφειλόμενου ποσού (λήξη ομολόγου) θα καταβάλλονται από τον δανειζόμενο προσυμφωνημένοι τόκοι ή αποδόσεις.

Εκείνος που ζητά να δανειστεί χρήματα είναι ο εκδότης του ομολόγου και εκείνος η εκείνοι που δανείζουν χρήματα μέσω της απόκτησης του συνόλου της ομολογιακής εκδόσεως ή ομολογιακών μεριδίων είναι οι επενδυτές.  

Στην Ελλάδα, με εκδότη -δανειζόμενο την Ελληνική Δημοκρατία (δημόσιο) μέσω του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. (Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους) αλλά και  κάποιες Τράπεζες για να ικανοποιηθούν οι δανειακές τους ανάγκες, διατίθενται στο διεθνές και εγχώριο θεσμικό επενδυτικό κοινό (Τράπεζες, Αμοιβαία Κεφάλαια, Ασφαλιστικά Ταμεία) και ιδιώτες δυο τύποι ομολόγων που διαφοροποιούνται ως προς τον «εσωτερικό τους πλούτο». Από τη μία τα κλασικά και τα περισσότερο γνωστά «απλά ομόλογα» και από την άλλη τα άγνωστα «σύνθετα ή δομημένα».

Και οι δυο τύποι ομολόγων κατά την έκδοση τους ακολουθούν συγκεκριμένους κανόνες, που υπαγορεύονται από τον Νόμο και εποπτεύονται από το Ευρωσύστημα μέσω της Τραπέζης της Ελλάδος όσον αφορά την διαδικασία έκδοσης αλλά και την αποτίμηση ως προς την εύλογη εμπορική αξία τους κατά την στιγμή της έκδοσης.

Και οι δυο τύποι ομολόγων ( «κλασικά» και  «σύνθετα») όπου εκδότης δανειζόμενος είναι η Ελληνική Δημοκρατία έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό. Ότι στη λήξη τους το ποσόν το οποίο θα καταβληθεί για την αποπληρωμή τους θα είναι μέρος του τρέχοντος Α.Ε.Π.

Η θεμελιώδης διαφορά και αυτό που προκάλεσε τον «πόλεμο», είναι ο τρόπος που «δομείται» διαφορετικά ο εσωτερικός τους πλούτος που άλλωστε είναι και ο βασικός παράγοντας που καθορίζει την καθημερινή αξία του ομολόγου έως την λήξη του.

Στα κλασικά ομόλογα, ο εσωτερικός τους πλούτος είναι συνδεδεμένος με την την παραγωγικότητα του ελληνικού λαού, το Α.Ε.Π, ώστε η τρέχουσα τιμή τους να καθορίζεται από την πορεία του συντελεστή ανάμεσα στο χρέος και το ΑΕΠ, συν ,φυσικά, τον βαθμό αξιολόγησης της αξιοπιστίας του εκδότη. Εν προκειμένω της Ελληνικής δημοκρατίας.

Κατά συνέπεια όταν το ΑΕΠ πλησιάζει η υπερβαίνει το δημόσιο χρέος η καθημερινή  αξία των ομολόγων απομειώνεται.

Τα σύνθετα ομόλογα έχουν ως εσωτερικό πλούτο ευρωπαϊκούς δείκτες, το ευρωπαϊκό επιτόκιο διατραπεζικής αγοράς (euribor), το επιτόκιο διατραπεζικής του Λονδίνου (libor) που αποτυπώνουν σχέσεις ισοτιμίας ανάμεσα σε μεγάλα ευρωπαϊκά νομίσματα όπως στερλίνα και ευρώ. Κατά συνέπεια ο εσωτερικός τους πλούτος είναι συνδεδεμένος με την παραγωγικότητα της Ε.Ε, ώστε εν κατακλείδι  να καθορίζεται η τρέχουσα τιμή τους από την πορεία του συντελεστή ανάμεσα στο χρέος της Ευρωζώνης και στο Ακαθάριστο Ευρωπαϊκό Προϊόν της, συν φυσικά τον βαθμό αξιολόγησης της αξιοπιστίας του εκδότη, εν προκειμένω της Ελληνικής Δημοκρατίας.

Σε αυτήν την περίπτωσή όταν το ΑΕΠ πλησιάζει η υπερβαίνει το δημόσιο χρέος, επειδή εν προκειμένω ο εσωτερικός πλούτος του ομολόγου δεν είναι το ΑΕΠ της Ελλάδος άλλα ευρωπαϊκοί δείκτες, η απομείωση περιορίζεται μόνο ως προς την παράμετρο εκδότης. Επιπλέον επειδή τα συγκεκριμένα ομόλογα εκδόσεως ελληνικού δημοσίου που καταγγέλθηκαν και οδηγήθηκαν στο δικαστήριο λήγουν το 2019, το 2026 και το 2027, ειδικότερα για τα δυο τελευταία, η απομείωση της τιμής τους λόγω κρίσης περιορίζεται ακόμη περισσότερο.     

Δηλαδή, με απλά λόγια:

Τα κλασικά ομόλογα τα εγγυάται ο ελληνικός λαός δυο φορές με το Α.Ε.Π. Όσον αφορά την αξία τους μέχρι την λήξη η πρώτη αλλά και με την αποπληρωμή τους  κατά την λήξη η δεύτερη.

Τα σύνθετα ομόλογα τα εγγυάται με το ΑΕΠ ο ελληνικός λαός μόνο μια φορά, στην αποπληρωμή κατά την λήξη τους.

Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι:  Αν τα Ασφαλιστικά Ταμεία είχαν αφεθεί να επενδύσουν τα αποθεματικά τους σε σύγχρονα σύνθετα προϊόντα (δομημένα) το PSI και τα μνημόνια δεν θα μπορούσαν να εφαρμοστούν.

Το ερώτημα, όμως, που τίθεται είναι: Γιατί, αφού τόσο στο τραπεζικό όσο και στο πολιτικό σύστημα ήταν γνωστή η ευεργετική επίδραση για το ασφαλιστικό και το χρέος, την οποία θα είχε η τοποθέτηση διαθέσιμων σε σύγχρονα προϊόντα όπως τα “Σύνθετα”- δομημένα ομόλογα, ένα μέρος και των δυο αυτών συστημάτων αντέδρασε και υπονόμευσε την αναδιάρθρωση των διαθεσίμων των Ασφαλιστικών Φορέων, όσο και την δυνατότητά τους να αποφασίζουν αυτοτελώς για τις επενδυτικές τους επιλογές, όπως γίνεται σε όλα τα προηγμένα δυτικά κράτη;

Πολύ απλά, διότι “Έπρεπε” να ανατραπεί η κυβέρνηση Καραμανλή!

Η πολιτική καμπάνια κατά των δομημένων περιέλαβε μια σειρά από δομημένα ψεύδη, «πολιτικό χρήμα», «διαδρομές», αλλά κυρίως την οικονομική ζημιά που τάχατες υπέστησαν τα Ασφαλιστικά Ταμεία και προκύπτει από την διαφορά ανάμεσα στα χρήματα που εισέπραξε το Ελληνικό δημόσιο ως εκδότης και χρεοφειλέτης με τα χρήματα που κατέβαλαν τα ασφαλιστικά ταμεία για να αποκτήσουν τα δομημένα ομόλογα.

Διότι μόνο ΑΝ ΠΡΟΚΥΠΤΕΙ ΔΙΑΦΟΡΑ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟ ΠΟΣΟ ΠΟΥ ΕΙΣΕΠΡΑΞΕ Ο ΕΚΔΟΤΗΣ (ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ)  ΜΕ ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΚΑΤΕΒΑΛΕ ΤΟ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΟΥ μπορεί να υπάρξει χρήμα προς όφελος των διακινητών και εις βάρος του Ασφαλιστικού Φορέα.

Για να δούμε, λοιπόν.

Αρχίζουμε με το σύνθετο -δομημένο ομόλογο εκδόσεως Ελληνικής Δημοκρατίας με σειριακό αριθμό ταυτοποίησης  ISIN-XS 0260349492 το οποίο  αγόρασε το ΤΣΠΕΑΘ, με ομόφωνη απόφαση του Διοικητικού του Συμβουλίου.

Από τα έγγραφα που αφορούν στην αγοραπωλησία του και τα οποία παραθέτουμε στο τέλος, αναντίλεκτα τεκμαίρεται ότι δεν τίθεται θέμα ζημιάς του δημοσίου και χρημάτων για «τρίτους».

Σε μια συναλλαγή ανάμεσα σε δυο φορείς του δημοσίου (ΟΔΔΗΧ και ΤΣΠΕΑΘ), ο ένας πλήρωσε (δάνεισε) τον άλλο, καταβάλλοντας όσα ζήτησε, δια της αγοράς ενός ομολόγου εκδόσεως του Ελληνικού δημοσίου στην τιμή που όρισε το Ελληνικό Δημόσιο και δια της καταβολής (άμα τη αγορά) ολοκλήρου του το αντιτίμου γι αυτό.

Παρουσιάσαμε, λοιπόν, μια συγκεκριμένη περίπτωση συναλλαγής μεταξύ του ελληνικού δημοσίου και ενός ΝΠΔΔ, κατά την οποία το Ελληνικό δημόσιο εισέπραξε το σύνολο του μοναδικού ποσού που διακινήθηκε για την αγοραπωλησία του ομολόγου που εξέδωσε και που το ΝΠΔΔ αγόρασε στην τιμή που το εξέδωσε το Ελληνικό Δημόσιο.

Για τις «παρενέργειες» που είχε η ως άνω συναλλαγή, οι οποίες οφείλονται στην εκ δόλου, με προφανείς πολιτικούς-κομματικούς σκοπούς, παραπληροφόρηση της Κοινής Γνώμης αλλά και των λειτουργών της Δικαιοσύνης, θα μιλήσουμε στην συνεχεία και εκτενώς.

Ακολουθούν τα έγγραφα και επεξηγήσεις:

Το πιο κάτω έγγραφο πιστοποιεί την είσπραξη του συνόλου της αξίας του ομολόγου και την τιμή του
oddix_19_2

Συναλλαγή στις 10 Ιουλίου 2006 ανάμεσα στο Ελληνικό Δημόσιο και την Εμπορική Τράπεζα (pdf)

Απόδειξη πληρωμής του ομολόγου από ΤΣΠΕΑΘ στην Τράπεζα της Ελλάδος, επίσης στις 10 Ιουλίου 2006 (pdf)

Παρουσίαση του ομολόγου (pdf)