Η Ασυμπίεστη φτώχεια…

Φτώχεια λέγεται η κατάσταση εκείνη κατά την οποία η επιβίωση αποτελεί την πρώτη και σχεδόν τη μοναδική φροντίδα του ανθρώπου. Ο φτωχός δεν ζει, επιβιώνει όταν μπορεί να επιβιώσει. Το σύνθημα «ζωή, όχι επιβίωση- παραπέμπει στη σταθερή  απαίτηση του ανθρώπου, από τότε που έγινε sapiens (σκεπτόμενος), να αποδεσμευτεί κάποτε από τον αγώνα για την επιβίωση και να μπει στη ζωή χωρίς αγωνία.

Πέρασαν πολλοί αιώνες από τότε που ο άνθρωπος κατάλαβε πως σκοπός της ύπαρξής του δεν είναι η επιβίωση, όπως στα ζώα, αλλά η ζωή. Κι ωστόσο το σύνθημα «ζωή, όχι επιβίωση» διατηρεί πάντα τη σημασία που είχε την εποχή του ανθρώπου του Νεάντερταλ. Είναι λίγοι αυτοί που πράγματι ζουν. Οι περισσότεροι είτε -επιβιώνουν, είτε ψευτοζούν με το φόβο πως θα χάσουν ακόμα και τη δυνατότητα της επιβίωσης που εξασφάλισε στους περισσότερους ο καπιταλισμός.

Ο καπιταλισμός όντως εξασφάλισε στους περισσότερους τη δυνατότητα της επιβίωσης, Γιατί, τα πριν απ’ αυτόν κοινωνικά συστήματα θα μπορούσαν να έχουν ως σύνθημα «επιβίωση, όχι θάνατος», Η διαφορά ανάμεσα στα δύο συνθήματα είναι προφανής. Σήμερα, μπορεί να επιβιώσει κανείς ασκώντας, ας πούμε το «επάγγελμα» του ζητιάνου. Όμως, σκεφτήκατε ποτέ πως στο Μεσαίωνα και ζητιάνος να ήσουν και να εξαρτούσες τη ζωή σου αποκλειστικά από την ελεημοσύνη θα ήταν δύσκολο να επιβιώσεις. Ήταν τόσο λίγοι οι πλούσιοι τότε, που κι αν φανταστούμε όλους τους πλούσιους ελεήμονες και φιλάνθρωπους θα κατάφερναν να κάνουν να επιβιώσουν διά της ελεημοσύνης μόνο ένα εντελώς ασήμαντο μέρος από τις στρατιές των εξαθλιωμένων. Αυτή η κατάσταση θα διαρκέσει κάπου 13 αιώνες, από τους λεγόμενους Σκοτεινούς Χρόνους που διαδέχονται την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τον 50 αιώνα, μέχρι τον 180 ή τον 190 αιώνα.

Η φεουδαρχία, που αρχίζει να οργανώνεται σε κοινωνικό σύστημα μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, βάζει μια στοιχειώδη τάξη στο χάος που προκαλεί αυτή η παταγώδης πτώση, τότε που οι μάζες των λαών της Ευρώπης εγκαταλείπονται στην κακή τους μοίρα καθώς οι δούλοι χάνουν τους δουλοκτήτες που τους εξασφάλιζαν ένα κομμάτι ψωμί. Κανείς καλλιεργητής δεν αφήνει το βόδι να ψοφήσει από την πείνα. Κι αν βρεθεί μπροστά στο δίλημμα, θα προτιμούσε ίσως να πεθάνει το παιδί του ή ο γονιός του, που δεν μετέχουν στην παραγωγική διαδικασία, παρά να καταστραφούν τα μέσα παραγωγής που για αιώνες είναι τα ζώα ή οι άνθρωποι που αντιμετωπίζονται σαν ζώα στο δουλοκτητικό σύστημα παραγωγής.

Μέχρι τον 180 ή τον 190 αιώνα, λοιπόν, το σύνθημα «ζωή, όχι επιβίωση» θα μπορούσαν να το κάνουν πράξη μόνο οι ελάχιστοι πλούσιοι της εποχής, ενώ για την απέραντη μάζα των εξαθλιωμένων το σύνθημα «επιβίωση, όχι θάνατος» θα ηχούσε εφιαλτικά, αν υπήρχε. Δεν πρέπει να μας εξαπατούν οι πολιτισμοί που αναπτύχθηκαν τα 1.300 χρόνια, που η φτώχεια είναι κυρίαρχη κατάσταση σ’ όλο τον κόσμο. Γιατί, όποιος κι όσος πολιτισμός εμφανίστηκε αυτά τα χρόνια είναι δημιούργημα των ελαχίστων πλούσιων που, όταν δεν είχαν ανάμεσά τους ικανούς ανθρώπους, έπαιρναν στη δούλεψή τους τούς εκ των εξαθλιωμένων ταλαντούχους και τους έδιναν ένα κομμάτι ψωμί για να σκέφτονται και να δημιουργούν για λογαριασμό της άρχουσας τάξης ή για να παράγουν τέχνη προς τέρψιν της άρχουσας τάξης.

Φτώχεια λέγεται η κατάσταση εκείνη κατά την οποία η επιβίωση αποτελεί την πρώτη και σχεδόν τη μοναδική φροντίδα του ανθρώπου. Ο φτωχός δεν ζει, επιβιώνει όταν μπορεί να επιβιώσει. Το σύνθημα «ζωή, όχι επιβίωση- παραπέμπει στη σταθερή  απαίτηση του ανθρώπου, από τότε που έγινε sapiens (σκεπτόμενος), να αποδεσμευτεί κάποτε από τον αγώνα για την επιβίωση και να μπει στη ζωή χωρίς αγωνία.

Πέρασαν πολλοί αιώνες από τότε που ο άνθρωπος κατάλαβε πως σκοπός της ύπαρξής του δεν είναι η επιβίωση, όπως στα ζώα, αλλά η ζωή. Κι ωστόσο το σύνθημα «ζωή, όχι επιβίωση» διατηρεί πάντα τη σημασία που είχε την εποχή του ανθρώπου του Νεάντερταλ. Είναι λίγοι αυτοί που πράγματι ζουν. Οι περισσότεροι είτε -επιβιώνουν, είτε ψευτοζούν με το φόβο πως θα χάσουν ακόμα και τη δυνατότητα της επιβίωσης που εξασφάλισε στους περισσότερους ο καπιταλισμός.

Ο καπιταλισμός όντως εξασφάλισε στους περισσότερους τη δυνατότητα της επιβίωσης, Γιατί, τα πριν απ’ αυτόν κοινωνικά συστήματα θα μπορούσαν να έχουν ως σύνθημα «επιβίωση, όχι θάνατος», Η διαφορά ανάμεσα στα δύο συνθήματα είναι προφανής. Σήμερα, μπορεί να επιβιώσει κανείς ασκώντας, ας πούμε το «επάγγελμα» του ζητιάνου. Όμως, σκεφτήκατε ποτέ πως στο Μεσαίωνα και ζητιάνος να ήσουν και να εξαρτούσες τη ζωή σου αποκλειστικά από την ελεημοσύνη θα ήταν δύσκολο να επιβιώσεις. Ήταν τόσο λίγοι οι πλούσιοι τότε, που κι αν φανταστούμε όλους τους πλούσιους ελεήμονες και φιλάνθρωπους θα κατάφερναν να κάνουν να επιβιώσουν διά της ελεημοσύνης μόνο ένα εντελώς ασήμαντο μέρος από τις στρατιές των εξαθλιωμένων. Αυτή η κατάσταση θα διαρκέσει κάπου 13 αιώνες, από τους λεγόμενους Σκοτεινούς Χρόνους που διαδέχονται την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τον 50 αιώνα, μέχρι τον 180 ή τον 190 αιώνα.

Η φεουδαρχία, που αρχίζει να οργανώνεται σε κοινωνικό σύστημα μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, βάζει μια στοιχειώδη τάξη στο χάος που προκαλεί αυτή η παταγώδης πτώση, τότε που οι μάζες των λαών της Ευρώπης εγκαταλείπονται στην κακή τους μοίρα καθώς οι δούλοι χάνουν τους δουλοκτήτες που τους εξασφάλιζαν ένα κομμάτι ψωμί. Κανείς καλλιεργητής δεν αφήνει το βόδι να ψοφήσει από την πείνα. Κι αν βρεθεί μπροστά στο δίλημμα, θα προτιμούσε ίσως να πεθάνει το παιδί του ή ο γονιός του, που δεν μετέχουν στην παραγωγική διαδικασία, παρά να καταστραφούν τα μέσα παραγωγής που για αιώνες είναι τα ζώα ή οι άνθρωποι που αντιμετωπίζονται σαν ζώα στο δουλοκτητικό σύστημα παραγωγής.

Μέχρι τον 180 ή τον 190 αιώνα, λοιπόν, το σύνθημα «ζωή, όχι επιβίωση» θα μπορούσαν να το κάνουν πράξη μόνο οι ελάχιστοι πλούσιοι της εποχής, ενώ για την απέραντη μάζα των εξαθλιωμένων το σύνθημα «επιβίωση, όχι θάνατος» θα ηχούσε εφιαλτικά, αν υπήρχε. Δεν πρέπει να μας εξαπατούν οι πολιτισμοί που αναπτύχθηκαν τα 1.300 χρόνια, που η φτώχεια είναι κυρίαρχη κατάσταση σ’ όλο τον κόσμο. Γιατί, όποιος κι όσος πολιτισμός εμφανίστηκε αυτά τα χρόνια είναι δημιούργημα των ελαχίστων πλούσιων που, όταν δεν είχαν ανάμεσά τους ικανούς ανθρώπους, έπαιρναν στη δούλεψή τους τούς εκ των εξαθλιωμένων ταλαντούχους και τους έδιναν ένα κομμάτι ψωμί για να σκέφτονται και να δημιουργούν για λογαριασμό της άρχουσας τάξης ή για να παράγουν τέχνη προς τέρψιν της άρχουσας τάξης.

Βασίλης Ραφαηλίδης -Η κρυφή γοητεία της Μπουρζουαζίας

Ο Βασίλης Ραφαηλίδης γεννήθηκε το 1934 στα Σέρβια της Κοζάνης και πέθανε στην Αθήνα τον Σεπτέμβρη του 2000. Το 1953 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε κινηματογράφο και δούλεψε σαν βοηθός του Ν. Κούνδουρου και του Ρ. Μανθούλη. Το 1964-65 βρέθηκε στην Αλγερία κοντά στον Μιχάλη Ράπτη. Έγινε επαγγελματίας κινηματογραφικός κριτικός στη Δημοκρατική Αλλαγή (1965). Συμμετείχε στην εκδοτική ομάδα των περιοδικών Ελληνικός Κινηματογράφος (1966) και Σύγχρονος Κινηματογράφος (1968). Εργάστηκε σαν κινηματογραφικός κριτικός και ρεπόρτερ στο Βήμα (1974-1983) και στο Έθνος (1983-1998) σαν κινηματογραφικός κριτικός, σχολιογράφος και επιφυλλιδογράφος. Επιφυλλίδες ήταν και οι τελευταίες του δημοσιεύσεις στην Ελευθεροτυπία.

/antikleidi.com