Το στοίχημα της επιστροφής στην παραγωγή…

Του Απόστολου Σκουμπούρη

Παράλληλα με τη μνημειώδη αποβιομηχάνιση της χώρας που ξεκίνησε από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, «φούντωσε» τη δεκαετία του ’80 και σχεδόν ολοκληρώθηκε στη δεκαετία του ’90, στην Ελλάδα έχει λάβει χώρα και μια μετάλλαξη στο εργασιακό προφίλ της κοινωνίας και στις επαγγελματικές προτεραιότητες. Στη χώρα την τελευταία 30ετία έχει υπάρξει μια… γιάπικη μετάλλαξη, μια απαξίωση της χειρωνακτικής εργασίας με παράλληλη υποβάθμιση της έννοιας της τεχνολογικής εξειδίκευσης, των διαφόρων παραδοσιακών δεξιοτήτων και των πατροπαράδοτων τεχνών. Υποβαθμίστηκε η αξία και κυρίως η… υπεραξία της χειρωνακτικής εργασίας, καθώς και η έννοια του βιοτέχνη, του τεχνίτη, ή επιτηδευματία, ενώ στον αντίποδα υπερδιογκώθηκε το ενδιαφέρον για εργασίες παροχής υπηρεσιών, επαγγέλματα «λάμψης» και κοινωνικής καταξίωσης ή προβολής.

Πέρα από την πάγια «κάψα» των Ελλήνων να κάνουν τα παιδιά τους… άξιους ανθρώπους στην κοινωνία (επιστήμονες, γιατρούς, δικηγόρους κ.λπ.), από το ’90 και μετά θαρρείς ότι όλοι οι νέοι της χώρας ήθελαν να γίνουν τραπεζικά στελέχη, χρηματιστές, δημοσιογράφοι, μοντέλα και τραγουδιστές!

Αυτό, νομοτελειακά, επηρέασε και όλο το εκπαιδευτικό σύστημα που με τη σειρά του – λειτουργώντας συντεχνιακά – δεν εξελίχθηκε ανάλογα με τις ανάγκες των καιρών και της παραγωγής, αλλά εκμαυλίστηκε στις «επιθυμίες» και τις προτεραιότητες που έθετε η κοινωνία.Η χώρα, ειδικά την τελευταία 25ετία παρήγαγε περισσότερους γιατρούς, τραπεζικούς υπαλλήλους, δικηγόρους, εκπαιδευτικούς, δημοσιογράφους, διαφημιστές, μοντέλα και τραγουδιστές απ’ όσους μπορούσε να… καταναλώσει! Περισσότερους απ’ όσους άντεχε μια χώρα 10 εκατ. κατοίκων.

Η Ελλάδα σταδιακά έγινε χώρα παροχής υπηρεσιών σε βαθμό υπερβολικό, που νομοτελειακά στρέβλωνε όχι μόνο τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας, αλλά επηρέαζε και δομικά όλο το εκπαιδευτικό σύστημα. Όλη αυτή η διαδικασία «υλοποιήθηκε» παράλληλα, συνδυαστικά και εν μέσω αλληλεπίδρασης με την αλλαγή κουλτούρας και κοινωνικών προτύπων. Η τωρινή, πλήρης αποδόμηση του τραπεζικού κλάδου καθρεφτίζει ανάγλυφα και ξεκάθαρα το τέλος εποχής για μια ολόκληρη ακραία τραπεζοκεντρική οικονομία που αναπτύχθηκε κυρίως από το ’95 και μετά, παράλληλα με την χρηματιστηριακή «φούσκα» του ’99. Το ίδιο ισχύει και για το χρηματιστηριακό κλάδο, που έχει πληγεί ανεπανόρθωτα τα τελευταία χρόνια, συνδυαστικά με τη γενικότερη απαξίωση του ελληνικού χρηματιστηρίου. Παράλληλα με τη χρεοκοπία των τραπεζών έκλεισε και ένας χρηματιστηριακός κύκλος με ηγέτιδες τις τράπεζες αλλά και όλο το «πλέγμα» ανάπτυξης και κατανάλωσης που αυτές διαμόρφωσαν αυτή την 25ετία.

Ο εθισμός της κοινωνίας στο νέο μοντέλο ανάπτυξης

Η Ελλάδα, στη διάρκεια της μεταπολίτευσης, μεταλλάχθηκε, ίσως και απότομα. Η χώρα βγαλμένη μέσα από μια απότομη μετάβαση από την αγροτική στην αστική ζωή, ήρθε αντιμέτωπη με σοβαρά ζητήματα «ταυτότητας», κουλτούρας και κοσμοθεωρίας. Μετά από τη δύσκολη 7ετία της δικτατορίας, η αποκατάσταση της δημοκρατίας και η πορεία προς περισσότερη κοινωνική, πολιτική και οικονομική ελευθερία, εύλογα είχε και διάφορες παρενέργειες. Οι δεκαετίες ’80 και ’90 είναι απολύτως χαρακτηριστικές για το δόγμα που επικράτησε κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης, αποτελώντας το αντιπροσωπευτικότερο δείγμα αυτής της περιόδου.

Ροπή προς την καλοπέραση, απέχθεια για οτιδήποτε χειρωνακτικό, εμμονή με τις… σπουδές και κυρίως με τα πτυχία, σε βαθμό όμως που ξέφευγε από τον γνήσιο εστιασμό στην ουσία της μόρφωσης και καλλιέργειας, έχοντας ροπή στην επίδειξη και στην ιδιοτελή – συντεχνιακή – αποκατάσταση.

Η χώρα έβγαλε επιστήμονες με το τσουβάλι. Έτσι φτάσαμε στη στρέβλωση να έχουμε τους περισσότερους κατά κεφαλήν (στην Ευρώπη) εκπαιδευτικούς, τους περισσότερους κατά κεφαλήν δικηγόρους, τους περισσότερους γιατρούς κ.ο.κ. Υψηλών δυνατοτήτων ασφαλώς επιστημονικό προσωπικό με άρτια κατάρτιση, που όμως δεν ήταν συνδεδεμένο με τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας, της εξέλιξης της οικονομίας και της παραγωγής.

Αντιπροσωπευτικό δείγμα της στρέβλωσης είναι ότι η Ελλάδα έχει το παγκόσμιο ρεκόρ στις ειδικότητας καθηγητών που ανέρχονται σε 117, ενώ υπάρχουν και 44 υποειδικότητες! Οι περισσότερες στην τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση. Το δεύτερο σε αριθμό ειδικοτήτων κράτος στην Ευρώπη είναι η Γερμανία, με 28 ειδικότητες μαζί με εκείνες της τεχνικής-επαγγελματικής εκπαίδευσης! Παρόμοια πληθώρα υπάρχει και σ’ όλα τα προβεβλημένα επαγγέλματα…

Την ίδια στιγμή, εξαιρετικών δεξιοτήτων νέοι και νέες εγκλωβίστηκαν στο ακραία ευνουχιστικό δόγμα της πολυπόθητης θέσης στο δημόσιο, που για τρεις τουλάχιστον δεκαετίες αποτέλεσε το κυρίαρχο κοινωνικό status και την επιτομή της επαγγελματικής καταξίωσης – εξασφάλισης!

Τραπεζικός κλάδος: Από το ζενίθ στο ναδίρ

Μαζί με όλα τα παραπάνω, στις δύο τελευταίες δεκαετίες αναπτύχθηκε μια – κατά βάση – τραπεζοκεντρική οικονομία. Κομβικό σημείο για το… φούσκωμα του τραπεζικού κλάδου με κλιμάκωση αναγκών για τραπεζικά και ασφαλιστικά στελέχη, dealers, brokers κ.λπ. ήταν το ’98, όταν άλλαξε η πολιτική του δανειακού ελέγχου στις τράπεζες. Το ’98 λοιπόν, επί πρωθυπουργίας Σημίτη και διοίκησης Λ. Παπαδήμου στην ΤτΕ απελευθερώθηκε το πιστωτικό όριο, οδηγώντας στη φρενίτιδα τόσο του ’99 (μετοχοδάνεια, διακοποδάνεια κ.λπ.) όσο και γενικότερα στην… πλαστική υπερκατανάλωση της επόμενης δεκαετίας. Τα πολλαπλά επενδυτικά προϊόντα και το… άνοιγμα του δανεισμού πολλαπλασίασε το εργασιακό προσωπικό των τραπεζών. Εκατοντάδες υποκαταστήματα, χιλιάδες εργαζόμενοι! Συνδυαστικά με το «φούσκωμα» του χρηματιστηρίου το ’99, έφερε ιστορική στρέβλωση… Μετά το «κλείδωμα» της εισόδου της χώρας στο ευρώ το ’98, σταμάτησαν οι περιορισμοί και τα ιδιαίτερα… πλαφόν. Τότε ξεκίνησε και η υπεργιγάντωση των ιδιωτικών τραπεζών, τότε οι τράπεζες κάλπασαν προς τεράστιες υπεραξίες, με άνοιγμα υποκαταστημάτων σχεδόν σ’ όλη την ελληνική επικράτεια και επέκταση στα Βαλκάνια.

O τραπεζικός κλάδος τη 10ετία από το 1998 έως το 2008 έφτασε στο απόγειό του, κεφαλαιακά, πιστωτικά αλλά και χρηματιστηριακά. Το 2008 ο κλάδος έπιασε… ταβάνι, με σχεδόν 4.000 υποκαταστήματα και 64.152 εργαζόμενους! Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών εντός πέντε ετών, δηλαδή έως το 2013 ο αριθμός των εργαζομένων είχε υποχωρήσει σε 50.167 και τα καταστήματα σε 2.886, ενώ το 2014 οι εργαζόμενοι ήταν 44.332 και τα υποκαταστήματα 2.562. Μόνο το 2013 και το 2014 αποχώρησαν από τα εγχώρια τραπεζικά ιδρύματα μέσω προγραμμάτων εθελούσιας εξόδου συνολικά 11.700 εργαζόμενοι.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2009 η Ελληνική Ένωση Τραπεζών είχε μέλη 33 ελληνικές και ξένες τράπεζες, ενώ σήμερα υπάρχουν ουσιαστικά τέσσερις συστημικές τράπεζες, η Attica Bank και μερικές συνεταιριστικές. Το (νέο) πρόγραμμα από τρόικα, SSM και DGComp κάνει λόγο για εθελουσία έξοδο επιπλέον 7 χιλ. εργαζομένων στις τράπεζες, οπότε από τους 44 χιλιάδες εργαζόμενους σήμερα, θα μειωθούν στους 37 χιλιάδες, ενώ δεκάδες επιπλέον τραπεζικά καταστήματα σε όλη τη χώρα θα κλείσουν!

Αριθμός που ασφαλώς είναι πιο κοντά στις πραγματικές ανάγκες των τραπεζών, συμβατός με τις εξελίξεις μια εκ των οποίων είναι και η αύξηση της ηλεκτρονικής τραπεζικής και η μετατόπιση μέρους της κοινωνίας σε ηλεκτρονικές συναλλαγές. Αυτό σημαίνει ότι από την αρχή της κρίσης και έως το 2017 θα έχουν αποχωρήσει περί τις 27 χιλιάδες εργαζόμενοι από τις τράπεζες! Δηλαδή περισσότεροι από το 1/3 του συνόλου των τραπεζοϋπαλλήλων έως το 2008! Πρόκειται για μια εξέλιξη που μαρτυρά την αλλαγή πλάνων για όλο τον κλάδο και το… ξεφούσκωμα της χρηματοπιστωτικής βιομηχανίας.

Η «βιομηχανία» του υπερδανεισμού και το στρεβλό ΑΕΠ

Η απελευθέρωση δανεισμού υπερδιόγκωσε μια ολόκληρη χρηματοπιστωτική «βιομηχανία» φέρνοντας ιδιαίτερα μεγάλες στρεβλώσεις σ’ όλη τη διάρθρωση της οικονομίας αλλά και της κοινωνίας. Τότε διευρύνθηκε η έκθεση των ελληνικών τραπεζών στις επενδύσεις ομολόγων, τότε στράφηκαν οι πολίτες αναφανδόν στα καταναλωτικά δάνεια (μοντέλο… Κωτσόβολου κ.λπ), τότε υπήρξε η φούσκα του υπερδανεισμού. Εύλογα, ο αθρόος και εύκολος δανεισμός, βοήθησε την κατανάλωση ανεβάζοντας και το ΑΕΠ της χώρας.

Επρόκειτο για πλασματικό ΑΕΠ – όχι δημιουργικό και αναπτυξιακό – καθώς ήταν… επιδοτούμενο. Ένα ΑΕΠ που δεν «πατούσε» στη βιομηχανία και στην παραγωγή, δεν βασίζονταν σε δημιουργικές – παραγωγικές δραστηριότητες, αλλά είχε κατά στρεβλό ποσοστό το στοιχείο της υπερκατανάλωσης! Όμως, με υψηλότερο ΑΕΠ, το ελληνικό κράτος είχε μεγαλύτερο εκτόπισμα στη διεθνή των… δανειστών. Δανειζόταν με μεγαλύτερη ευκολία. Όλα αυτά που μετατράπηκαν σε «σκληρό» μπούμερανγκ σήμερα, καθώς κόκκινα δάνεια, απλήρωτες κάρτες, επισφάλειες και ομόλογα είναι τα εγχώρια τοξικά των τραπεζών. Αυτός ο κύκλος της τραπεζοκεντρικής ανάπτυξης λοιπόν έκλεισε.

Το στοίχημα της επιστροφής στην παραγωγή

Επόμενο στοίχημα για τη χώρα είναι η (σταδιακά) αλλαγή του οικονομικού «θρησκεύματος» και η… επιστροφή στην παραγωγική οικονομία, όποιας έκφανσης και αν είναι αυτή. Παρ’ ότι οι καιροί έχουν αλλάξει, υπάρχει μετατόπιση των παγκόσμιων ισορροπιών στις τιμές πρώτων υλών και κόστους εργατικών, επιβάλλεται η αλλαγή κουλτούρας σε ότι αφορά το οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης.

Άλλωστε, παραγωγική οικονομία δεν είναι μόνο η σκληρή χειρωνακτική εργασία, αλλά πάσης φύσεως δημιουργική και εμπνευσμένη εργασία, η έρευνα, η μελέτη, η γεωργία, η κτηνοτροφία, οι κατασκευές, οι εναλλακτικές μορφές ενέργειας και τουρισμού κ.ο.κ. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που σύμφωνα με πολλούς αναλυτές έχει μορφολογία, γεωγραφική θέση και προνόμια που δύναται να εκτοξεύσουν την παραγωγική της ποικιλία, έχοντας πολλαπλές επιλογές.

Όπως αναφέρει ο Ρικάρντο Χάουσμαν, διευθυντής του Κέντρου για τη Διεθνή Ανάπτυξη και καθηγητής Οικονομικής Ανάπτυξης στο Kennedy School του Harvard «η Ελλάδα είναι δεύτερη μετά την Ινδία όσον αφορά το πόσο εύκολο θα ήταν για τη χώρα να αυξήσει την ποικιλία και την πολυπλοκότητα της παραγωγής της».

Συμμετέχοντας στη συγγραφή του βιβλίου «Άτλαντα Οικονομικής Πολυπλοκότητας» τονίζει ότι «η Ελλάδα έχει πολλά μοντέλα στην ευρύτερη περιοχή που μπορεί να αντιγράψει. Θα μπορούσε να ξεκινήσει κοιτάζοντας τι έκαναν η Φινλανδία και η Ιρλανδία». Επίσης επισημαίνει ότι «η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη τής έδωσε πρόσβαση σε διεθνή οικονομική στήριξη άνευ προηγουμένου. Δυστυχώς, αντί να χρησιμοποιηθούν αυτοί οι πόροι για να χτιστεί το παραγωγικό δυναμικό του μέλλοντος, αναλώθηκαν στην επιβράδυνση του θανάτου του παλιού». Το κεντρικό στοίχημα λοιπόν της χώρας είναι η σταδιακή μεταστροφή της οικονομίας από την παροχή υπηρεσιών στην παραγωγή και στη δημιουργία…liberal.gr