Η περασμένη Παρασκευή έδειχνε πως το τριήμερο, μετά από πάρα πολύ καιρό και εξαιρετικά πυκνό πολιτικό χρόνο, θα ήταν για πρώτη φορά κανονικό. Καλοκαιρινό και κανονικό. Τα πολύ δύσκολα για την ελληνική κυβέρνηση αλλά και την ελληνική κοινωνία είχαν περάσει, τα ακόμη πιο δύσκολα μπορούσαν για λίγο να περιμένουν. Ένα τυπικά ελληνικό καλοκαιρινό Παρασκευοσαββατοκύριακο ήταν μπροστά.

Οι μποέμ της «Πρώτη Φορά Αριστερά» κυβέρνησης μπορούσαν να σχεδιάζουν τις αποδράσεις τους στην Αίγινα ή όπου αλλού διαθέτουν εξοχικά, ο Πάνος Καμμένος να μαζεύει στρατηγούς, ναυάρχους και πτεράρχους για να πεταχτεί στην Ικαριά όπου ό στρατός άνοιξε έναν επαρχιακό δρόμο, ο Λαφαζάνης να συσκέπτεται σε υπόγεια με το επιτελείο της αριστερής πλατφόρμας και συντρόφους άλλων τάσεων για να οργανώσει τη άμυνα στη μνημονιακή λαίλαπα (ευτυχώς το σχέδιο σύλληψης Στουρνάρα και ντου στο Θησαυροφυλάκιο είχε εγκαταλειφθεί) και ο ίδιος ο πρωθυπουργός με τους συνεργάτες του νόμιζαν ότι είχαν την πολυτέλεια της περισυλλογής για το σχεδιασμό των επόμενων κινήσεών τους.

Πλην όμως «ἄλλαι μὲν βουλαὶ ἀνθρώπων, ἄλλα δὲ Θεὸς κελεύει». Και εδώ ο Θεός είχε όνομα: ήταν ο Αίολος, ή για αν θυμηθούμε τον Βύρωνα Πολύδωρα του 2007, ο «Στρατηγός Άνεμος». Δυο ανεύθυνοι μελισσουργοί πήγαν στα μελίσσια τους κι άναψαν τα «φυσερά» τους, χωρίς να υπολογίσουν ότι φύσαγαν άνεμοι 8-9 μποφόρ στον Υμηττό και λαμπάδιασε η μισή ανατολική Αττική.

(Κατά τραγική ειρωνεία και σύμπτωση και το 2007 η μεγαλύτερη φωτιά που μετά τον Ιμπραήμ κατέκαυσε την Πελοπόννησο, αποδείχθηκε ότι ξεκίνησε από μια γιαγιά που αποφάσισε ενώ φυσούσαν θυελλώδεις άνεμοι να βγάλει τη χύτρα της και να βράσει χόρτα στην αυλή της).

Αλλά το θέμα μας δεν είναι πως πιάνουν οι φωτιές και αν υπάρχουν εμπρηστές – προφανώς και υπάρχουν και είναι άθλιοι, αλλά δεν είναι βλάκες, τις φωτιές τις βάζουν όταν φυσάει πολύ ιδίως δε όταν υπάρχουν κι άλλα μέτωπα που απασχολούν την Πυροσβεστική.

Το θέμα είναι ότι αυτός ο διαολοάνεμος χάλασε και τη βολή όλων των κυβερνητικών στελεχών.

Καιγόταν η Πελοπόννησος και η Νεάπολη και μέχρι τις δύο το μεσημέρι μόνο ο Περιφερειάρχης Πέτρος Τατούλης έβγαινε να ενημερώσει τους πολίτες για το πώς εξελίσσεται η φωτιά. Δωδεκάμιση με μια λαμπάδιασε ο Υμηττός και επί σειρά ωρών δεν υπήρχε κανένας  πλην των Στελεχών της Πυροσβεστικής που μπορούσε να δώσει μια εικόνα.

Η καθ’ ύλην αρμόδια Περιφερειάρχης Αττικής Ρένα Δούρου κατέφυγε στα social media για να υιοθετήσει συνωμοσιολογικά σενάρια που υπαινίσσονταν πράκτορες που δήθεν είχαν βάλει τις φωτιές επιβουλευόμενοι την πατρίδα μας, πάνω-κάτω σαν και κείνα που είχε υιοθετήσει ο Πολύδωρας το 2007 και ακριβώς σαν και κείνα που ανακάλυψε αφού γύρισε από την Ικαριά ο υπουργός Άμυνας Πάνος Καμμένος.

Με μια δόση υπερβολής θα μπορούσε να πει κανείς πως οι φωτιές της Παρασκευής που χάλασαν το Σαββατοκύριακο (και) των κυβερνώντων, τους υποχρέωσαν σε μια ανώμαλη προσγείωση. Ο πρωθυπουργός επιδεικνύοντας αντανακλαστικά, πήγε στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας, παρότι εκείνη την ώρα ο Π.Καμμένος άνοιγε δρόμους στην Ικαρία, και αργότερα κατέβηκε στο κέντρο επιχειρήσεων της Πυροσβεστικής.

Είχε ήδη καταλάβει, εδώ και καιρό, αυτός τουλάχιστον, ότι το κυβερνάν δεν έχει καμιά σχέση με την πολιτική ή την πολιτικολογία στα καφενεία τα γραφεία ή τις ταβέρνες. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι με τη συγκεκριμένη μέθοδο πολιτικού σχεδιασμού ενηλικιώθηκε (;) και ο ίδιος.

Βέβαια η ανώμαλη προσγείωση στην πραγματικότητα της διακυβέρνησης – που είχε κάτι από την ηρωική και ευτυχώς ασφαλή ανώμαλη προσγείωση των πιλότων  του Canadair στη Νεάπολη – δεν είναι ένα εύκολο μάθημα.

Κάποιοι, όπως ο Τσίπρας, «το έχουν» και  πιάνουν, τουλάχιστον, τη βάση. Κάποιοι άλλοι το μπερδεύουν με την επικοινωνία – που είναι παρεμφερές, αλλά διαφορετικό μάθημα και αποτυγχάνουν παταγωδώς. Ρωτήστε και το Λαφαζάνη που πήγε να κάνει δηλώσεις στον Καρέα με τη χειρουργική μάσκα, πριν τον «κράξουν» οι κάτοικοι, να σας πει…