Ζήσε Μάη μου να δεις τον Ντάνι…

Το Παρίσι από την στιγμή της εφόδου στην Βαστίλη και τον αποκεφαλισμό του βασιλιά-ήλιου (λέγε με και Λουδοβίκο ΙΔ) ζει κάτω από μια ιδιότυπη “κατάρα”. Κάθε σχεδόν 100 χρόνια γνωρίζει μια κοινωνική αναστάτωση, η οποία δεν μένει στα στενά γεωγραφικά όρια του δήμου ή της χώρας, αλλά καταλήγει να επηρεάζει το επαναστατικό προτσές των ριζοσπαστικών κινημάτων ανά τον κόσμο. Ήταν το 1789 που οι Γάλλοι αστοί -κυρίως- υπό το σύνθημα “Ελευθερία – Ισότητα – Αδελφότητα” διεκδίκησαν το κομμάτι στην εξουσία που πίστευαν ότι τους αναλογούσε. Ήταν το 1871 όταν η ατιμωτική Πρωσική κατοχή στο Παρίσι (ή έστω σε ένα κομμάτι του) σε συνδυασμό με την απολυταρχική διακυβέρνηση του προέδρου της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας, Αδόλφου Θιέρσο, όπλισαν τα χέρια των εργατών που διεκδίκησαν την εγκαθίδρυση άμεσης δημοκρατίας και ένα καλύτερο αύριο για την τάξη τους. Και φτάνουμε στον Μάιο του 1968 όταν το ιστορικό ξυπνητήρι αφύπνισε τους φοιτητές του Παρισιού και τους έστειλε στους δρόμους της πόλης. Με αιτήματα μάλλον ουτοπικά, τουλάχιστον με τα σημερινά δεδομένα, αλλά με την ακλόνητη πεποίθηση ότι μετά την αστική και εργατική τάξη ήρθε η δική τους στιγμή να γράψουν ιστορία.

Συνθήματα όπως “Απαγορεύεται το απαγορεύεται – Η Φαντασία στην Εξουσία – Να `στε ρεαλιστές, ζητήστε το αδύνατο – Ήρθα. Είδα. Πίστεψα. – Η ποίηση βρίσκεται στους δρόμους. – Σ’ αγαπώ! Ω, πες το με πέτρες! – Ούτε Θεός ούτε αφέντης!” κοσμούσαν τους τοίχους της γαλλικής πρωτεύουσας και μάτωναν τα χείλη των διαδηλωτών εκείνου του Μάη.

Όταν έπεσαν οι τίτλοι τέλους βρήκαν τα συνεργεία του δήμου να προσπαθούν να αποκαταστήσουν τις προσκληθείσες ζημιές και τους απανταχού ανησυχούντες να προσπαθούν να ερμηνεύσουν τι έγινε. Η φωτιά του παρισινού Μάη προκάλεσε ένα Ιταλικό “καυτό Φθινόπωρο” το 1969. Κάποιοι ιστορικοί επιμένουν ότι αναζωπύρωσε την ταξική διάσταση της ιρλανδικής εξέγερσης που είχε ξεχαστεί από την εποχή του Τζέημς Κόννολυ.

Πέραν τούτου; Σίγουρα έθεσε ζητήματα όπως η κοινωνική αλληλεγγύη, η πραγματική ισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα, η μάχη κατά του κοινωνικού αποκλεισμού, η ελευθερία σεξουαλικής έκφρασης και η αναβάθμιση και εκσυγχρονισμός της δημόσιας εκπαίδευσης. Προοδευτικά τα περισσότερα ικανοποιήθηκαν σε σημαντικό βαθμό. Ίσως σε μια απόπειρα της καθεστηκυίας τάξης να αποτρέψει πιθανές φωτιές στο μέλλον. Και κάποιοι από τους πρωταγωνιστές της εξέγερσης πέρασαν τον ακτιβισμό τους από τους δρόμους στον πολιτικό στίβο. Πέραν τούτου ο γαλλικός Μάης αυτό που κατάφερε είναι να δημιουργήσει έναν ακόμη “αριστερό μύθο”. Έναν μύθο που είναι τόσο αναγκαίος για την στρατολόγηση των νεαρών ονειροπόλων όσο ο θρύλος του Μαρμαρωμένου Βασιλιά για το σκλαβωμένο γένος. Και τους εμποδίζει να σκεφτούν έστω το ενδεχόμενο μιας προσεκτικά οργανωμένης προβοκάτσιας. Όπως αυτή που περιγράφεται ιδιαίτερα κυνικά στο βιβλίο του Έκο “Το κοιμητήριο της Πράγας”. Στο ίδιο μέρος, σε μια άλλη εξίσου ταραγμένη εποχή.

Μια “όμορφη” ιστορία πολιτικού καιροσκοπισμού και χαμαιλεοντισμού αποτελεί η καριέρα ενός εκ των πρωταγωνιστών της εξέγερσης. Από τα οδοφράγματα του Παρισιού του 1968 στην παχυλή αποζημίωση του ευρωκοινοβουλίου, η διαδρομή για τον Ντάνιελ Κον-Μπεντίτ ήταν μακρά και γεμάτη ανατροπές.

Ο “κόκκινος Ντάνι”, προσωνύμιο που έλαβε εξαιτίας τόσο των πεποιθήσεών του όσο και για το πυρόξανθο μαλλί του, υπήρξε εκ των ηγετών της εξέγερσης του Μάη. Αρχικά μέλος της Αναρχικής Ομοσπονδίας, στη συνέχεια στο “Μαύρο και Κόκκινο”, για να καταλήξει στους Γερμανούς “Πράσινους”, ο Κον-Μπεντίτ έκανε αλλεπάλληλα test-drive για να καταλήξει στο πολιτικό όχημα που θα κάλυπτε τις πολιτικές του φιλοδοξίες. Μεσούσης της ελληνικής κρίσης, κάποιοι στην ημέτερη επικράτεια θα θεώρησαν τα λόγια συμπαράστασης του “κόκκινου Ντάνι” ως βάλσαμο στην πονεμένη τους καρδιά. Το πως δικαιολογούνται οι πολεμικές ιαχές για ανάληψη στρατιωτικής δράσης κατά της Γιουγκοσλαβίας, του ανένταχτου αγωνιστή και εκφραστή ενός εξ ορισμού αντιμιλιταριστικού κόμματος μάλλον δύσκολα μπορούν να εξηγηθούν.

Προκειμένου να αντικαταστήσουν το στρατιωτικό αμπέχονο με σινιέ κοστούμι, μια ολόκληρη γενιά αγωνιστών έκλιναν ευλαβικά το γόνυ και το κεφάλι στους ταξικούς τους αντιπάλους. Ο “κόκκινος Ντάνι” ξεκίνησε ως ένας αναρχικός οραματιστής για να φέρει την “φαντασία στην εξουσία” και να δημιουργήσει έναν καλύτερο κόσμο. Τελικά κατέληξε να υπηρετεί τους προαιώνιους εχθρούς του στα πιο υποχθόνια σχέδιά τους. Και δημιούργησε σχολή που δυστυχώς ακολούθησαν πολλοί πρώην σύντροφοί του. Μια κατάσταση που κανένας “μύθος” δεν μπορεί να συγκαλύψει.

Σχεδόν απόλυτα ιστορικά, όπου αριστερό κόμμα ή κίνημα ανέλαβε την εξουσία δεν μπόρεσε να εφαρμόσει τις προγραμματικές του αξιώσεις. Να τις κάνει φιλολαϊκή πραγματικότητα. Οι μόνες κυβερνήσεις που πέτυχαν και κατάφεραν να διατηρηθούν για πολλά χρόνια στην εξουσία, είναι αυτές που αντιλήφθηκαν νωρίς ότι πρέπει να μπολιάσουν τον “επαναστατικό οραματισμό” τους με γερές δόσεις ωμής πραγματικότητας.

Από τον σχεδόν απαράβατο αυτόν κανόνα δεν ήταν δυνατόν να ξεφύγουν και οι σημερινοί κυβερνώντες. Και το διαπίστωσαν με τον πλέον δύσκολο και σκληρό τρόπο.

Οι βαθιές ρωγμές στο μέτωπο φάνηκαν από το πρωί της Δευτέρας. Ο Αλέξης Τσίπρας, από εκφραστής της ελπίδας μεταβλήθηκε σε “Τζίφρας”. Διαφωνούντες βουλευτές καλούνται να ρίξουν την κυβέρνησή τους. Ώρες μετά από τις σκληρές διαπραγματεύσεις των Βρυξελλών ο πρωθυπουργός βρίσκεται αντιμέτωπος με μια σουρεαλιστική πραγματικότητα. Και πλέον θα κριθεί σύμφωνα με τις αποφάσεις που θα πάρει και το πως θα αποφασίσει να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Με όρους ρεαλιστικής πολιτικής ή συνέλευσης αμφιθεάτρων.

Στην ιστορική εξέλιξη των γεγονότων η ύπαρξη της αριστερής σκέψης είναι απολύτως απαραίτητη. Σχεδόν γονιμοποιητική. Είναι αυτή η αίσθηση του παγωμένου χειμωνιάτικου ρεύματος όταν ανοίγεις το παράθυρο να ανανεώσεις τον αέρα του δωματίου. Απλώς δεν μπορείς να περάσεις το βράδυ σου με ανοιχτό παράθυρο.

“Ιστορικά η επανάσταση είναι αυτή που βοηθά τον κόσμο της αντίδρασης να επιβιώνει μεταβαλλόμενος και προσαρμοζόμενος – κάτι που σήμερα δεν αποκλείεται να επαληθευτεί” είχε πει ο Κορνήλιος Καστοριάδης με αφορμή τον Μάη του 68. Και ο Δαρβίνος ότι δεν είναι το ισχυρότερο των ειδών αυτό που επιβιώνει, ούτε το πιο έξυπνο. Είναι το πιο προσαρμόσιμο στην αλλαγή.