«Οι άνθρωποι είναι αυτοί που κάνουν την ιστορία τους, αλλά όχι κάτω από συνθήκες που επέλεξαν οι ίδιοι».

Η φράση αυτή που ανήκει σε ένα μεγάλο διανοητή του 19ου αιώνα περιγράφει με ακρίβεια τις συνθήκες μέσα στις οποίες εκτυλίσσεται η ελληνική κρίση, όπως και τις συνθήκες μέσα από στις οποίες εγκαλεί η ζωή τον πρωθυπουργό και την περί αυτόν ομάδα στελεχών να αντιμετωπίσουν.

Το πολυσυλλεκτικό κίνημα που εκφράστηκε μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ αγωνίζεται μέσω του «ρεαλισμού» να αποκτήσει σταθερό πολιτικό βηματισμό, οριοθετώντας στο εσωτερικό του  την αντίθεση στην κοινοβουλευτική ομαδοποίηση  πρακτικών ατομικής πολιτικής όπως επίσης και πρακτικών που φαίνεται να απορρέουν από την  επιλεκτική ερμηνεία οικονομικών, πολιτικών και φιλοσοφικών τάσεων του 19ου αιώνα.

Αρχικά η ηγετική κυβερνητική ομάδα παρουσίαζε την εικόνα ότι τον κ Τσιπρα, νέο προοδευτικό και άφθαρτο πολιτικό, τον πλαισιώνει ένας αντικονφορμίστας διακεκριμένος οικονομολόγος, ένας εκφραστής του παραδοσιακού αριστερού ριζοσπαστικού λόγου και ένας καλοκάγαθος συμπαθής φωνακλάς δεξιός.

Κάπως έτσι ήταν η εικόνα, όχι όμως και η πραγματικότητα. Πέρα από την επίφαση κρύβονταν βαθύτατες αντιθέσεις.

Που πάλι η πραγματικότητα τεκμηριώσε ότι δεν ήταν αντιθέσεις ιδεολογικές, αλλά ατομικοί και μικροαστικοί ανταγωνισμοί που αναπτυχτήκαν στη βάση συγκεκριμένων οικονομικών συμφερόντων και ατομικών πολιτικών φιλοδοξιών.

Η πολιτική της «καταγγελτικής» περιγραφής από τη «πλατφόρμα» των μειονεκτημάτων και αδυναμιών της κατάληξης της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές, της αφαιρει επί της ουσίας την όποια πολιτική δυναμική λόγω παντελούς έλλειψης εναλλακτικής πρότασης από την πλευρά της.

Το να περιγραφείς το δυσμενές ευρωπαϊκό περιβάλλον και τις συνέπειες του τρίτου μνημονίου δεν είναι αρκετό.

Επιβάλλεται να παρεμβαίνεις στην διαμόρφωση του προς όφελος του βιοτικού επίπεδου του λαού.

Να προστατεύεις τον λαό, και όχι να αερολογείς με μικροπολιτικά τσιτάτα της νεκρής αριστεράς του «υπαρκτού σοσιαλισμού».

Μέσα από μια τέτοια πολιτική αντίληψη, θα γλιστρήσεις αντικειμενικά στον συντηρητισμό των θέσεων Βαρουφάκη και Σόιμπλε.

Όσον αφορά την “επιθυμία” του τέως ΥΠ.ΟΙΚ να παραμείνει ενεργός στο μιντιακο πολιτικό προσκήνιο. πρέπει να σημειωθεί ότι ο κ Βαρουφάκης είχε την κύρια ευθύνη των διαπραγματεύσεων.

Προφανώς επελέγει γιατί ήταν -συγκριτικά με τον πρωθυπουργό- ο οικονομικός ειδήμων.

Αυτός ήταν το πολιτικό πρόσωπο που τόσο ο πρωθυπουργός, όσο και η κυβέρνηση και ο λαός του εμπιστευτήκαν την οικονομική πορεία της χώρας.

Διατείνεται ότι ενημέρωνε τον πρωθυπουργό για τις κινήσεις του και το κλίμα στις συναντήσεις του στο eurogroup.

Το θέμα είναι όμως τι έλεγε.

Και από τις δηλώσεις του κυρίου Βαρουφάκη προκύπτει ότι ποτέ δεν είχε εντολή από τον πρωθυπουργό να διαπραγματευτεί την έξοδο από το ευρώ.

Αν κάποιες ευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις και προσωπικότητες όπως ο κ. Σόιμπλε επιθυμούσαν να φύγει η χώρα από το ευρώ αφορά τον ίδιο και την Γερμανία.

Ο κ Βαρουφάκης ήταν ο Έλληνας ΥΠ.ΟΙΚ. και όφειλε να εκτελεί τα καθήκοντα του στο πλαίσιο των εντολών της κυβέρνησης και του ελληνικού λαού.

Εντολές τις οποίες παρέκαμψε και προφανώς αγνόησε.

Οι λόγοι μένουν προς διερεύνηση.

Ακόμη και αν ισχύει όπως διατείνεται ότι του παρήγγειλε ο πρωθυπουργός να εξετάσει ένα plan b.- ναι αυτό είναι πιθανόν.

Αλλά διακριτικά, νόμιμα, με διαφάνεια και σε συνεργασία με το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και του κράτους.

Όχι “άρπα κόλα” ούτε “τακα-τακα” όπως λέει και ο λαός, γιατί πάει αλλού ο νους μας εδω στην Ελλάδα.