Οι τράπεζες παράγουν χρέος…

Γράφει ο Δημήτρης Παστελάκος… Η αναγκαιότητα για την κίνηση κεφαλαίων στην ευρωπαϊκή αγορά, λόγω των επιφυλάξεων που δημιουργεί το ενδεχόμενο επερχόμενης οικονομικής κρίσης, οδήγησε την ΕκΤ στην μείωση του βασικού επιτοκίου στο -0,50% .

‘Υπ αυτή την έννοια και με την αντίστοιχη μείωση των επιτοκίων χορηγήσεωνοι τράπεζες στη ΕΕ μετακινούν (παρκάρουν) πλέον κεφάλαια χαμηλού κόστους στην πραγματική αγορά.

Σε κάποιες χώρες όπως π.χ στην Δανία ,τράπεζες χορηγούν στεγαστικά δάνεια με αρνητικό επιτόκιο , ουσιαστικά «πληρώνοντας» τον δανειολήπτη υπό την λογική του ότι από την διαδικασία κατασκευής του τελικού προϊόντος και αφού διεκδικήσουν μερίδιο της αγοράς ακινήτων να αποκομίσουν μεσοπρόθεσμα ροή εσόδων .

Στην Ελλάδα κοντά μια δεκαετία έπειτα από το δραματικό ξέσπασμα της κρίσης και από αλλεπάλληλες κεφαλαιοποιήσεις των φερόμενων συστημικών τραπεζών η κατάσταση, αλλά προπάντων η λογική, μένει στάσιμη και αναχρονιστική.

Το τραπεζικό μας σύστημα αναλώνεται σε μια ατέρμονη προσπάθεια λογιστικοποίησης των απωλειών του και των “κόκκινων δανείων”, ως αν οι εγγραφές θεωρητικών λογιστικών αξιών αντιπροσωπεύουν πραγματικό κεφάλαιο ή πραγματική εμπορική αξία!

Προς επίρρωση και με “πραγματικότητες”: Εάν η τράπεζα αγοράσει η ίδια από τον τρίτο πλειστηριασμό ακίνητο όπου η ίδια εκπλειστηρίασε καμία πραγματική κεφαλαιακή μεταβολή δεν υφίσταται διότι ούτε χρήματα εισέπραξε ούτε το καταγραφόμενο ποσόν αντιπροσωπεύει οτιδήποτε ως αξία, διότι δεν το κατέβαλε η αγορά ούτε καν η τράπεζα που εμφανίζεται ως ίδιοςαγοραστής. Εν προκειμένω είναι μια θεωρητική λογιστική μεταβολή και τίποτε άλλο!

Οι μεταβιβάσεις σε εξευτελιστικές τιμές των επιχειρηματικών και στεγαστικών δανείων όπως και οι τιτλοποιήσεις τους για να μεταβιβαστούν ευκολότερα στα funds, δεν είναι τίποτε άλλο από ένα λογιστικό μέτρο και η οριστική μετάλλαξη του χρηματοπιστωτικού μας συστήματος σε μια εκφοβιστική για το κοινωνικό περιβάλλον εισπρακτική μηχανή!

Είναι σε κάθε επιχείρηση ,πολύ περισσότερο στις τράπεζες και λόγω των νέων δυνατοτήτων που απέκτησαν με την ελεύθερη πρόσβαση στα περιουσιακά στοιχεία και λογαριασμούς του κάθε δανειολήπτη, να γνωρίζουν επακριβώς ποιοί -και σε τι ποσοστό- από τους πελάτες τους έχουν την δυνατότητα με μια λειτουργική συμφωνία μαζί τους να ρυθμίσουν τα δάνεια τους.

Δεν έχει καμία λογική αγοράς το να πουλάς σε εξευτελιστικές τιμές τα δάνεια σε fund, τιμές τις οποίες διαμορφώνεις διότι προσθέτεις στο πακέτο και μη ενυπόθηκα δάνεια, που είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατον να εισπραχθούν.

Ένα επί πλέον ζήτημα είναι ότι τα funds, στην προσπάθεια τους να εισπράξουν, θα πουλήσουν τα ακίνητα σε πολύ χαμηλές τιμές «ρίχνοντας» την αξία και των ακινήτων που παραμένουν στην άμεση η έμμεση κατοχή των τραπεζών .

Με το κλίμα και την αντίληψη που επικρατεί ,όσες από τις επιχειρήσεις ή από τους ιδιώτες προσπαθούν να έλθουν σε ρεαλιστική συμφωνία για την ρύθμιση των δανείων τους βρίσκονται αντιμέτωποι με κωλυσιεργία , έλλειψη προτάσεως κατάλληλης για το προφίλ και δυνατότητες τους και μια γραφειοκρατία που θυμίζει ελληνικό δημόσιο στις πιο κακές του στιγμές.

Η επικοινωνιακή καραμέλα των υποτιθέμενων “στρατηγικών κακοπληρωτών” λειτουργεί σαν το χαλί που κρύβει την ανεπάρκεια ακόμη στην μηχανιστική μεταφορά «λύσεων» που εφαρμόστηκαν σε άλλες χώρες, άλλες αγορές ,ξένες όμως προς την ελληνική πραγματικότητα.

Πόσοι και ποιοι είναι εν τέλει αυτοί οι “στρατηγικοί κακοπληρωτές” κατά τα λεγόμενα τους πάντα; Διότι αν υπάρχουν αυτοί σίγουρα τους είναι γνωστοί και σίγουρα αντιπροσωπεύουν ένα μικρό ποσοστό, Όμως υπάρχουν και όλοι οι υπόλοιποι που προτίθενται να έρθουν σε ρεαλιστική για την οικονομική κατάσταση ρύθμιση λύση.

Άλλωστε οι «στρατηγικοί κακοπληρωτές» και να επωφεληθούν προσκαίρως είναι εμπειρικά γνωστό ότι θα παραμείνουν κακοπληρωτές και κακώς τους χρηματοδότησαν ή αναχρηματοδότησαν.

Αυτές οι νοοτροπίες πρέπει να αλλάξουν άμεσα και εν κατακλείδι ας ακολουθήσουν τις οδηγίες που τους δίνει δημόσια κορυφαίο στέλεχος του ΤΧΣ. « Παράλληλα, τα έσοδα από προμήθειες παραμένουν χαμηλά, όμωςλ ύση στο πρόβλημα δεν αποτελεί η οριζόντια επιβολή χρεώσεων στις πάσης φύσεως συναλλαγές (που αντανακλά αρνητικά και στην κοινωνική διάσταση του ρόλου τους), αλλά εξυπνότερες επιλογές, όπως αύξηση εσόδων από προμήθειες, λ.χ., ανάπτυξης συμβουλευτικών υπηρεσιών, διαχείρισης περιουσίας, , τραπεζοασφάλειες, υποστήριξης εμπορίου, έκδοσης/ πρακτόρευσης αμοιβαίων κεφαλαίων και άλλων δομημένων χρηματοοικονομικών εργαλείων, χρηματιστηριακές δραστηριότητες, περαιτέρω δραστηριοποίηση στις αγορές συναλλάγματος κ.λπ.».

Μια ολόκληρη «εισπρακτική» βιομηχανία σπεκουλάρει και παρασιτεί με ξενιστή τις παραπαίουσες ελληνικές τράπεζες που με την ασύδοτή και προκλητική της συμπεριφορά σε συνδυασμό με την προχειρότητα έως ανικανότητα των τραπεζών δεν αποτελεί τροχοπέδη μόνο στην όποια ανάπτυξη αλλά απειλεί ευθέως την ειρήνη και ισορροπία του κοινωνικού ιστού!

Εύλογο είναι να μπαίνουν ερωτηματικά ότι η πραγματικότητα της διαιώνισης της μη λύσης να σχετίζεται με τα ωσμωτικά φαινόμενα μεταξύ εισπρακτικών , funds, τραπεζών.

Η μετεξέλιξη του τραπεζικού συστήματος και των τραπεζιτών σε μια νέα ιδιότυπη “οικονομική χωροφυλακή” και μάλιστα με δημόσιο χρήμα μακράν απέχει του ρόλου τους ως ανωνύμων εταιρειών και θυμίζει χρεοκοπημένα σχήματα, τα οποία, όπως – όπως και με συμπεριφορά «νταή» δημιουργούν χρέη στην κοινωνία, στο κράτος και στους πολίτες , χρέη τα οποία γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι αδυνατούν να εισπράξουν

εφημερίδα Δημοκρατία – 26-11-2019