Οποιοδήποτε “τέλειο” σύστημα τροφοδοτηθεί με “κατιμά” θα ρετάρει!

Όπου και να πας να ψάξεις για δουλειά ζητούν το βιογραφικό σου, την επαγγελματική σου προϋπηρεσία, σου παίρνουν συνέντευξη να δουν την ισορροπία σου, τη συγκρότηση, τις ιδέες, τα χαρίσματα, τα ελαττώματα, κλπ. Με λίγα λόγια θέλουν να μάθουν “τι τύπος είσαι, που ήσουν πριν και τι έκανες”.

Στην ελληνική κομματική πολιτική όπου η “Επιχείρηση που ζητά εργαζόμενους” είναι η χώρα , δεν ισχύει τίποτε από τα παραπάνω! Χωρίς εχέγγυα, πρότερη εμπειρία και χειροπιαστά αποτελέσματα στο πρότερο έργο σου, εντιμότητα βίου (βλέπε Ε1 και Ε9…), στοιχειώδη ευφυΐα, ψυχική ισορροπία. Όσον αφορά αυτή τη ρημάδα την αυτοκριτική , δεν θα υπάρξει, γιατί είναι ξένο σώμα στην μικρόψυχη, μίζερη και καταγγελτική ιδιοσυγκρασία αυτών των τύπων.

-Πέρασαν από το αμφιθέατρο στον σύλλογο, από τον σύλλογο στη βουλή και από τη βουλή στην κυβέρνηση. Επειδή τους το επέτρεψε ο ξεβολεμένος ενδιάμεσος συμφεροντολόγος ψηφοφόρος.

Το επικίνδυνο όμως είναι ότι παίζουν αυτό το ρόλο στην ευρωπαϊκή ή καλύτερα “δυτική” πολιτική σκηνή όπου ο κόσμος είναι πιο πολιτισμένος, πιο ειλικρινής και πιο προσγειωμένος στη πραγματικότητα. Οι δυτικοί έχουν πείρα αιώνων, εξελίχθηκαν, πέρασαν από πυρ και σίδηρο, δέχτηκαν τον ελληνικό πολιτισμό, αφομοίωσαν και αξιοποίησαν τον ορθολογισμό. Δεν τα απέβαλλαν όπως οι ανατολίτες. Ανέπτυξαν το κοινοβουλευτικό σύστημα, απελευθέρωσαν την επινοητικότητα και το ταλέντο από τα δεσμά του ιερατείου, έδωσαν βαθμούς ελευθερίας σε όλα τα κοινωνικά στρώματα.

Και έρχονται τώρα κάτι μικροεπαρχιώτες, μεγαλωμένοι σε κομματικά “στεγανά δοχεία” και τους κουνάνε το δάχτυλο ανενδοίαστα με το θράσος της άγνοιας. Η ασφαλίτικη και προπαγανδιστική μεθοδολογία έχει κάνει θαύματα. Στη χώρα ευνοείται ο καταγγελτικός λογος, η δυσφήμηση και η συνομωσιολογία. Έτσι ο επαρχιωτισμός και η αμορφωσιά του κάθε βαρεμένου (ο οποίος μπορεί να έχει και διδακτορικό… ή να ήρθε και από το εξωτερικό απ’ όπου πέρασε αλλά δεν ακούμπησε) βρίσκει διέξοδο στην κατάκριση, τον ψόγο και το κράξιμο. Σε όποιο πόστο και αν βρεθεί ο παραπάνω τύπος μπλοκάρει τον ορθολογισμό. Βιώνουμε μια ολοκληρωτική καθημερινή “καταδίκη εις θάνατο” της λογικής αλλά και της μπέσας.

Δαιμονοποιούνται εννοιες (αριστεία), αντικείμενα (κάλπη, κάμερα) όπως και αρχές (μπέσα). Μικρόνοες, αργόσχολοι, μικροαστοί, συμφεροντολόγοι, εμπαθείς, πυροβολημένοι,έχουν συνασπιστεί με συγκολλητική ουσία τη μετριότητα και τον υλισμό. Φωνάζουν δυνατά, φροντίζουν να φαίνονται συνεχώς, συνδικαλίζονται, κατεβαίνουν υποψήφιοι…. γεμίζουν τα κενά τους. Είναι οι καλύτεροι προστάτες και οι ιδεολογικοί εμπνευστές ενός ληστρικού οικονομικο-πολιτικού συστήματος, που επιβάλει το κράτος αλλά και σύμπασα η κοινωνία να τα “αρπάζει” από τους λίγους που δουλεύουν και να τα δίνει στους πολλούς που δεν δουλεύουν. Ποτέ τόσο λίγοι δεν δούλεψαν τόσο πολύ για τόσους πολλούς, όσο στην Ελλαδική μεταπολίτευση.

Είναι αυτοί που εξισώνουν τον άξιο και τον τεμπέλη και αναγκάζουν τον ιδιώτη να πληρώνει τον ίδιο και τον έναν και τον άλλον. Είναι αυτοί που νομιμοποίησαν τα “πολιτικά κριτήρια” στις πάσης φύσεως επιλογές, καταργώντας την αξιοκρατία. Είναι αυτοί που ιδεολογικά και με κάθε άλλο δυνατό τρόπο στήριξαν όσο δεν πήγαινε άλλο το μεταπολιτευτικό παρακράτος. Τούτη η γενιά, η Μετα-Πολυτεχνική γενιά, εξελίχθηκε σε ότι ασχημότερο έχει δει η ελληνική κοινωνία. Είναι η γενιά της Ευκολίας. Η γενιά του “χαρτιού-πτυχίου”, του ‘να περνάμε καλά”, του “κάτσε καλά Γεράσιμε”, του Κλικ, του χαβαλέ. Νομίζω ότι ποτέ δεν υπήρξαν στον τόπο αυτό τόσοι πολλοί αμόρφωτοι με πτυχίο, τόσο ατάλαντοι και τόσο κακομαθημένοι.

Αλλά πίσω από τα επιφαινόμενα κρύβεται η κυριαρχία του τύπου του διαβόητου μικρομεσαίου. Ήταν η εποχή που καταργήθηκε η κακότροπη διδασκαλία των αρχαίων συγγραφέων από το πρωτότυπο, η εποχή που καταργήθηκαν τα πρότυπα σχολεία και λίγο αργότερα η ιστορική ορθογραφία-χάριν ευκολίας και μόνον. Ήταν η εποχή που η Αυριανή πουλούσε 200 χιλιάδες φύλλα ημερησίως, η εποχή των “φεστιβάλ” που ανέβαζαν Μπρεχτ και πουλούσαν Μαρκούζε στους επιδοτούμενους τσοπαναραίους της Άνω Τραχανοπλαγιάς.

Η εποχή της βασιλείας του αγράμματου μικρομεσαίου μικροϊδιοκτήτη ο οποίος μισεί οτιδήποτε Ανώτερο, οτιδήποτε Πνευματικό, όμως θέλει να ξέρει και κανένα τσιτάτο για να το παίζει κάργα προοδευτικός ή να ρίξει τη Σούλα.

Αυτός ο τύπος ανθρώπου ξεκίνησε δειλά μέσα στη δεκαετία του 60 να βρει το ρόλο του στην Ιστορία Σαν χαμαιλέοντας άλλαζε “πολιτική προτίμηση” ανάλογα με το περιβάλλον και τις συνθήκες. Αυτός επέβαλε τους όρους του παιχνιδιού στην πολιτική, στην αισθητική, στην τέχνη, στην εκπαίδευση, στην οικονομία. Και έκανε τα παιδιά του ίδια κι απαράλλαχτα. Τους αγόρασε μεν πτυχία από το εξωτερικό, αλλά ήταν αδύνατο να μορφώσει ανθρώπους.

Αυτές οι μειοψηφίες ,τα μικροαστικά παράγωγα-κατάλοιπα – πού αναπτύχθηκαν ελεύθερα τα τελευταία χρόνια μέσα στον κρατισμό, την αναξιοκρατία και το “κυνήγημα” του παραγωγικού και ταλαντούχου έλληνα από κάθε πόστο.

Ο “τρίτος δρόμος” πού εισήγαγε το παρεάκι τών άεργων, ανεπάγγελτων και κρατικοδίαιτων, οι οποίοι απέκτησαν υλικό πλούτο από δημόσιο χρήμα χωρίς ιδέες, εφαρμογή, κόπο, ρίσκο αποτυχίας και χειροπιαστό αποτέλεσμα.

Ήρθε λοιπόν μετά από τόσα χρόνια σε αυτό το διαβρωμένο σύστημα η ώρα των μειοψηφιών να κυβερνήσουν, αφού ήδη έκαναν κουμάντο στο μαθητικό, στον φοιτητικό, στον δημοσιοϋπαλληλικό, στον Δημοτικό αλλά και στον τραπεζιτικό συνδικαλισμό. Γαλουχημένοι συνδικαλιστές με διαβρωμένες αρχές, από τη τρυφερή ηλικία των 15 ετών, με όπλα την καπηλεία και τη συκοφαντία, με κομματικό βιογραφικό χωρίς καμία δραστηριότητα επαγγέλματος. Πέρασαν από το αμφιθέατρο στον σύλλογο, από τον σύλλογο στη βουλή και από τη βουλή στην κυβέρνηση. Επειδή τους το επέτρεψε ο ξεβολεμένος ενδιάμεσος συμφεροντολόγος ψηφοφόρος.

Μη γελιόμαστε. Αυτοί είναι τώρα κυβέρνηση επί της ουσίας.