Χάμιλτον – Μπερ: υπόθεση τιμής…

Σε μια μονομαχία που πραγματοποιήθηκε στο Γουϊχώκεν του Νιου Τζέρσεϊ, ο Αντιπρόεδρος Άαρον Μπερ πυροβόλησε θανάσιμα τον επί μακρόν πολιτικό του αντίπαλο Αλεξάντερ Χάμιλτον. Ο Χάμιλτον, ηγέτης των ομοσπονδιακών και ο κύριος αρχιτέκτονας της πολιτικής οικονομίας των ΗΠΑ, πέθανε την επόμενη μέρα.

Ο Αλεξάντερ Χάμιλτον, γεννήθηκε στο νησί Νέβις της Καραϊβικής και ήρθε στις αμερικανικές αποικίες το 1773 ως φτωχός μετανάστης. (Υπάρχει κάποια διαμάχη ως προς το έτος της γέννησής του, αλλά ήταν είτε το 1755 είτε το 1757.) Το 1776, εντάχθηκε στον Ηπειρωτικό Στρατό στην Αμερικανική Επανάσταση, και η ανεξάντλητη ενέργεια συνδυασμένη με την υψηλή νοημοσύνη του, τράβηξε την προσοχή του Τζωρτζ Ουάσιγκτον, ο οποίος τον πήρε κοντά του ως επιτελικό σύμβουλο.

Δέκα χρόνια αργότερα, ο Χάμιλτον ως αντιπρόσωπος πλέον στην Συνταγματική Συνέλευση, οδήγησε τον αγώνα για την επικύρωση του τελικού εγγράφου, το οποίο δημιούργησε την ισχυρή κεντρική κυβέρνηση που προτιμούσε. Το 1789, διορίστηκε πρώτος γραμματέας του θησαυροφυλακίου από τον Πρόεδρο Ουάσιγκτον (θέση αντίστοιχη με του Υπουργού Οικονομικών) και κατά τη διάρκεια των επόμενων έξι ετών δημιούργησε το εξελιγμένο νομισματικό σύστημα που έσωσε τη νεαρή κυβέρνηση των ΗΠΑ από την κατάρρευση. Με την εμφάνιση των πολιτικών κομμάτων, ο Χάμιλτον θεωρείτο ως ηγέτης των Ομοσπονδιακών.

Ο Άαρον Μπερ, γεννήθηκε σε μια αριστοκρατική οικογένεια του Νιου Τζέρσεϊ, το 1756, ήταν επίσης διανοητικά προικισμένος, και αποφοίτησε από το Κολλέγιο του Νιου Τζέρσεϊ, (μετέπειτα Πρίνστον) στην ηλικία των 17. Εντάχτηκε στον Ηπειρωτικό Στρατό το 1775 και διακρίθηκε κατά την επίθεση στο Κεμπέκ. Αριστοτέχνης πολιτικός, εξελέγη στη Νέα Πολιτειακή Συνέλευση της Νέας Υόρκης το 1783 και αργότερα υπηρέτησε ως γενικός εισαγγελέας της πολιτείας. Το 1790, κέρδισε τον πεθερό του Αλεξάντερ Χάμιλτον στις εκλογές για την Γερουσία των ΗΠΑ.

Ο Χάμιλτον έφτασε να απεχθάνεται τον Μπερ, τον οποίο θεωρούσε επικίνδυνο καιροσκόπο και τον κακολογούσε συχνά. Όταν ο Μπερ διεκδίκησε την αντιπροεδρία το 1796 με τους Δημοκρατικούς-Ρεπουμπλικάνους υπό τον Τόμας Τζέφερσον, ο Χάμιλτον ξεκίνησε μια σειρά από δημόσιες επιθέσεις κατά του Μπερ, δηλώνοντας “αισθάνομαι ότι είναι θρησκευτικό μου καθήκον να αντιταχθώ στην καριέρα του.” Ο Τζον Άνταμς κέρδισε την προεδρία και το 1797 ο Μπερ άφησε τη Γερουσία και επέστρεψε στη συνέλευση της Νέας Υόρκης.

Το 1800, ο Τζέφερσον επέλεξε τον Μπερ πάλι ως υποψήφιο αντιπρόεδρο. Ο Μπερ βοήθησε τους  Δημοκρατικούς-Ρεπουμπλικάνους δημοσιεύοντας ένα εμπιστευτικό έγγραφο που είχε γράψει ο Χάμιλτον επικρίνοντας τον συνάδελφο του Ομοσπονδιακό, Πρόεδρο Τζον Άνταμς. Αυτό προκάλεσε ένα ρήγμα στους Ομοσπονδιακούς και βοήθησε τους Τζέφερσον και Μπερ να κερδίσουν τις εκλογές, ισοψηφώντας με 73 ψήφους ο καθένας.

Σύμφωνα με την εκλογική διαδικασία που επικρατούσε τότε, ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος δεν ψηφίζονταν χωριστά. Ο υποψήφιος που λάμβανε τις περισσότερες ψήφους εκλεγόταν πρόεδρος και ο δεύτερος στη σειρά αντιπρόεδρος. Η ψηφοφορία στη συνέχεια πήγε στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Αυτό που αρχικά φαινόταν ως μια εκλογική τεχνική λεπτομέρεια -η επικράτηση του Τζέφερσον- εξελίχθηκε σε μια σημαντική συνταγματική κρίση όταν οι Ομοσπονδιακοί στο Κογκρέσο υποστήριξαν τον Μπερ. Μετά από ισοπαλίες σε 35 ψηφοφορίες, μια μικρή ομάδα των Ομοσπονδιακών άλλαξε στρατόπεδο και ψήφισε υπέρ του Τζέφερσον. Ο Αλεξάντερ Χάμιλτον που είχε υποστηρίξει τον Τζέφερσον ως το μικρότερο από δύο κακά, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην άρση του αδιεξόδου.

Ο Μπερ έγινε αντιπρόεδρος, αλλά ο Τζέφερσον τον είχε σε απόσταση και δεν υποστήριξε την επανεκλογή του για δεύτερη θητεία το 1804. Εκείνη τη χρονιά, μια ομάδα Ομοσπονδιακών της Νέας Υόρκης που οι περιουσίες τους μειώθηκαν δραστικά μετά την άνοδο του Τζέφερσον, επιστράτευσαν τον δυσαρεστημένο Μπερ στο κόμμα τους για να τον εκλέξουν κυβερνήτη. Ο Χάμιλτον αντιστάθηκε με θέρμη στον Μπερ, που έχασε πρώτα την υποψηφιότητα και στη συνέχεια ως ανεξάρτητος τις εκλογές.

Μετά τις εκλογές ο Μπερ αποφάσισε να αποκαταστήσει τη φήμη του, προκαλώντας τον Χάμιλτον σε μια μονομαχία, ή μια “υπόθεση τιμής”, όπως ήταν γνωστή.

Οι υποθέσεις τιμής ήταν κοινός τόπος στην Αμερική εκείνη την εποχή και οι πολύπλοκοι κανόνες που τις διέπουν οδηγούσαν συνήθως σε ένα έντιμο ξεκαθάρισμα πριν από οποιαδήποτε πραγματική εκτόξευση πυρός. Στην πραγματικότητα, ο Χάμιλτον είχε εμπλακεί σε πολλές υποθέσεις τιμής στη ζωή του και οι περισσότερες από αυτές είχαν επιλυθεί ειρηνικά.

Καμία τέτοια λύση δεν βρέθηκε με τον Μπερ, όμως, και οι εχθροί μονομάχισαν κοντά στο Γουϊχώκεν του Νιού Τζέρσεϊ. Ήταν το ίδιο σημείο όπου ο γιος του Χάμιλτον είχε πεθάνει υπερασπίζοντας την τιμή του πατέρα του το 1801.

Υπάρχουν αντικρουόμενες αναφορές σχετικά με το τι συνέβη στη συνέχεια. Σύμφωνα με τον βοηθό του Χάμιλτον -και μάρτυρα στη μονομαχία- ο Χάμιλτον αποφάσισε πως η μονομαχία ήταν ηθικά λάθος και σκοπίμως πυροβόλησε στον αέρα. Ο βοηθός και μάρτυρας του Μπερ, ισχυρίστηκε ότι ο Χάμιλτον πυροβόλησε κατά του Μπερ και αστόχησε.

Για το τι συνέβη στη συνέχεια όμως συμφώνησαν: ο Μπερ πυροβόλησε τον Χάμιλτον στο στομάχι, και η σφαίρα σταμάτησε δίπλα στην σπονδυλική του στήλη. Ο Χάμιλτον μεταφέρθηκε πίσω στη Νέα Υόρκη και πέθανε το επόμενο απόγευμα.

Λίγες υποθέσεις τιμής πράγματι οδηγούσαν σε θανάτους και το έθνος ήταν εξοργισμένο από τη δολοφονία ενός επιφανούς άνδρα όπως ήταν ο Αλεξάντερ Χάμιλτον. Κατηγορούμενος για δολοφονία σε Νέα Υόρκη και Νιου Τζέρσεϊ, ο Μπερ, όντας ακόμα αντιπρόεδρος, επέστρεψε στην Ουάσιγκτον, όπου τελείωσε τη θητεία του υπό ασυλία από την ποινική δίωξη.

Το 1805, ο Μπερ, με ριγμένη υπόληψη, παρασκεύασε ένα σχέδιο με τον Τζέημς Ουίλκινσον, διοικητή του Στρατού των ΗΠΑ, να αδράξουν την Επικράτεια της Λουιζιάνας και να δημιουργήσουν μια ανεξάρτητη αυτοκρατορία, την οποία ο Μπερ κατά πάσα πιθανότητα θα διοικούσε. Ήρθε σε επαφή με τη βρετανική κυβέρνηση και έκανε μια ανεπιτυχής έκκληση για βοήθεια στο σχέδιο. Αργότερα, όταν άρχισαν τα προβλήματα με το Ισπανικό Μεξικό, οι Μπερ και Ουίλκινσον συνωμότησαν για να αδράξουν έδαφος στην Ισπανική Αμερική για τον ίδιο σκοπό.

Το φθινόπωρο του 1806, ο Μπερ οδήγησε μια ομάδα πολύ καλά οπλισμένων αποίκων προς τη Νέα Ορλεάνη, με αποτέλεσμα την άμεση αντίδραση των ΗΠΑ. Ο στρατηγός Ουίλκινσον, σε μια προσπάθεια να σώσει τον εαυτό του, στράφηκε εναντίον του Μπερ και έστειλε επιστολές στην Ουάσιγκτον κατηγορόντας τον Μπερ για προδοσία. Τον Φεβρουάριο του 1807, ο Μπερ συνελήφθη στη Λουιζιάνα για προδοσία και διαβιβάστηκε στην Βιρτζίνια για να δικαστεί σε δικαστήριο των ΗΠΑ. Τον Σεπτέμβριο, αθωώθηκε σε μια τεχνική λεπτομέρεια. Παρ` όλα αυτά, η κοινή γνώμη τον καταδίκασε ως προδότη και κατέφυγε στην Ευρώπη.

Αργότερα επέστρεψε στην ιδιωτική ζωή στη Νέα Υόρκη, με τις κατηγορίες για φόνο εναντίον του να έχουν ξεχαστεί. Πέθανε το 1836.