2015, annus horribilis για τη Γερμανία;…

Μετά το σκάνδαλο Volkswagen, που έφερε στην επιφάνεια ορισμένες δομές του γερμανικού κρατικοδίαιτου καπιταλισμού και του οποίου το κόστος είναι ακόμα νωρίς να αποτιμήσουμε, η γερμανική οικονομία δέχεται ένα δεύτερο πλήγμα: το μεγαθήριο Deutsche Bank (DB) προανήγγειλε την περασμένη Τετάρτη απώλειες-ρεκόρ 6,2 δις ευρώ για το τρίτο τρίμηνο του 2015. Αυτή η πτώση θα φέρει πιθανότατα μηδενισμό του μερίσματος προς τους μετόχους και κατάργηση δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας.
Αυτή η ανακοίνωση ήταν αρκετά αναμενόμενη σε όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις στο χρηματοπιστωτικό τομέα, όμως προκάλεσε σοκ στη γερμανική κοινή γνώμη. Η διοίκηση της DB, η οποία πριν την κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008 είχε κάνει υπερβολικά μεγάλα ανοίγματα σε επισφαλή χρηματοοικονομικά παράγωγα, δεν έλαβε εγκαίρως τα μέτρα της για να προσαρμοσθεί στη νέα, κατά πολύ σφιχτότερη, ρύθμιση των κινδύνων με την αύξηση των ίδιων εποπτικών κεφαλαίων και των προβλέψεων έναντι ανείσπρακτων οφειλών, με αποτέλεσμα τώρα να χρειάζεται να βρει άμεσα 5,8 δις € μέσω ανακεφαλαιοποίησης συν 1,2 δις € για προβλέψεις. Η DB επαναπαύτηκε και δεν διείδε την αλλαγή στάσης της ΕΚΤ στο νέο της ρόλο ως οργάνου εποπτείας των συστημικά σημαντικών τραπεζών της ευρωζώνης: η ΕΚΤ επέβαλε αυστηρές προφυλακτικές ρυθμίσεις για να μην επαναληφθεί η κατάρρευση της αγοράς των παραγώγων αρχικά και κατόπιν των μετοχών και συμπαρασυρθεί ξανά η Ευρώπη στη δίνη μιας νέας απότομης ύφεσης. Σ’ αυτήν την έλλειψη προσαρμοστικότητας απέναντι σε ένα ταχύτατα μεταβαλλόμενο διεθνές ρυθμιστικό περιβάλλον έρχεται να προστεθεί το αυξανόμενο κόστος μιας σειράς σκανδάλων στα οποία εμπλέκεται η DB: χειραγώγηση του διατραπεζικού επιτοκίου Libor καθώς και της αγοράς μεταλλευμάτων και συναλλάγματος, πιθανό ξέπλυμα μαύρου χρήματος στη Ρωσία.
Το πρόβλημα της DB δεν είναι μόνο η υπερβολική λήψη κινδύνων με την επίγνωση της κάλυψής τους από τους φορολογούμενους (αυτό που ονομάζουμε «ηθικός κίνδυνος»), αλλά βαθύτερα, μια κουλτούρα ατιμωρησίας και παντοδυναμίας. Η επιθυμία των διοικήσεων της DB, με την ασυγχώρητη ανοχή των γερμανικών εποπτικών αρχών, να ανταγωνιστούν τις μεγάλες αγγλοσαξωνικές επενδυτικές τράπεζες, διατηρώντας όμως και τις εμπορικές δραστηριότητες λιανικής τραπεζικής προς τους ιδιώτες, γέννησε ένα περιβάλλον χωρίς σαφή δομική διάκριση μεταξύ των αποταμιευτικών και δανειστικών, από τη μία μεριά, και των επενδυτικών δραστηριοτήτων (ουσιαστικά των στοιχημάτων), από την άλλη.
Η πτώση της DB έρχεται σε μια δύσκολη συγκυρία για τη Γερμανία: μία μόλις μέρα μετά τις ανακοινώσεις της τράπεζας, τα τέσσερα μεγάλα γερμανικά οικονομικά ινστιτούτα προέβλεψαν μια επιβράδυνση της οικονομίας για το αμέσως επόμενο διάστημα, κυρίως λόγω της μείωσης των εξαγωγών προς την Κίνα, η οποία διάγει μια δύσκολη μεταβατική περίοδο προσαρμογής της οικονομίας της σε ένα νέο μοντέλο που βασίζεται περισσότερο στην εγχώρια ζήτηση παρά στις εξαγωγές. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι ο Όμιλος Volkswagen αντιπροσωπεύει από μόνος του το 18% των γερμανικών εξαγωγών βιομηχανικών προϊόντων για να είναι δύσπιστος απέναντι στο μέλλον.
Η γερμανική οικονομία παραμένει η ατμομηχανή της Ευρώπης και δε θα κυλήσει σε ύφεση. Όμως η ανάπτυξη επιβραδύνεται σημαντικά και ορισμένες εμβληματικές γερμανικές πολυεθνικές εταιρείες δέχονται αλλεπάλληλα πλήγματα. Η τραγική ειρωνεία είναι πως η οικονομική στήριξη των προσφύγων που συρρέουν μαζικά στη Γερμανία είναι πιθανό να αναζωογονήσει την οικονομία σ’ αυτήν τη δύσκολη συγκυρία, παρά τις εθνικιστικές κραυγές απομονωτισμού. Σύμφωνα με τα οικονομικά ινστιτούτα, μπορούμε να υπολογίζουμε στην εισροή μέχρι και 2,4 εκατομμυρίων προσφύγων στη Γερμανία μέχρι το 2017, για την οποία θα χρειαστεί να δαπανηθούν 36 δις ευρώ. Αν δεν προβλεφθεί ισόποση αύξηση εσόδων – η οποία δε χρειάζεται διότι ο προϋπολογισμός είναι πλεονασματικός – αυτή η στήριξη των προσφύγων θα τονώσει την οικονομική δραστηριότητα κατά περίπου 0,25% του ΑΕΠ. Ο Κέυνς δε θα μπορούσε να είχε φανταστεί ότι η μεγαλύτερη ανθρωπιστική κρίση μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο θα έδινε την αφορμή να βάλουν την οικονομική του συνταγή μέσα από το παράθυρο οι ίδιοι άνθρωποι που την έβγαλαν έξω από την πόρτα.