Άραγε το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα θα μας έκανε ευτυχισμένους και ελεύθερους;…

Του Michael Gibson*… Μπορεί να υπάρξει μια εποχή, ίσως σύντομα, όπου τα ρομπότ θα πάρουν τις δουλειές μας. Όλες τους. Για το μεγαλύτερο ποσοστό της κοινής γνώμης, το ερώτημα δεν είναι αν, αλλά πόσες δουλειές θα πάρουν, και πόσο σύντομα. Οι συνηθισμένοι τρόποι ζωής θα εξασθενήσουν καθώς ολόκληρες θέσεις εργασίας –δικηγόροι, γιατροί, πιλότοι- εξαφανίζονται εντελώς. «Ακόμα και σε μια καλοήθη κατάσταση», είπε πρόσφατα ο Elon Musk στην Code Conference, «θα μετατραπούμε σε γάτες του σπιτιού». Δεν είναι και το τέλος του κόσμου για εμάς, επακριβώς –μας ταΐζουν, μας χαϊδεύουν, μας αφήνουν να μπαινοβγαίνουμε, μας καθαρίζουν την άμμο- αλλά δεν θα προσφέραμε πραγματικά μεγάλη αξία στον κόσμο.

Δεν χρειάζεται να πάμε στη Χρυσή Εποχή των Απολύσεων πριν αντιμετωπίσουμε άλλα ενοχλητικά προβλήματα. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, έχουμε δει να αποσυνδέεται η αύξηση των μισθών από την ανάπτυξη της οικονομίας γενικότερα. Συνήθως, όταν η πίτα μεγάλωνε, τόσο μεγάλωναν και τα κομμάτια του καθενός. Αλλά η πρόσφατη ιστορία δεν υπήρξε τόσο δίκαιη: οι ίδιες, παλιές ζύμες για κάποιους, αλλά ολοένα και περισσότερη γέμιση φρούτων για τους πιο χοντρούς.

Κατά συνέπεια, κάποιοι επιχειρησιακοί κεφαλαιοκράτες έχουν γίνει επιχειρησιακοί σοσιαλιστές. Έχουν την προσδοκία ότι η Εποχή των Απολύσεων συμπίπτει με την Εποχή της Αφθονίας. Όταν τα ρομπότ καταστήσουν τους πάντες άνεργους, τα έθνη θα γίνουν τόσο πλούσια ώστε να πληρώνουν κάθε πολίτη για να μην κάνει τίποτα άλλο πέρα από το να ζει το όνειρο του Καρλ Μαρξ, δηλαδή να ψαρεύει τα απογεύματα και να ασχολείται με την ποιητική κριτική τις νύχτες. Ανησυχώντας για αυτή την προοπτική, ο πρόεδρος της YCombinator Sam Altman, ξεκινά ένα ερευνητικό πρόγραμμα ώστε να εξετάσει αυτό το ζήτημα. Αυτός ο επιταχυντής επιχειρήσεων σχεδιάζει να ξεκινήσει μια πιλοτική δοκιμή που εξασφαλίζει εισόδημα σε έναν μικρό αριθμό ανθρώπων στο Oakland. Ο Altman προσδοκεί ότι τα χρήματα «θα δώσουν στους ανθρώπους την ελευθερία να επιδιώξουν περαιτέρω σπουδές ή εκπαίδευση, να βρουν ή να δημιουργήσουν μια καλύτερη δουλειά, και να κάνουν σχέδια για το μέλλον».

Αντιτιθέμενοι σε άλλα θέματα, μια χορεία από ερευνητές και συγγραφείς, είτε αριστεροί είτε δεξιοί, έχουν συγκεντρωθεί τώρα σε έναν λόφο σαν να είναι σε διαφήμιση της Κόκα Κόλα ώστε να υμνήσουν με κατάνυξη το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα. Ο Erik Brynjolfsson, καθηγητής στο MIT και συγγραφέας του The Second Machine Age, προβλέπει τον ερχομό μιας «ψηφιακής Αθήνας» όπου θα έχουμε την ελευθερία να κάνουμε φιλοσοφικές συζητήσεις και να εξασκούμαστε στη ζωγραφική καθώς τα εργατικά ρομπότ θα κάνουν τα πάντα που χρειαζόμαστε εμείς οι ανειδίκευτοι. Ο Charles Murray, φιλελεύθερος κοινωνικός επιστήμονας, έγραψε στη Wall Street Journal ότι ένα ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα θα οδηγούσε στην αναγέννηση της πολιτικής αρετής, μια «αποκατάσταση, σε βαθμό χωρίς προηγούμενο, μιας μεγάλης Αμερικανικής παράδοσης εθελοντικών προσπαθειών για την ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών».

Και στην αριστερά, ένας προοδευτικός Ολλανδός συγγραφέας, ο Rutger Bregman, έχει γράψει ένα bestseller στην Ολλανδία που αποκτά τώρα φήμη σε όλον τον κόσμο –Utopia for Realists. Το βιβλίο υπερασπίζεται το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, τα ανοιχτά σύνορα, και την εργασία των 15 ωρών την εβδομάδα. Η Φινλανδική κυβέρνηση –απλά για να δει τι θα γίνει- δοκιμάζει ένα πιλοτικό πρόγραμμα στο οποίο 10.000 ενήλικες τυχαία επιλεγμένοι θα έχουν 550€ το μήνα χωρίς φόρο για δύο χρόνια.

Οπότε κάπως έτσι είναι τα πράγματα. Άραγε έχει έρθει η ώρα για μια τέτοια ιδέα και στην Αμερική; Αν τα ρομπότ κάνουν τα πάντα καλύτερα από εμάς, θα μας προσφέρει αρκετή παρηγοριά μια εβδομαδιαία πληρωμή στο Venmo μας από την κυβέρνηση;

Δεν το πιστεύω αυτό για αρκετούς λόγους, τους οποίους θα σκιαγραφήσω εδώ πριν αναφερθώ στη μεγαλύτερη δυσκολία. Εν συντομία, θα χρεοκοπούσε τη χώρα. Δεν είμαστε αρκετά πλούσιοι ακόμα. Δεύτερον, θα ήταν πολύ δύσκολο να πάμε από αυτό το στάδιο σε εκείνο χωρίς να συρθούμε σε πολλά από τα κακοσχεδιασμένα, περίπλοκα προγράμματα που είναι σχεδιασμένο ένα απλό ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα να αντικαταστήσει. Η ιδέα αυτή, επίσης, εγείρει ανησυχητικά ερωτήματα για τη μετανάστευση, τα κράτη, και τους ανθρώπους που θα επωφελούνταν της υπηκοότητας. Όσο πιο ισχυρές είναι οι κοινωνικές υπηρεσίες, τόσο πιο εχθρικά γίνονται τα έθνη απέναντι στο μοίρασμα των υπηρεσιών τους με αγνώστους και νεοεισερχόμενους.

Αλλά θέλω να αφήσω στην άκρη τις εναλλακτικές και τα αντεπιχειρήματα σχετικά με τον βαθμό στο οποίο είναι εφικτό κάτι τέτοιο, και να επικεντρωθώ αντίθετα σε μία συγκεκριμένη αδυναμία του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος: η παροχή χρημάτων για το τίποτα θα κάνει λίγους ευτυχισμένους και θα εμποδίσει την ανάπτυξη του ανθρώπινου είδους. Πολλοί υποστηρικτές, ιδιαίτερα οι φουτουριστές, προβαίνουν σε λανθασμένες εκτιμήσεις ως προς το τι κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους. Η αλήθεια είναι ότι πολλοί άνθρωποι προτιμούν την εργασία από την ξεκούραση, ακόμα και αν έχουν χρήματα. Δεν θέλουν να είναι καλομαθημένες γάτες ή παιδιά με γενναιόδωρο χαρτζιλίκι. Η αντικατάσταση της σημαντικής εργασίας με τις επιταγές για όλους θα δημιουργήσει ανία σε ένα χάσμα όπου πολλοί βρίσκουν τον σκοπό τους και χαίρονται.

Ποια είναι τα αποδεικτικά στοιχεία; Ξεκινούν με έμμεσες, αλλά παρόμοιες ιδέες. Ας κάνουμε μια παρέκβαση.

Ο Ruut Veenhoven, επιφανής Ολλανδός κοινωνιολόγος, έχει διεξάγει έρευνα όπου συγκρίνει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι τη ζωή τους σε διαφορετικά κοινωνικά συστήματα. «Αντίθετα με τις προσδοκίες», γράφει, «φαίνεται ότι δεν υπάρχει κάποια σύνδεση ανάμεσα στο μέγεθος του κράτους πρόνοιας και το επίπεδο ευημερίας μέσα σε αυτό. Σε χώρες με γενναιόδωρα προγράμματα κοινωνικής ασφάλισης, οι άνθρωποι δεν είναι υγιέστεροι ή πιο ευτυχισμένοι από όσο σε άλλες, εξίσου πλούσιες χώρες όπου το κράτος είναι λιγότερο γενναιόδωρο».

Τι συμβαίνει με τους ανθρώπους που παίρνουν πολλά χρήματα από την κυβέρνηση και δεν ζουν με το στίγμα ότι τους θρέφει η πρόνοια;

Μια κλασική, και ομολογουμένως παλιά, μελέτη του 1978 στην κοινωνική ψυχολογία εξέτασε τρεις ομάδες –νικητές στο λόττο, μια ομάδα ελέγχου, και ανάπηρα θύματα δυστυχημάτων- σχετικά με το πώς νιώθουν σε σχέση με τη ζωή τους. Η έρευνα δείχνει ότι οι νικητές στο λόττο δεν ήταν πιο ευτυχισμένοι από την ομάδα ελέγχου. Οι έρευνες αποκάλυψαν, επίσης, ότι οι νικητές στο λόττο δεν εκτιμούσαν τις απλές απολαύσεις της καθημερινής τους ζωής τόσο όσο οι τετραπληγικοί και οι παραπληγικοί. Και ενώ συνολικά η ευτυχία τους ήταν σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με τα θύματα των δυστυχημάτων, η διαφορά δεν ήταν μεγάλη. (Μια Ολλανδική έρευνα του 2008 έφτασε σε παρόμοια συμπεράσματα.) Το μάννα εξ ουρανού –δεδομένο, αλλά όχι κερδισμένο- δεν οδηγεί στην ικανοποίηση.

Πολύ πιο ανεπίσημα, καταλήγουμε στη βαθιά σοφία του P. Diddy, “Mo’ money, mo’ problems” («Περισσότερα λεφτά, περισσότερα προβλήματα»). Η νίκη στο λόττο μπορεί να επιταχύνει την καταστροφή. Ένας χειριστής ανυψωτών ονόματι Mark Metcalf κέρδισε 34 εκατομμύρια δολάρια στο λόττο. Έπρεπε να μοιραστεί τα μισά από αυτά με την εν διαστάσει σύζυγό του. Παραιτήθηκε από τη δουλειά του, αγόρασε μια περιουσία 174.000 τετραγωνικών μέτρων, απόλαυσε την καλοπέρασή του, συνέλεξε αμάξια-αντίκες και συγκέντρωσε μερικά άλογα. Μέσα σε τρία χρόνια, αυτός και η εν διαστάσει σύζυγός του πέθαναν από επιπλοκές λόγω αλκοολισμού και ναρκωτικών. Η πρώτη σύζυγος του Metcalf είπε σε έναν δημοσιογράφο της New York Times, «αν δεν είχε κερδίσει, θα δούλευε όπως οι υπόλοιποι και μπορεί να του είχαν μείνει 20 χρόνια. Αλλά όταν βάζεις αυτά τα λεφτά στα χέρια κάποιου που έχει προβλήματα, τον βοηθούν απλά να αυτοκτονήσει».

Αυτού του είδους η ιστορία έχει γίνει ξεχωριστό θέμα άρθρων, ακόμα και με λίστες –“Nineteen Lottery Winners Who Blew It All”. Και μια μελέτη εντόπισε ότι η νίκη στο λόττο δεν καθιστά υγιέστερους τους ίδιους τους νικητές ή τα παιδιά τους.

Κατά κύριο λόγο, όμως, αυτή η κατρακύλα σπανίζει στους νικητές του λόττο που έχουν καλοπληρωμένες δουλειές. Το κέρδος για αυτούς σημαίνει να κάνουν ακόμα περισσότερο αυτό που αγαπούν –να δουλεύουν. Μια μελέτη του 2004 βρήκε ότι το 85,5% των Αμερικανών συνέχιζε να δουλεύει, πολλοί από αυτούς, μάλιστα, στην ίδια δουλειά με πριν∙ μια έρευνα του 2009 έδειξε ότι το 62% των Σουηδών νικητών συνέχιζε να δουλεύει. Δεν θα ήταν καλύτερα αν τα ρομπότ έπαιρναν τις δουλειές τους, ενώ αυτοί θα έπαιρναν επιταγές και θα ξεκουράζονταν, αφού πλέον ξέρουμε την προτίμησή τους, ακόμα και όταν περιμένουν έναν χείμαρρο εγγυημένου εισοδήματος.

Ομολογουμένως, τα κέρδη από το λόττο αντιπροσωπεύουν περισσότερα χρήματα από όσα συνιστά η τυπική πρόταση ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Και μερικές φορές, οι νικητές παίρνουν ένα εφάπαξ ποσό αντί για ένα 20ετές πρόγραμμα πληρωμών. Αλλά πώς τα περισσότερα χρήματα μπορούν να είναι χειρότερα; Θα ήταν παράξενο αν οι άνθρωποι ήταν πιο χαρούμενοι παίρνοντας λίγα χρήματα αντί για πολλά. Ο φαύλος κύκλος της ηδονής μας κρατά σε εγρήγορση.

Ο αγώνας των πλουσίων

Από το 1950, η Αμερικανική οικονομία έχει αναπτυχθεί αρκετά. Τώρα, σίγουρα, δεν ανάψαμε εμείς τη φωτιά, αλλά είμαστε πολύ πλουσιότεροι από παλιότερα. Και όμως! Ο αριθμός των ωρών εργασίας ανά άτομο έχει αυξηθεί από τότε. Αυτό φανερώνει ένα πάζλ: γιατί η τεχνολογική πρόοδος και η οικονομική ανάπτυξη δεν μείωσαν τις ώρες εργασίας ανά εβδομάδα; Ο οικονομολόγος John Maynard Keynes έγραψε ένα δοκίμιο το 1931 όπου έκανε προβλέψεις για τον αιώνα που θα ακολουθούσε. Είχε τίτλο “Economic Possibilities for Our Grandchildren”. Μέσα στην εποχή της κρίσης του 1929, έγραψε ότι η τεχνολογία προχωρούσε τόσο γρήγορα, ώστε, χάρη στον αυτοματισμό, θα εργαζόμαστε πλέον εμείς –η γενιά των εγγονών του- ένα 15ωρο την εβδομάδα και στις ώρες εκτός δουλειάς θα μπορούσαμε πια να αντιμετωπίσουμε το «αιώνιο πρόβλημα» του πώς θα χρησιμοποιήσουμε την ελευθερία μας και θα αξιοποιήσουμε τον ελεύθερό μας χρόνο.

Αλλά ο Κέυνς έκανε πέρα για πέρα λανθασμένες εκτιμήσεις. Αν και έχουμε γίνει πλουσιότεροι και διαθέτουμε συσκευές που μας βοηθούν να μην μοχθούμε τόσο, δεν δουλεύουμε λιγότερο από όσο δουλεύαμε το 1950. Όπως και οι σύγχρονοι υποστηρικτές του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, ο Κέυνς οραματιζόταν ένα μέλλον στο οποίο θα ζούσαμε τη ζωή ενός αριστοκράτη του Κέμπριτζ, συζητώντας για φιλοσοφία με τη συνοδεία μπύρας και κάνοντας κωπηλασία στον ποταμό Καμ. Αλλά το αντίθετο φαίνεται να συμβαίνει, ιδιαίτερα για αυτούς που βγάζουν χρήματα και είναι στο 1% των υψηλόμισθων. Αντίθετα με τις προσδοκίες του Κέυνς, όσο πιο μεγάλοι είναι οι μισθοί, οι άνθρωποι δεν εργάζονται λιγότερες ώρες∙ δουλεύουν περισσότερες. «Ένα από τα βασικότερα μαθήματα σε σχέση με τα οικονομικά δεδομένα» είπε σε πρόσφατη ομιλία του ο οικονομολόγος Tyler Cowen «είναι ότι πραγματικά αρέσει στους ανθρώπους να εργάζονται».

Σκεφτείτε τα ζώα στον ζωολογικό κήπο, τα οποία δεν έχουν να φοβηθούν ούτε την πείνα, ούτε τους βίαιους φυσικούς εχθρούς τους: πολλά από αυτά έχουν συντομότερη διάρκεια ζωής από τους φίλους τους στην άγρια φύση. Για αυτό τον λόγο, ίσως, ο Musk δεν είναι ικανοποιημένος με τον ρόλο του ως γάτα του σπιτιού.

Οι άνθρωποι χρειάζονται διεγερτικές εμπειρίες. Χρειάζεται να βρίσκονται σε εγρήγορση και τα ρίσκα πρέπει να είναι σοβαρά και αληθινά. Έχουν την ανάγκη να εξασκούν τα σώματα και τους εγκεφάλους τους σε δύσκολες εργασίες που παράγουν σημαντικό, ξεχωριστό αποτέλεσμα για κάτι σπουδαιότερο από τους ίδιους, κάτι που αξίζει. Φαίνεται πως αυτό σημαίνει να είμαστε πλήρως άνθρωποι. Μόνο οι πληρωμές από το Venmo δεν αρκούν. Ο Βιεννέζος ψυχίατρος Victor Frankl έγραψε για το πώς επιβίωσε από ένα ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης στην αυτοβιογραφία του Man’s Search for Meaning. Δεν ήταν ο στωικός ησυχασμός αυτό που τον βοήθησε να επιβιώσει. Ήταν η σημαντική δουλειά:

«Την τέταρτη μέρα στους κοιτώνες των αρρώστων, είχα μόλις προστεθεί στην νυχτερινή βάρδια όταν ο κύριος γιατρός μπήκε μέσα βιαστικά και μου ζήτησε να προσφέρω εθελοντικά τις ιατρικές υπηρεσίες μου σε ένα άλλο στρατόπεδο που περιελάμβανε αρρώστους με τύφο. Αντίθετα με τις επιτακτικές συμβουλές των φίλων μου (και παρά το γεγονός ότι σχεδόν κανένας από τους συναδέλφους μου δεν προσέφερε τις υπηρεσίες του), αποφάσισα να συμμετάσχω εθελοντικά. Ήξερα ότι δουλεύοντας σε κάτι τέτοιο θα πέθαινα σύντομα. Αν έπρεπε να πεθάνω εκεί, όμως, τουλάχιστον ας υπήρχε κάποιο νόημα στον θάνατό μου. Σκέφτηκα ότι θα έβγαζε πολύ περισσότερο νόημα να προσπαθήσω να βοηθήσω τους συντρόφους μου ως γιατρός, παρά να φυτοζωώ ή να χάσω τελικά τη ζωή μου ως ο αντιπαραγωγικός εργάτης που ήμουν τότε».

Τα χρήματα για το τίποτα μας απειλούν ισοπεδώνοντας συστηματικά τον σκοπό μας. Μπορεί οι άνθρωποι να μην λιμοκτονούν, αλλά θα νιώθουν άχρηστοι. Ίσως η κυβέρνηση –ή όποιος κατέχει τα ρομπότ- θα χρειαστεί να προωθήσει το μεγαλύτερο σχέδιο απασχόλησης στην ιστορία, όπως η κατασκευή πυραμίδων όπου τα ρομπότ βλέπουν τους ανθρώπους να τοποθετούν τις πέτρες αδέξια και πιο αργά. Ή, ίσως, αν όλοι μας είμαστε συνδεδεμένοι με Oculus Rifts, η εικονική πραγματικότητα να μπορεί να θέσει τη δυσπιστία στην άκρη για όσο είναι δυνατόν να δημιουργηθεί μια αίσθηση επιτυχίας. Εν τούτοις, τα ρομπότ δεν έχουν πάρει όλες τις θέσεις εργασίας …όπως και αν έχουν τα πράγματα, οι υπέρμαχοι έχουν εντοπίσει ένα πρόβλημα, αλλά πρέπει να παραδεχτούν ότι το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα από μόνο του δεν αποτελεί λύση.

*Ο Michael Gibson είναι συνιδρυτής και γενικός συνεργάτης στην 1517 Fund, η οποία επενδύει σε νεοσύστατες εταιρείες των οποίων ηγούνται νεαροί ιδρυτές.
fee.org