Bauhaus- Όταν η ιδέα γίνεται πράξη

Ιστορία και χαρακτήρας

Το Bauhaus υπήρξε μία από τις πλέον σημαντικές σχολές τέχνης του 20ου αιώνα, με τεράστια επιρροή σε πολλαπλούς τομείς, έξω απ’ αυτό που οι περισσότεροι αντιλαμβάνονται ως  “τέχνη”, καθώς εμβάθυνε σε νέες μεθόδους εκπαίδευσης στην τέχνη και στην σχέσης της με την κοινωνία και την επιστήμη. Ακριβώς γι’ αυτό είχε τρομερή επίδραση τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ και μάλιστα πολύ καιρό μετά από το κλείσιμό του. Δημιουργήθηκε στο μεταίχμιο του περάσματος από τον 19ο στον 20ο αιώνα, ως “Κίνημα  Καλών και Εφαρμοσμένων Τεχνών” (“Arts and Crafts movement”), και είχε σκοπό όχι μόνο να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ καλών και εφαρμοσμένων τεχνών αλλά και να “επανενώσει” δημιουργικότητα και κατασκευή, γι’ αυτό ακριβώς και η αρχική ιδεολογική τοποθέτηση της σχολής ήταν μια αντανάκλαση των μεσαιωνικο-αναγεννησιακών καλλιτεχνικών εργαστηρίων, όπου παρέα με την ζωγραφική, γλυπτική και αρχιτεκτονική παραγωγή μελετούνταν η αστρονομία,τα μαθηματικά κι η γεωμετρία, οι αρχαίες γλώσσες, η ιατρική (- αρκεί κανείς να σκεφθεί έναν Λεονάρντο ντα Βίντσι για να καταλάβει τα λεγόμενα.)

Από τα μισά του 1920 όμως το βασικό μέλημα της σχολής ήταν η σχέση και ένωση των τομέων των τεχνών και του βιομηχανικού σχεδίου- κατασκευής , και γι’ αυτό ακριβώς το Bauhaus μαζί με το κίνημα της Ρωσικής Πρωτοπορίας (που θα δούμε σ’ ένα  επόμενο άρθρο) είναι τα δύο μεγάλα κινήματα που, από εκείνη την εποχή έως και σήμερα, επηρέασαν άμεσα και βαθιά το κοινωνικο-πολιτιστικό περιβάλλον όλου του κόσμου- κι αυτό δεν είναι καθόλου υπερβολή. Βέβαια η σχολή έγινε περισσότερο γνωστή στο ευρύ κοινό λόγω των καλλιτεχνών και επιστημόνων απ’ όλη την Ευρώπη που την επάνδρωσαν: ζωγράφων-γλυπτών-χορογράφων, όπως Wassily Kandinsky ( Βασίλι Καντίνσκυ), Josef Albers ( Τζοζεφ Άλμπερς), Laszlo Moholy-Nagy ( Λάζλο Μοχόλυ-Νάγκυ), Paul Klee ( Πωλ Κλέε), Lyonel Feininger ( Λάιονελ Φέννιγκερ), Johannes Itten ( Γιοαχάνες Ίττεν) και Oskar Schlemmer ( Όσκαρ Σλέμμερ), αρχιτεκτόνων όπως ο Walter Gropius( Βάλτερ Γκρόπιους) και ο Ludwig Mies  van der Rohe (Λούντβιχ Μινς φαν ντε Ρόε) και ο  σχεδιαστής Marcel Breuer ( Μαρσέλ Μπουέρ), ήδη διάσημοι, άλλοι πρωταγωνιστές του εξπρεσσιονισμού κι άλλοι της ομάδας “Ο Γαλάζιος Καβαλάρης” ( “Der Blaue Reiter”).

-το Bauhaus μαζί με το κίνημα της Ρωσικής Πρωτοπορίας είναι τα δύο μεγάλα κινήματα που, από εκείνη την εποχή έως και σήμερα, επηρέασαν άμεσα και βαθιά το κοινωνικο-πολιτιστικό περιβάλλον όλου του κόσμου

Ιδέες- κλειδιά που χαρακτήριζαν την σχολή

Ο 19ος αιώνας ήταν το μέτωπο μιας άλλης αντίθεσης, εκτός από τις γνωστές ιστορικο-πολιτικές ανακατατάξεις, της αντίθεσης μεταξύ του παλαιού χαρακτήρα που αποδιδόταν στην τέχνη, καθηλωμένη στην μη-λειτουργικότητα της αισθητικής και στην “κατανάλωσή” της από μία θνήσκουσα κοινωνική πραγματικότητα, η οποία εντρυφούσε αργά σ’ έναν κόσμο που άλλαζε με ταχύτατους ρυθμούς. Η δημιουργικότητα και η κατασκευή ήταν δύο διαφορετικά πράγματα. Το  Bauhaus έβαλε σαν στόχο του να ενώσει σε μια δημιουργικο-παραγωγική πραγματικότητα την τέχνη και τις “κατασκευές”, τροφοδοτώντας έτσι με νέα ζωή την καθημερινότητα  (κάπως  έτσι προέκυψε κι ο όρος “εφαρμοσμένες τέχνες”).

Αναγκαστικά -ευτυχώς – το Bauhaus εγκατέλειψε τις παλαιές μεθόδους εκπαίδευσης, τις γνωστές στις τότε ακαδημίες τέχνης , θεσπίζοντας έναν κώδικα ιδεολογικών και θεωρητικών στόχων, που δήλωνε την φιλοσοφική τοποθέτηση πίσω από την αναζήτηση του τρόπου για την “διαφορετική” πρακτική τους υλοποίηση.

Οι “καλές τέχνες” και η “κατασκευή-εφαρμογή” ενοποιήθηκαν  σαν στόχοι, προκειμένου να αντιμετωπίσουν το μεγάλο θέμα της αναδυόμενης βιομηχανικής κοινωνίας. Κι επειδή οι ιδέες έχουν μεγαλύτερη πρακτική δύναμη απ’ ότι συνήθως φανταζόμαστε, το Bauhaus στην πράξη αναβίβασε τις “εφαρμοσμένες τέχνες” στο ίδιο επίπεδο με τις κλασσικές “καλές τέχνες”, αλλάζοντας έτσι όχι μόνο την  ιεράρχηση των αξιών στην τέχνη, αλλά και  προετοιμάζοντας τον δρόμο για τις νέες ιδέες που θα γεννούσαν την αισθητική πραγματικότητα και την τέχνη του 20ου και 21ου αιώνα (γιατί η “πραγματικότητα” που ζούμε έχει πάντα μια αισθητική που την καθορίζει, και… για να δώσουμε ένα παράδειγμα: αν ο Σωκράτης ζούσε σ’ ένα διαμέρισμα κάπου στο Μετς και φορούσε κουστούμι, πολλά απ’ αυτά που είπε ενδεχομένως δεν θα είχαν λεχθεί ποτέ. Τουλάχιστον αυτό μπορούμε να συναγάγουμε απ’ τον τρόπο που η νευροβιολογία λέει ότι ο ανθρώπινη συμπεριφορά λειτουργεί).

Επίσης ( κι αυτό έως και σήμερα παραμένει απόλυτα “πρωτοποριακό”) η μέθοδος εκπαίδευσης στις τέχνες άλλαξε ριζικά, παράγοντας επαναστατικές ιδέες, τρόπους και τόπους έρευνας, ενώ διαμόρφωσε νέα κριτήρια και όρους , τα οποία σήμερα “αυτονόητα” χρησιμοποιούμε : η αντίληψη των “καλών τεχνών” (“fine arts”) σαν “εικαστικές τέχνες”  ( γιατί στα ελληνικά ο όρος “οπτικές τέχνες”- “visual arts” είναι ανύπαρκτος – κι ας ήταν αυτός που οδήγησε στο concept  του  “audio-visual arts” = οπτικοακουστκές τέχνες), ενώ η τέχνη αυτή καθαυτή διαχωρίστηκε από τις λεγόμενες θεωρητικές τέχνες – όπως η λογοτεχνία ή η ιστορία τέχνης- και άρχισε να αντιμετωπίζεται σαν ένα είδος έρευνας, συναφές με την επιστήμη. (Εδώ, βέβαια, θα ήθελα να θίξω το μεγάλο θέμα του ότι η λέξη “τέχνη”,  ειδικά στα ελληνικά, έχει αφ’ εαυτού τον χαρακτήρα και την ποιότητα του “εφαρμοσμένου”).

Στιγμές- σταθμοί

Το Bauhaus αρχικά ιδρύθηκε το  1919 στην Βαϊμάρη από τον αρχιτέκτονα Walter Gropius, ο οποίος και το οραματίστηκε σαν το “όλον” των τεχνών, ενώνοντας σ’ έναν ιδεατό χώρο τις λεγόμενες “καλές τέχνες”, το βιομηχανικό σχέδιο, την γραφιστική, την τυπογραφία,την διακοσμητική και την αρχιτεκτονική. Αυτή η αντίληψη ακριβώς εκφράζεται και από την ίδια την λέξη, καθώς “Bauhaus” προέρχεται από το Bau=κτίζω και το haus= σπίτι.

Ο  Gropius  σχεδίασε  την εκπαιδευτική σχολή σαν ένα κυκλικό διάγραμμα , με τον εξωτερικό δακτύλιο να αναπαριστά το “vorkurs”, ένα εξάμηνο προκαταρκτικό σεμινάριο επικεντρωμένο σε μια πρακτική ανάλυσης , ιδιαίτερα των ιδιοτήτων της φόρμας, του χρώματος και των στοιχείων, υπό την διεύθυνση του  Johannes Itten. Οι δύο μεσαίοι δακτύλιοι αναπαριστούσαν δύο διετείς κύκλους σπουδών το “formlehre”, επικεντρωμένο στα θέματα σχετικά με την “φόρμα”( μορφή) και το werklehre, που επικεντρωνόταν στο εργαστηριακό επίπεδο και την ανάπτυξη των τεχνικών ικανοτήτων. Στο κέντρο υπήρχαν κύκλοι μαθημάτων ειδικά για τον σχεδιασμό και  την  κατασκευή κτηρίων με σκοπό να στρέψουν το ενδιαφέρον των φοιτητών στην αναζήτηση λειτουργικών λύσεων μέσα από την βιομηχανική και τεχνολογική παραγωγή, δίνοντας όμως προβάδισμα στην δημιουργική ικανότητα του ανθρώπινου όντος, απόχρωση που , μέσα την εξέλιξη της τεχνολογικής επανάστασης ίσως χάθηκε. Όλα αυτά δεμένα στον ιστό μιας “άλλης” αντίληψης για την εκπαίδευση, που εστίαζε στην συλλογική δημιουργία κι όχι στον ανταγωνισμό, εντάσσοντας την ατομική  ευφυΐα και δημιουργικότητα σε μια συλλογική προσπάθεια για την πραγμάτωση ομαδικών στόχων.

Οι άνθρωποι που δημιούργησαν αυτό το εκπαιδευτικό πρόγραμμα, όπως είπαμε,  ήταν καινοτόμοι και  ιδιοφυείς- καλλιτέχνες και επιστήμονες. Ο Itten ήταν ο βασικός εμπνευστής του αρχικού Vorkurs και κυρίως εξαιτίας του υπήρξε μια τάση ιδεαλιστικής ταύτισης με την ιδέα της “χειρωνακτικής” τέχνης, ενώ οι ιδέες του Gropius στρεφόταν προς την οπτική της λειτουργικότητας μέσα στην νέα κοινωνικο-πολιτιστική πραγματικότητα. Αυτή η αντίθεση έφτασε τέλος σε μια ρήξη κι έτσι ο  Itten έφυγε και την θέση του πήρε ο  Laszlo Moholy-Nagy,  ο οποίος και αναμόρφωσε το vorkurs σ’ ένα πρόγραμμα που αγκάλιαζε ό,τι πιο σύγχρονο στην τεχνική και τεχνολογία και επέκτεινε την λειτουργικότητά του στην κοινωνική πραγματικότητα.tiΤο 1925, το Bauhaus μετακόμισε στην βιομηχανική πόλη του  Dessau, δίνοντας έναρξη στην πλέον δημιουργική του περίοδο. Αυτή η “αρχή” σηματοδοτήθηκε από το νέο κτήριο που σχεδίασε ο Gropius, το οποίο και παραμένει ως σύμβολο της μοντέρνας αρχιτεκτονικής και της τάσης για την λειτουργικότητα. Εδώ πλέον δημιουργείται ένα πραγματικό παράρτημα σπουδών αρχιτεκτονικής, επιστρέφοντας έτσι στην ιδέα του  εκπαιδευτικού ιδρύματος που στεγάζει την “ολική” τέχνη. Το 1928 ο Gropius καταπονημένος από την υπερεντατική δουλειά και τον συνεχή πόλεμο που το σχολείο δεχόταν, αναγκάστηκε να απέχει δίνοντας την θέση του στον Ελβετό αρχιτέκτονα Hannes Meyer. Ο Meyer, μυημένος στην σοσιαλιστική ιδεολογία, βοήθησε στην ανάπτυξη και την φήμη του σχολείου, αλλά ακριβώς η ιδεολογία του απετέλεσε τον λόγο για την απόλυσή του το 1930, καθώς οι πολιτικές πιέσεις αυξανόταν συνεχώς. Δύο χρόνια μετά οι τοπικές εκλογές ανέδειξαν το κόμμα των Ναζί, οι οποίοι και έκλεισαν το σχολείο. Τον ίδιο χρόνο, το 1932, το σχολείο μεταφέρθηκε στο Βερολίνο, με διευθυντή τον αρχιτέκτονα Ludwig Mies van der Rohe, ακόλουθο επίσης των ιδεών της “λειτουργικότητας”. Προσπάθησε να κρατήσει το σχολείο, παρότι είχε  πλέον πολύ λιγότερους συνεργάτες, καθώς κάποιοι είχαν ήδη εγκαταλείψει την Γερμανία, και να το “προστατέψει” από την πολιτική πίεση, αλλά όταν οι Ναζί ήρθαν ολοκληρωτικά στην εξουσία έναν χρόνο αργότερα το σχολείο έκλεισε τελειωτικά και πολλά  από τα έργα των καλλιτεχνών του κατέληξαν στην πυρά.

Το Bauhaus μετά το Bauhaus

Η επιρροή του Bauhaus ταξίδεψε μαζί με τους ιδρυτές του σ’ όλο τον κόσμο. Ο Gropius πήγε να διδάξει στο Graduate School of Harvard University, ο Mies van der Rohe έγινε διευθυντής του College of Architecture Design στο Institute of Technology του Ιλλινόϊς , ο Josef Albers δίδαξε στο Black Mountain College της Νοτίου Καρολίνας, ο Laszlo Moholy-Nagy υπήρξε πρωτεργάτης και ιδρυτής αυτού που σήμερα έγινε το Institute of Design του Σικάγου  και ο Max Bill, ένας από του αποφοιτήσαντες του Bauhaus, ίδρυσε το Institute of Design της Ουλμ στην Γερμανία. Οι  Moholy-Nagy και Albers υπήρξαν από τις καταλυτικές μορφές για την στροφή της πανεπιστημιακής έρευνας στους χώρους της σύγχρονης αγοράς, ενώ ο Bill έπαιξε ένα σημαντικότατο ρόλο στην διάδοση της γεωμετρικής αφαιρετικότητας (geometric abstraction) παγκοσμίως.

Ίσως οι  πιο “ευρέως γνωστοί” του Bauhaus να παραμένουν ο Καντίνσκυ, ο Κλέε και ο Γκρόπιους.

“Έτσι έφθασα τελικά στο σημείο να θεωρώ την Αντικειμενική Τέχνη όχι ως άρνηση και κατάργηση των προηγούμενων αλλά ως μια σημαντική διαίρεση του παλαιού κορμού σε δύο κλαδιά, από όπου πετάχτηκαν άλλα κλαδιά απαραίτητα για να σχηματιστεί το φύλλωμα. Με αυτά τα δύο κύρια κλαδιά εννοώ τους δύο διαφορετικούς τρόπους να κάνουμε τέχνη. Ο ένας τρόπος βασίζεται στην προσωπική ευαισθησία και στην καλλιτεχνική, δημιουργική ερμηνεία της “Φύσης”. Ο άλλος είναι ο συνθετικός τρόπος όπου το έργο βγαίνει “μέσα από τον καλλιτέχνη”, όπως συμβαίνει με τη μουσική (και την θρησκεία). Από αυτή την άποψη, η ζωγραφική πλησίασε τη μουσική”.
Ο Βασίλι Καντίνσκυ γεννήθηκε στην Μόσχα το 1866. Είναι από τους κατ’ εξοχήν πατέρες του “αφηρημένου” στην τέχνη. Πίνακές του σήμερα θα βρούμε στα μεγαλύτερα μουσεία και ιδιωτικές συλλογές, αλλά και τυπωμένους σε πόστερ, σε μπλουζάκια, σε εμπριμέ υφάσματα. Έγραψε ίσως το σημαντικότερο δοκίμιο για την “καινούργια” ζωγραφική : “Για το Πνευματικό στην Τέχνη”, απ’ το οποίο και παραθέτουμε εδώ ένα μικρό απόσπασμα, καθώς κι ένα του σημείωμα.

“Επιταγή μου : Η Εσωτερική ζωή στο έργο”.

“Πιστεύω πως, η φιλοσοφία του μέλλοντος εκτός από την ουσία των πραγμάτων, θα μελετά με ιδιαίτερη προσοχή και το πνεύμα τους. Τότε θα δημιουργηθεί και η ατμόσφαιρα που θα κάνει  όλους τους Ανθρώπους να νοιώθουν το Πνεύμα των Πραγμάτων.. και με την νέα αυτή ικανότητα, που θα είναι σημάδι του “πνεύματος” θα γεννηθεί η απόλαυση στην Αφηρημένη, την Απόλυτη δηλαδή Τέχνη. Σκοπός μου, να αναπτύξω αυτή την ευλογημένη ικανότητα στον Άνθρωπο”.

Ο Πωλ Κλέε γεννήθηκε το 1879 στο Μύνχενμπουχζε, κοντά στην Βέρνη. Άφησε πίσω του πάνω από 9.000 πίνακες, υδατογραφίες και σχέδια. Ο Κλέε,  χωρίς να είναι ανεικονικός, κυβιστής, παραστατικός ή σουρεαλιστής,  θέσπισε ένα εντελώς δικό του “είδος”, που παίζει με τα στοιχεία του “πρωταρχικού”, της παιδικότητας και της ανθρωπολογίας, και που επηρέασε όλες τις τάσεις τις σύγχρονης τέχνης. Όπως και στον Καντίνσκυ, η μουσική είναι στενά δεμένη με την ζωγραφική του αντίληψη, όμως ακολουθώντας έναν άλλο, “οργανικό” τρόπο έκφρασης. Στον τάφο του είναι χαραγμένα τα εξής :

“Δεν περιορίζομαι στο εδώ και στο τώρα, ανήκω τόσο στους νεκρούς όσο και στους αγέννητους. Πιο κοντά στην καρδιά της δημιουργίας από τους περισσότερους, όχι όμως και αρκετά κοντά ακόμη.”

Ο καλλιτέχνης ασχολείται μ’ αυτόν τον πολύμορφο κόσμο κι ως κάποιο σημείο,διαμορφώνει αθόρυβα, μόνος του τη συμπεριφορά του μέσα σ΄αυτόν. Τόσο καλά προσανατολίζεται που μπορεί να βάλει τάξη στη ροή των φαινομένων και των εμπειριών. Αυτή η αίσθηση, αυτή τη διακλάδωση κι αυτό το ξεδίπλωμα, θα το συγκρίνω με τις ρίζες ενός δέντρου. Οι σημειώσεις του εκδόθηκαν σαν βιβλίο με τον τίτλο “Ημερολόγια”. Παραθέτουμε εδώ το σημείωμα του  στο “Παιδαγωγικό Λεύκωμα”,  κεφ. για τη μοντέρνα τέχνη του P. Klee, Mόναχο, 1925, το οποίο και είχε απευθύνει στα εγκαίνια του Bauhaus  στο Dessau:

Από τις ρίζες ξεκινάει ο χυμός, διαπερνά τον καλλιτέχνη, φτάνει στα μάτια του.

Είναι ο κορμός του δέντρου.

Κινητοποιημένος μεταφέρει το όραμά του στο έργο του.

Κανείς δεν θα περίμενε από το δέντρο να σχηματίζει τα κλαδιά του ακριβώς όπως τις ρίζες του. Ανάμεσα στο πάνω μέρος και στο κάτω δεν περιμένει κανείς να βρει απόλυτη συμμετρία.

Είναι φανερό πως διαφορετικές λειτουργίες διαφορετικών οργάνων δημιουργούν ζωτικές διαφορές. Στον καλλιτέχνη αρνιόμαστε πως μπορεί κάποτε ν΄απομακρυνθεί από τη φύση, έστω κι αν τ΄απαιτεί η τέχνη του. Τον κατηγορούμε για ανικανότητα ακόμα και για θεληματική παραμόρφωση.

Κι ωστόσο, όρθιος στην καθορισμένη θέση του, σαν τον κορμό του δέντρου, δεν κάνει τίποτε άλλο από το να συγκεντρώνει και να μεταδίδει ότι αναβλύζει από τα βάθη.

Ούτε υπηρετεί, ούτε διατάζει, απλά μεταβιβάζει.

Η θέση του είναι ταπεινή και η ομορφιά της κορυφής του δέντρου δεν του ανήκει.

Απλά και μόνο πέρασε από μέσα του.”

Και τέλος, ο εμπνευστής  αυτής της σχολής που έγινε από όραμα, ευχή,  εις το διηνεκές …

Ο αρχιτέκτονας Βάλτερ Γκρόπιους, γεννημένος στο Βερολίνο το 1883, ο άνθρωπος που επηρέασε όσο λίγοι την εικόνα και το σκεπτικό του σύγχρονου κόσμου.  Ήταν ο πρώτος που στην κατασκευή συνδύασε υλικά όπως τον χάλυβα και το γυαλί σε μεγάλη έκταση.

Η “νέα οικοδόμηση” (neues Bauen) έφερε επανάσταση στην δόμηση βιομηχανικών κτιρίων στη Γερμανία- και παγκόσμια. Οραματίστηκε έναν κόσμο όπου το λειτουργικό θα διαμόρφωνε την αισθητική κι η αισθητική θ’ άλλαζε την έννοια της λειτουργικότητας.  Σχεδίασε  σπίτια, εργοστάσια, εργατικές πολυκατοικίες  νοσοκομεία, παιδικούς σταθμούς, πανεπιστήμια,έπιπλα,ουρανοξύστες και μια ολόκληρη πόλη στην Γερμανία. Όλα με την σχεδιαστική φιλοσοφία που ο ίδιος οραματίστηκε. Διάσημο είναι το χερούλι πόρτας που σχεδίασε το 1922 μαζί με τον Adolf Meyer και το οποίο αποτελεί μόνιμο έκθεμα του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης στην Ν.Υ (ΜοΜΑ).

Και… σχεδίασε και την Αμερικανική Πρεσβεία στην Αθήνα.

Στο μανιφέστο του 1919, ο Γκρόπιους ξεκινά με τη φράση:

“Δεν υπάρχει διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις εφαρμοσμένες τέχνες, τη γλυπτική και τη ζωγραφική, είναι όλα τμήματα του οικοδομείν. Απώτατος στόχος κάθε δημιουργικής δραστηριότητας είναι το κτήριο”, βάζοντας σκοπό να αλλάξει όχι μόνο την αρχιτεκτονική δόμηση, αλλά και την κοινωνία που την υποβαστάζει. Και, τουλάχιστον το πρώτο, το κατάφερε.

 

Τάνια Κίτσου (σκηνοθέτης -ζωγράφος)