Διυλίζοντας τον κώνωπα…

Του Χρήστου Χωμενίδη 

Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης συνελήφθη τη νύχτα του πραξικοπήματος της 21/04/67. Η οικογένειά του παρέμεινε σε κατ’ οίκον εγκλεισμό, στην Αθήνα, επί ένα σχεδόν χρόνο και κατόπιν μετέβη προς συνάντησίν του στο Παρίσι. Οι αυτοεξόριστοι στο εξωτερικό ασφαλώς και δεν πέρναγαν του λιναριού τα βάσανα όπως οι κρατούμενοι στο ΕΑΤ/ΕΣΑ. Οργάνωναν ωστόσο αντιστασιακές ενέργειες, μάχονταν για τη διεθνοποίηση του ελληνικού ζητήματος και υπερέβαιναν τις μεταξύ τους εμφυλοπολεμικές διαχωριστικές γραμμές. Αριστεροί, κεντρώοι, δεξιοί συνεργάζονταν αγαστά με σκοπό την ανατροπή της Χούντας και την οικοδόμηση μιας άρτιας επιτέλους δημοκρατίας. Αυτό επεσήμανε ο Κυριάκος Μητσοτάκης προχθές στη Βουλή: Το γεγονός ότι αντιστασιακές δάφνες δεν διαθέτει αποκλειστικά η Αριστερά. Παρέθεσε στη συνέχεια μια δήλωση που είχε κάνει τότε ο πατέρας του, ότι ο ίδιος ο Κυριάκος -ως μωρό- ήταν ο νεαρότερος πολιτικός κρατούμενος.

Τι το’ θελε; Επί δύο ολόκληρες μέρες, το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης απορροφήθηκε σχεδόν από το παραπάνω ζήτημα. Η κυβερνώσα ιδίως σήμερα παράταξη -η οποία βαυκαλίζεται πως της ανήκει εκτός από το αριστερόμετρο και το αντιστασιόμετρο- άστραψε και βρόντηξε. Διόλου παράξενο. Για ανθρώπους που θεωρούν τον Δημήτρη Κουφοντίνα πολιτικό κρατούμενο είναι αδιανόητο να αποδοθεί στους Μητσοτάκηδες ο ίδιος τίτλος τιμής. Έτσι και η Ιστορία διαφωνεί μαζί τους, τόσο το χειρότερο για την Ιστορία…

Τι σημασία -θα ρωτήσετε- έχει για το παρόν και για το μέλλον μας εάν ο Κυριάκος Μητσοτάκης διετέλεσε ή όχι πολιτικός κρατούμενος στη βρεφική του ηλικία; Προφανώς καμία. Όπως καμία σημασία δεν θα είχαν οι ενδυματολογικές επιλογές του Γιάνη Βαρουφάκη εφόσον ασκούσε υπεύθυνα και αποδοτικά τα καθήκοντά του ως υπουργός. Όπως δεν θα’ πρεπε ποσώς να μας απασχολεί εάν ο Γιώργος Παπανδρέου έκανε τις ελεύθερες ώρες του ποδήλατο. Ή ο οποιοσδήποτε πολιτικός διασκεδάζει στα μπουζούκια, στην όπερα, στα μπιλιαρδάδικα…

Δεν είναι ζήτημα διακριτικότητας. Αλλά αποπροσανατολισμού του κόσμου από τα ουσιώδη. Και τυρβασμού του περί τα πιό άσχετα, τα πιό ασήμαντα, τα πιό παρωχημένα. Διύλισις του κώνωπος και κατάποσις της καμήλου.

Δεν έχουμε οι Έλληνες μονοπώλιο στο παραπάνω.

Πριν από δύο σχεδόν δεκαετίες, ο Μπιλ Κλίντον λίγο έλειψε να εκδιωχθεί από τον Λευκό Οίκο. Για ποιό λόγο; Επειδή δεν ήταν καλός πρόεδρος; Επειδή είχε διαπράξει το έγκλημα της εσχάτης προδοσίας ή είχε αναμειχθεί σε κάποιο οικονομικό σκάνδαλο; Όχι. Το ολίσθημα, το οποίο κόντεψε να τον καταστρέψει, ήταν ένα ερωτικό νταραβέρι δίχως πολιτικές προεκτάσεις. Μια συμπεριφορά που θα έπρεπε να προβληματίζει αποκλειστικά τη σύζυγο του έγινε φλέγον ζήτημα για σύσσωμο το αμερικάνικο έθνος! Αναλυτές, ρεπόρτερ, επαγγελματίες και ερασιτέχνες κουτσομπόληδες με άλλο δεν ασχολούνταν παρά με τον λεκέ στο φουστάνι της Μόνικας Λεβίνσκι…

Γνωρίζω το θεωρητικό υπόβαθρο της ασημαντολογίας. Το σπίτι του πολιτικού πρέπει -υποτίθεται- να είναι γυάλινο. Ο κάθε άνθρωπος συνιστά μιαν αδιάσπαστη ενότητα, με χαρακτηριστικά και εκδηλώσεις απολύτως εναρμονισμένες μεταξύ τους. Δεν γίνεται να είσαι μοιχός και συνετός παράλληλα κυβερνήτης. Δεν μπορεί να πίνεις, να καπνίζεις, να ρέπεις προς τις ηδονές και να μας διοικείς επιτυχώς! Για αυτό κι εμείς θα ερευνήσουμε εξονυχιστικά τον βίο και την πολιτεία σου, θα φέρουμε ό,τι σε αφορά στο φως και θα το κρίνουμε με αυστηρότητα καλβινιστή ιεροκήρυκα.

Για μια στιγμή! Ο Ουίνστον Τσώρτσιλ δεν υπήρξε μανιώδης του αλκοόλ και των πούρων και εν τούτοις έγινε ο Πατέρας της Νίκης; Ο Φρανσουά Μιτεράν δεν διατηρούσε δύο παράλληλα οικογένειες; Η Μελίνα Μερκούρη δεν είχε ταμπεραμέντο φλογερό και μποέμικο, απαράδεκτο για τα δεδομένα του σταλινικού πουριτανισμού; Ξέχασα – η Μελίνα έχει τοποθετηθεί στο εικονοστάσι των λαϊκών ηρώων, λίγο πιό κάτω από τον Νίκο Μπελογιάννη. Του οποίου Μπελογιάννη οι εκμεταλλευτές της μνήμης επιμελώς αποσιωπούν την τελευταία φράση: “Και να σκεφτείς ότι πάμε να πεθάνουμε για ένα λάθος…” είχε πει στη σύντροφό του, Έλλη Παππά, όταν τον έπαιρναν για εκτέλεση.

Για να τελειώνουμε: Σε περιόδους τόσο κρίσιμες όσο η σημερινή, το μοναδικό κριτήριο με το οποίο επιλέγουμε τις ηγεσίες μας θα έπρεπε να είναι η διαύγεια στους στόχους, η αποτελεσματικότητα στους χειρισμούς, η τιμιότητα στη διαχείριση των δημόσιων πραγμάτων. Και πάνω από όλα το στρατηγικό τους σχέδιο. Η αντίληψη τους για προς τα πού πρέπει να κινηθεί η κοινωνία προκειμένου να ευημερήσει.

Κάθετι άλλο, από το απώτατο παρελθόν μέχρι το χρώμα των υποκαμίσων τους, απλώς θολώνει τα νερά. Μάς αποχαυνώνει. Μας κάνει να κοιτάμε αλλού, να τσακωνόμαστε περί όνου σκιάς. Ενώ κάτω απ’ τη μύτη μας διαπράττονται εγκλήματα.

* Ο κ. Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας

capital.gr