Πάνος Θεοδωρίδη………..1  Δυo γενιές μετά την θανή του Αλέξανδρου. Έξω από τις Σάρδεις, δυo στρατοί. Τα παιδιά των νικητών της πανελλήνιας εκστρατείας, σε μιαν ακόμη αναμέτρηση των Επιγόνων. Οι γέροντες που εξαιτούσαν αυτήν την οδυνηρή θυσία, ήταν ο Λυσίμαχος και ο Σέλευκος. Σάψαλα, κεκμηκότες. Ο Λυσίμαχος είχε καταφέρει να φέρει την Θράκη κοντά στους Μακεδόνες και τα πήγαινε καλά στην πρόσω Ασία. Ο Σελευκος,είχε άλλο όπλο: συμμαχίες και ελέφαντες.
Στο πλευρό του Σέλευκου, ένας παρ΄ολίγον Φαραώ, ο Πτολεμαίος. Πρωτότοκος των παιδιών του Πτολεμαίου της Αιγύπτου, από τέσσερις γυναίκες. Η δική του μάνα ήταν κόρη του Αντίπατρου.Ηταν αψίκορος, λέγει ο Χρονογράφος, και δεν τον ήθελαν στον Νείλο.
Η μάχη κατέληξε υπέρ του Σελεύκου, καθώς ένας Μαλάκων, από την ποντική Ηράκλεια σκότωσε τον Λυσίμαχο, ρίχνοντάς του ένα ακόντιο. Η πράξη του επαινέθηκε τόσο, ώστε οι Ηρακλειώτες επί χρόνια αυτονομήθηκαν. Κι όταν ο Σέλευκος δοκίμασε να τους φρονηματίσει, κάποιος Χαμαιλέων, απεσταλμένος τους, είπε στα αδρά δωρικά του: «Ο Ηρακλής κάρρων, Σέλευκε», θυμίζοντας το «κάρρονες» της νέας γενιάς των αρχαίων Σπαρτιατών.
Μετά, ο Σέλευκος ανέβηκε με την κουστωδία του να λάβει τις επαρχίες του Λυσιμάχου, αλλά ο Πτολεμαίος τον μαχαίρωσε σε μια κώμη ονόματι Άργος και μπήκε ο ίδιος στην Μακεδονία, με το προσωνύμιο «Κεραυνός».
Εξαφάνισε τους αντιπάλους του ή τους εξαγόρασε,και ο λαός τον ήθελε. Μόνο εμπόδιο για την βασιλεία, η αδελφή του Αρσινόη, χήρα του Λυσίμαχου, που έμενε στην Κασσάνδρεια με τους δυό γιούς της.Ο Πτολεμαίος υποκρίθηκε έρωτα και της έταξε γάμο και στέμμα.Εκείνη δυσπιστούσε, αλλα στο τέλος την έπεισε.
Τον δέχτηκε στην στολισμένη πόλη και εκείνος πρόσταξε να σκοτωθούν οι ανηψιοί του, αλλα όχι εκείνη. Έπεφτε στα γόνατα των δημίων των γιών της ,παρακαλώντας να την σκοτώσουν, αλλά την έντυσαν με ρούχα λιτά και με δυό δούλες την έστειλαν στη Σαμοθράκη.
Ο Κεραυνός στηρίχτηκε στους νέους φαλαγγίτες «στα παιδιά του Αλέξανδρου» όπως τα αποκαλούσε και φαινόταν ανίκητος.Ήταν το έτος 281 πΧ και το μέλλον μακάριο.
2
Αλλού. Στα μουσκεμένα τενάγη των Κελτών του βορρά. Μια τελετή, που συνήθιζαν πολλοί λαοί ,όταν τέλειωναν οι προμήθειες, ή έπεφτε πεφταστέρι και απαίσιοι χρησμοί. Η τελετή του ιερού πέπλου. Ιερείς και αρχηγοί, αποφάσιζαν να αραιώνει ο πληθυσμός. Έδιωχναν τους περισσευάμενους.
Στην περίπτωση της χρονιάς εκείνης ,τριακόσιες χιλιάδες κέλτες, οικογενειακώς , τέσσερις φυλές με τους αρχηγούς τους, αναζήτησαν νέα εδάφη, αλλού, για να μη τους ρημάξει όλους ο εμφύλιος.
Δεν ήταν πρώτη φορά. Τέτοια αποσπάσματα είχαν πολεμήσει την Ρώμη, τους βρίσκουμε στον μυχό της Αδριατικής στα χρόνια του Φιλίππου και στη σημερινή Σλοβενία στα χρόνια του Αλέξανδρου. Χονδρικώς τους έλεγαν Γαλάτες.
Τώρα, οι φυλές εγκαταστάθηκαν στην μετέπειτα Παννονία, και άρχισαν να πελεκάνε Θράκες και Ιλλυριούς, άλλοτε παίρνοντας λύτρα και άλλοτε σκοτώνοντάς τους.
 Το 279 πΧ ήταν βαθιά μέσα στα Βαλκάνια.Έφτασαν στους Δαρδάνους, που απευθύνθηκαν στον Πτολεμαίο για υποστήριξη, δίνοντας τον στρατό τους. Εκείνος τους περιφρόνησε και αναγκάστηκαν να συμπολεμήσουν με τους Γαλάτες. Ο μικρός στρατός του Πτολεμαίου, ανέβηκε βόρεια και συνάντησε το μεγάλο ασκέρι που πολεμούσε μπροστά στα μάτια των οικογενειών του.
Ο Πτολεμαίος, πάνω σε άλκιμον ελέφαντα, ήταν στην προφυλακή. Τον τόξευσαν και έπεσε από το θηρίο, πληγωμένος. Του έκοψαν το κεφάλι και το κάρφωσαν σε ένα ακόντιο, περιφέροντάς το μπροστά στους Μακεδόνες. Εκείνοι, λιγοψύχησαν και νικήθηκαν.Την χώρα που υπέφερε πολλά, έσωσε ο στρατηγός Σωσθένης, Μακεδών, που αρνήθηκε τον θρόνο.
3
Αυτά τα ξέρουμε από προσχώσεις. Ο Φώτιος διάβασε επτά βιβλία του Μέμνονα που έγραψε την ιστορία της Ποντοηράκλειας, ο Ευσέβιος πήρε λίστες από τον νεοπλατωνικό Πορφύριο και μνημονεύει με δυό γραμμές το δράμα, αλλά την παράσταση έκλεψε ένας Ιουστίνος, που έκαμε μια περίληψη των «Φιλιππικών Ιστοριών» του Πομπήιου Τρόγου που έγραψε 44 βιβλία παρακαλώ.Στην Ιστορία του, ο Πτολεμαίος Κεραυνός εμφανίζεται ως δυσειδής μορφή, αλλά υπάρχει μιά εξήγηση:
Ο Πομπήιος Τρόγος ήταν Γαλάτης, λατινόγλωσσος. Ναρμπονέζος. Αλλά ήδη οι Κέλτες ζούσαν στην Γαλατική Τετρακωμία, στην Άγκυρα, και έχασαν τη γλώσσα τους μετά τον 6ο μΧ αιώνα. Δούλευαν στα μεταλλεία της Μακεδονίας, προσκεκλημένοι του Φιλίππου του πέμπτου (από εκεί μας έμεινε η Γαλάτισσα, οΓαλικός ποταμός και το Κάλικουμ ,έξω από το Κιλκίς, οι κέλτικες ταφές τους, και οι «θνήσκοντες Γαλάτες» της Περγάμου. Μισθοφόρησαν έως τα ακρότατα της Αιγύπτου.
Ήρθαν για να μείνουν, κι ας μουρμούριζαν τα κατορθώματα του Βρέννου και του Βόλγιου. Είχαν ανάγκη από την δική τους ιστορία, που έπρεπε να καθαιρέσει ως φρικτούς πατραλοίες τους εχθρούς και να πείσει πόσον ωραίοι και πόσον άγριοι υπήρξαν.Πράγμα όχι δύσκολο.