Η δράση ελέγχει το Σήμερα, η νόηση το Αύριο …

Της Έλενας Ακρίτα….Όποτε (ξανα)διαβάζω Σεφέρη, δεν μπορώ παρά να ανατρέξω στην χλιαρή αποκήρυξη της Χούντας των συνταγματαρχών – και μάλιστα δυο ολόκληρα χρόνια μετά την 21η Απριλίου 1967.

Όποτε (ξανα)διαβάζω Καζαντζάκη, μου έρχεται στη μνήμη η εθνικιστική και ‘φιλοφρανκική’ στάση του μεγάλου συγγραφέα, όταν κατέγραψε τις εντυπώσεις του από τον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο στα χρόνια 1926-1937.

Απ’ την άλλη μεριά: Όποτε (ξανά)διαβάζω Μανώλη Αναγνωστάκη, κατανοώ την απέχθειά του για τον χαρακτηρισμό ‘ο Ποιητής της Ήττας’. Κι είναι ξεκάθαρος ο λόγος που χαρακτήριζε τον εαυτό του ‘πολιτικό κι ερωτικό ποιητή’ συνάμα – σε εποχες που τον επέτρεπαν, βέβαια.

Από την ποίηση του Αναγνωστάκη, του Ρίτσου, του Άρη Αλεξάνδρου, του Λειβαδίτη – προβάλλει ο πόνος κι η οδύνη προσωπικών βιωμάτων. Ποιητές που σφυρηλάτησαν την κάθε λέξη στο κάθε ποίημα στις φυλακές και τις εξορίες των χρόνων της Οργής.

Η συγκεκριμένη αφετηρία προβληματισμού ταυτίζεται με το δίλημμα του αναγνώστη: Μπορείς να θαυμάσεις το έργο ενός δημιουργού ερήμην του βίου και της πολιτείας του; Ερήμην της δράσης και της ιστορίας του, της ενεργής θέσης ή της παθητικότητας του;

Ένα από τα αγαπημένα μου ποιήματα είναι ο ‘Χαιρετισμός’ του Έζρα Πάουντ:

“Ω γενιά της απόλυτης αυταρέσκειας και της απόλυτης αμηχανίας” Αναφωνεί έξοχα ένας ποιητής άρρηκτα συνδεδεμένος με τον φασισμό – σε τέτοιο βαθμό που ο στενός του φίλος Έρνεστ Χέμινγουέι δηλώνει το 1943:

“Στον Έζρα Πάουντ αξίζει η τιμωρία και η ατίμωση’.

Άρα τι κάνεις εδώ, ω αναγνώστα; Τι κρίνεις εδώ, πώς αξιολογείς, πώς διαχωρίζεις την ήρα από το στάρι;

(Κι όχι μόνο στον γραπτό λόγο. Σε όλες τις μορφές τέχνης. Στο μουσείο Tate Modern του Λονδίνου, σε θαμπώνει η “Μεταμόρφωση του Νάρκισου” του Σαλβατόρ Νταλί. Του φασίστα Νταλί. Οπότε; Τι κάνεις; Ταξιδεύεις μαγεμένος στις χαμένες Ατλαντίδες της Τέχνης του; Ή προσπερνάς τον πίνακα ενός φασίστα;)

Είναι δύσκολο να αποσαφηνίσει κάποιος όρια και περιθώρια στους σύγχρονους καιρούς. Σε μέρες όπου θα επρεπε η δράση να ελέγχει το Σήμερα κι η νόηση το Αύριο. Γιατί εδώ το θέμα δεν είναι τι στάση κρατούν οι εγχώριοι διανοούμενοι. Το θέμα είναι αν υπάρχουν καν διανοούμενοι.

Και καλά εδώ στην Ελλάδα, το είδος τελεί υπό εξαφάνισιν. Χρυσές (ή επίχρυσες;) μετριότητες. Celebrities μιας περιφερόμενης ιντελιγκέντσιας αυτοσυστήνονται ως ‘διανόηση’. Και για να μη χάσουν τα ‘ψηφαλάκια’ (αναγνώστες, θεατές, ακροατές) τηρούν ίσες αποστάσεις, κρατούν μεσοβέζικες στάσεις. Αντίτυπα να πουλιούνται, θεατράκια να γεμίζουν, δουλίτσα να υπάρχει και να μένουν όλοι ευχαριστημένοι. Όλοι ανεξαιρέτως. Δεξιοί, αριστεροί, προοδευτικοί συντηρητικοί, ξενοφοβικοί, ομοφοβικοί, καλοί, κακοί όλοι στον Άγιο Παντελεήμονα του απόλυτου τίποτα.

Πάμε πίσω το 1943. Πάμε πίσω στα δύο ‘απόλυτα σταρ’ της γαλλικής διανόησης. Τον Ζαν Πολ Σαρτρ και τον Αλμπέρ Καμύ; Μέσα από αμοιβαίο βαθύ θαυμασμό κι εκτίμηση, χτίζεται βαθιά φιλία. Μια φιλία που θα δοκιμαστεί αργότερα από τις ριζικές φιλοσοφικές τους διαφωνίες. Ο Σαρτρ θα χρεώσει στον Καμύ ότι ‘απογοητεύει’ την εργατική τάξη όταν στηλιτεύει τα γκουλάγκ, ενώ ο Καμύ συνεχίζει απτόητος το ‘κατηγορώ’ του: Γράφει για τα γκουλάγκ – όπως γράφει για το Άουσβιτς, ή για τον Φράνκο στον Ισπανικό Εμφύλιο.

Το οριστικό ιδεολογικό ρήγμα ανάμεσά τους, χάσκει καταμεσίς του Ψυχρού Πολέμου. Τελικά, οι δυο άντρες δεν θα ξαναμιλήσουν ποτέ στο υπόλοιπο του βίου τους. (Πολλοί λένε πως η περίφημη φράση του Σαρτρ ‘η Κόλαση είναι οι άλλοι’ αναφερόταν στον Αλμέρ Καμύ).

Σε εποχές όπου ο λαϊκισμός σέρνει τον χορό σε ένα παγκόσμιο γαϊτανάκι ολέθρου, ένας διανοούμενος – εάν υπάρχει και όπου υπάρχει – οφείλει να μην ταμπουρώνεται πίσω από τον στείρο ακαδημαϊσμό. Οφείλει να μην κουνάει ‘από καθέδρας’ το δάχτυλο.

Ένας διανοούμενος – ανεξάρτητα αν δρα ή αν παρατηρεί – οφείλει να τοποθετηθεί. Να εκφραστεί με τρόπο σαφή και ξεκάθαρο, αδιαφορώντας για το κόστος της κοινής γνώμης. Να ασκήσει την κριτική του έτσι ώστε να βοηθήσει την κοινωνία να πάει ένα βήμα, μισό βήμα παρακάτω.

Στα χρόνια της θλίψης, του τρόμου, της αξιακής κατάρρευσης – ο διανοούμενος οφείλει να κάνει ένα και μόνο πράγμα:

Να πάρει θέση.

Γιατί αν η δράση ελέγχει το Σήμερα – η Νόηση ελέγχει το Αύριο.

Τόσο απλά.

Και τόσο πολύπλοκα συνάμα.

ΤΑ ΝΕΑ