Έχει η επερχόμενη φοροεπιδρομή «ταξικό πρόσημο»;…

Γράφει ο Ιωάννης Παπαδόπουλος… Όλα δείχνουν ότι οι Ευρωπαίοι και η ελληνική κυβέρνηση είναι διατεθειμένοι να κλείσουν την πρώτη αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος προσαρμογής της Ελλάδας (παραμένει ακόμα αμφιβολία σχετικά με την τελική στάση του ΔΝΤ) προκειμένου να επικεντρωθεί η ΕΕ στη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης και της έξαρσης της ισλαμικής τρομοκρατίας.

Πρακτικά, το φορολογικό και το ασφαλιστικό έχουν κλείσει, η ελληνική κυβέρνηση θα πάρει εμπροσθοβαρώς μέτρα 5,4 δις € μέσα στην τριετία 2016-2018, ενώ παραμένει μια σημαντική απόκλιση σχετικά με τα «κόκκινα δάνεια», η οποία όμως από μόνη της δεν φαίνεται ικανή να εκτροχιάσει, στην παρούσα φάση, την εφαρμογή του Τρίτου Μνημονίου.

Η ελληνική κυβέρνηση διαδίδει ότι θα πρόκειται για μια «δίκαιη συμφωνία» επειδή θα ρίξει τα νέα φορολογικά βάρη κατά κύριο λόγο στους πλούσιους, ενώ θα προστατεύσει τους χαμηλόμισθους και χαμηλοσυνταξιούχους. Είναι όμως πραγματικά έτσι; Δύο θεμελιώδη λάθη υπάρχουν σ’ αυτήν την αφήγηση. Πρώτον, υπάρχουν αρκετά μέτρα που θα πλήξουν άμεσα και τους πολλούς και φτωχότερους στην ελληνική κοινωνία και δεύτερον, θα συνεχιστεί το καταστροφικό σπιράλ της εσωτερικής υποτίμησης, το οποίο θα πλήξει συνολικά την οικονομία λόγω των νέων και πολύ σημαντικών εισοδηματικών απωλειών των μεσαίων και υψηλών στρωμάτων.

Κατ’ αρχήν, ενώ μάλλον δε θα περικοπούν κύριες συντάξεις (σ’ αυτήν τουλάχιστον την φάση) και το αφορολόγητο θα παραμείνει πιθανώς γύρω στα 9.000 ευρώ το χρόνο για τους μισθωτούς (όχι όμως για τους ελεύθερους επαγγελματίες, οι οποίοι θα δουν πάρα πολύ μεγάλες αυξήσεις στη συνολική φορολογική τους πίεση – φόρους και ασφαλιστικές εισφορές), ο νέος τρόπος υπολογισμού του ποσοστού αναπλήρωσης σε όσους θα βγουν στη σύνταξη αμέσως μετά την ψήφιση των εφαρμοστικών νομοσχεδίων θα φέρει πολύ μεγάλη αύξηση των νεόπτωχων. Αυτό θα συμβεί γιατί οι συντελεστές αναπλήρωσης των μισθών από τις συντάξεις θα χαμηλώσουν σημαντικά, ειδικά για όσους συνταξιοδοτηθούν με λίγα (π.χ. 15 ή 20) έτη ασφάλισης και η λεγόμενη «εθνική» (δηλαδή η μη ανταποδοτική) σύνταξη, η οποία θα χρηματοδοτείται από τον δημόσιο προϋπολογισμό, θα κατέβει στα 384 ευρώ για τουλάχιστον 20 έτη ασφάλισης και στα 345 ευρώ για 15 έτη ασφάλισης.

Με το νέο σύστημα, η μεγάλη μάζα των μισθωτών, οι μηνιαίες αποδοχές των οποίων κυμαίνονται γύρω στα 1.000 ευρώ, θα δουν συντάξεις ύψους περίπου 550 ευρώ το μήνα με 30 έτη ασφάλισης. Επιπλέον, το ΕΚΑΣ, ως αυτόματος σταθεροποιητής για την αναπλήρωση της απωλεσθείσας αγοραστικής δύναμης των χαμηλοσυνταξιούχων έως 9.000 ευρώ το χρόνο, θα περικοπεί δραστικά. Με το νέο ασφαλιστικό σύστημα, ένας συνταξιούχος που εισέπραττε σύνταξη 8.000 ευρώ το χρόνο συν ΕΚΑΣ 172,5 ευρώ το μήνα, θα το χάσει όλο: συνολική απώλεια 2.070 ευρώ το χρόνο.

Ακόμα, η νέα φοροεπιδρομή που ετοιμάζεται βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στους έμμεσους φόρους προκειμένου να καλυφθούν τα κενά που απορρέουν από τη συμφωνία του περασμένου Ιουλίου σχετικά με τα πρωτογενή πλεονάσματα του προϋπολογισμού.

Έτσι, φαίνεται ότι θα αυξηθεί ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στη βενζίνη αλλά και στο φυσικό αέριο, πλήττοντας δυσανάλογα, όπως όλοι οι έμμεσοι φόροι, τόσο το λαϊκό εισόδημα όσο και συνολικά το μεταφορικό κόστος, κάτι που λογικά θα οδηγήσει σε συνολικές ανατιμήσεις αγαθών στην αγορά. Ακόμα, θα αυξηθεί το ειδικό τέλος στην κινητή τηλεφωνία.

Όμως κινητό χρησιμοποιούν ευρύτατα στην καθημερινότητά τους τα λαϊκά στρώματα, και μάλιστα ολοένα και περισσότεροι διακόπτουν τη συνδρομή της σταθερής τηλεφωνίας γιατί δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στο αυξημένο κόστος ζωής.

Τέλος, είναι αυταπάτη να πιστεύεις ότι η πολύ μεγάλη φορολογική και ασφαλιστική επιβάρυνση των μεσαίων και υψηλών εισοδημάτων θα αφήσει αλώβητα τα χαμηλότερα στρώματα. Όπως έλεγε ο Κέυνς, «οι δαπάνες μου είναι το εισόδημά σου».

Οι ελεύθεροι επαγγελματίες, λόγου χάριν, οι οποίοι θα δουν άμεσα πολύ μεγάλες εισοδηματικές απώλειες επειδή θα καταβάλουν όλοι πια πάνω απ’ το 50% των μικτών κερδών τους σε φόρους και εισφορές, θα αναγκαστούν, με τη σειρά τους, να περικόψουν εντελώς ή να μειώσουν τις υπηρεσίες π.χ. γραμματείας ή καθαριότητας που πλήρωναν.

Ως αποτέλεσμα, αυτή η απώλεια θα προκαλέσει νέο σοκ ζήτησης και θα αυξήσει ακόμα περισσότερο τη φτώχεια και των ανεργία των οικονομικά πιο ευάλωτων Ελλήνων.

Ιωάννης Παπαδόπουλος