Η Ελευθερία ως προϋπόθεση Ανάπτυξης…

Όταν το εθνικό νόμισμα μίας χώρας υποτιμάται 100% μέσα σε 19 χρόνια και οι εξαγωγές της αυξάνονται μόνον 10%, αυτό σημαίνει ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα παραγωγικής ακινησίας

«Οι υποστηρικτές της επιστροφής στην δραχμή στην Ελλάδα άλλα πράγματα έχουν κατά νουν και όχι βέβαια την έξοδο της χώρας απ’ την θηλιά του χρέους που την στραγγαλίζει».

Αυτά και άλλα πολλά αναφέρει στο βιβλίο του Ποτέ Πια Πτώχευση (εκδ. Επίκεντρο) ο καθηγητής κ. Γιώργος Μπήτρος και με τον τρόπο του θέτει ένα σοβαρό πρόβλημα: αυτό της ακίνητης για πολλά χρόνια ελληνικής κοινωνίας –η οποία στις 21 Σεπτεμβρίου 2015 ουσιαστικά καλείται να αποφασίσει αν θέλει να ακολουθήσει τον δρόμο του 21ου αιώνα ή την επιστροφή στο παρελθόν.

Υπό αυτή την έννοια, ίσως οι πρόωρες εκλογές να είναι και οι πιο κρίσιμες της τελευταίας εξαετίας. Για έναν σοβαρό λόγο: διότι, τελικά, στην εκλογική αυτή αναμέτρηση η κοινωνία των πελατών θα αντιπαρατεθεί με την πρόοδο, ήτοι με την κοινωνία των πολιτών. Ιδού γιατί.

Σε όλους τους τόνους, πρώην υπουργοί της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που παραμένουν πιστά στον παραιτηθέντα πρωθυπουργό κ. Αλέξη Τσίπρα τονίζουν ότι η ελληνική οικονομία χρειάζεται επανεκκίνηση και αναδιάρθρωση, φέρουν δε την επαναδιαπραγμάτευση του χρέους ως προϋπόθεση.

Για τον λόγο αυτόν, ζητούν από τον ελληνικό λαό να δώσει αυτοδυναμία στην πολιτική τους παράταξη η οποία, όπως λένε, μπορεί να διαπραγματευθεί καλύτερα και εγκυρότερα το θέμα της αναδιαρθρώσεως του χρέους.

Όσες ποσότητες καλής θελήσεως και αν διαθέτουμε, ας μάς επιτραπεί όχι μόνον να επιδείξουμε σκεπτικισμό με τις παραπάνω τοποθετήσεις, αλλά να δηλώσουμε απερίφραστα ότι είναι και εντελώς παραπλανητικές.

Κατά πρώτον, η επανεκκίνηση και η αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας στις σημερινές συνθήκες είναι αδύνατη, για τον πολύ απλό λόγο ότι δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο. Μία οικονομία που καλείται να λειτουργήσει κάτω από συγκεκριμένους όρους και υπό συνθήκες ανταγωνισμού και υψηλής εσωστρέφειας, δεν είναι δυνατόν να ανταποκριθεί στις προκλήσεις υπό την διακυβέρνηση ανθρώπων που δεν πιστεύουν και είναι καθέτως εχθρικοί σε αυτά που πρέπει να κάνουν. Με διαφορετικά λόγια, μία οικονομία που έχει επείγουσα και ζωτική ανάγκη πλήρους απελευθερώσεώς της, δεν είναι δυνατόν να μεταρρυθμιστεί από τους εχθρούς της ελευθερίας. Και βέβαια, αυτό επίσης δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί σε μία κοινωνία που, με κάποιες εξαιρέσεις, απορρίπτει την φιλοσοφία της ελευθερίας, είναι αδιάβροχη στον ορθό λόγο και έχει επιλέξει την ακινησία ως πραγματικότητά της.

Μία χώρα της οποίας το εθνικό νόμισμα –δηλαδή η δραχμή– από το 1981 έως το 2002 υποτιμήθηκε επισήμως 100%, αλλά οι εξαγωγές της αυξήθηκαν μόνον 10%, σημαίνει ότι έχει πολύ σοβαρά προβλήματα εξωστρέφειας, παραγωγικότητας, ανθρώπινου κεφαλαίου και βέβαια ανταγωνιστικότητος. Τα μεγέθη αυτά υποδηλώνουν επίσης ότι η χώρα αυτή έχει και σοβαρό πρόβλημα καταναλώσεως με δανεικά, εφ’ όσον την ίδια περίοδο τα ελλείμματα του ισοζυγίου πληρωμών της έφθασαν να αντιπροσωπεύουν έως και 14% του Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος της, ποσοστό που αποτελούσε και παγκόσμιο ρεκόρ.

«Το πρότυπο της ανάπτυξης που υιοθετήσαμε μεταπολεμικά», υποστηρίζει ο καθηγητής κ. Γιώργος Μπήτρος στο βιβλίο του Ποτέ Πια Πτώχευση, «εξέθρεψε μία κλειστοφοβική επιχειρηματικότητα, με αμυντικό προσανατολισμό και με βαθειές εξαρτήσεις από το πολιτικό σύστημα, μέσω του κρατικοποιημένου τραπεζικού συστήματος». Έτσι, η ελληνική επιχειρηματικότητα στηρίχθηκε στην εσωτερική αγορά και τις διαπλοκές με το πολιτικό σύστημα, με αποτέλεσμα σήμερα η Ελλάδα να υφίσταται μία δραματική «διαρθρωτική οικονομική κατάρρευση», η οποία απέχει πολύ από τα αίτια που τής αποδίδουν γνωστοί κρατιστές οικονομολόγοι, φανατικά αντιφιλελεύθεροι.

Στην χώρα μας, όπου ο δανεισμός δημιούργησε μία απίθανη κεφαλαιακή φούσκα, ήτοι εισόδημα με αέρα κοπανιστό, παρατηρείται εδώ και πέντε χρόνια μία σταδιακή καταστροφή του κεφαλαίου αυτού, η οποία, όπως τονίζει ο έγκριτος οικονομολόγος κ. Δημήτρης Α. Ιωάννου, «παίρνει την μορφή βίαιης συρρικνώσεως ολόκληρων κλάδων της οικονομίας, με συνέπεια να συμβαίνει μία εισοδηματική καθίζηση η οποία σε μεγάλο βαθμό είναι ανεξάρτητη από την ακολουθούμενη συσταλτική δημοσιονομική πολιτική».

Στο πλαίσιο αυτό, πολύ εύστοχα ο κ Δ.Α.Ιωάννου επισημαίνει ότι, όπως δεν μπορείς να διαγνώσεις ένα κάταγμα κνήμης χρησιμοποιώντας ένα πιεσόμετρο, έτσι δεν μπορούν και να εκτιμηθούν οι διαστάσεις μίας «διαρθρωτικής οικονομικής καταρρεύσεως» χρησιμοποιώντας τα αναλυτικά εργαλεία της κεϋνσιανής θεωρίας. Δηλαδή, μίας θεωρίας που έχει διαμορφωθεί για να αναλύει τον «επιχειρηματικό κύκλο», ο οποίος είναι ένα φαινόμενο που εξελίσσεται και εκδηλώνεται σε συνθήκες δομικής και κλαδικής σταθερότητας της οικονομίας.

Σαφώς λοιπόν οι διάφοροι, νομπελίστες και μη, αμερικανοτραφείς οικονομολόγοι στις διαγνώσεις τους για την ελληνική οικονομία θεωρούν ότι στην χώρα λειτουργούν αιτιακές σχέσεις μεταξύ μεταβλητών που δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα. Στην βάση αυτής της λογικής, εξάλλου, οι κρατιστές οικονομολόγοι δεν επιδιώκουν να θεραπεύσουν τις πραγματικές αιτίες της κρίσης, αλλά να αποτρέψουν την λύση της οικονομικής απελευθερώσεως.

Το πρόβλημά τους δεν είναι η αφύπνιση μίας ακίνητης κοινωνίας και η κινητοποίησή της, αλλά η υποταγή της σε νέες μορφές ανελευθερίας και κρατισμού, στο όνομα της «πάλης ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό» – με τον τελευταίον, τουλάχιστον στην Ελλάδα, να είναι μία λέξη κενή περιεχομένου, καθ’ όσον ανύπαρκτη από πρακτικής πλευράς.

Δεν θα κουραστούμε να γράφουμε από τις στήλες αυτές ότι το ελλαδικό πρόβλημα είναι ένα μετα-πρόβλημα που μάς διαφοροποιεί καθοριστικά και δραματικά από την αναπτυγμένη Ευρώπη. Ως φαίνεται δε, ύστερα από 34 χρόνια συμμετοχής στην κοινοτική οντότητα, ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα της προσαρμογής είναι και το πραγματικό πρόβλημα μίας ακίνητης κοινωνίας, που ήδη παρουσιάζει σοβαρά προβλήματα (εξ ακινησίας) γάγγραινας.

Κατά συνέπεια, όσα μνημόνια και να υπογράψει η Ελλάδα, θα αποδειχθούν μάταια αν τα μυαλά και οι αντιλήψεις δεν αλλάξουν. Έξοδος από την ακινησία θα υπάρξει μόνον με την αποδοχή της πραγματικότητας. Με ωριμότητα και με την συναφή ευθύνη.

Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλος – Κουρδιστό Πορτοκάλι