Ιστορική νομιμοποίηση δεξιάς από αριστερά…

Μας διέφυγε, αλλά αυτή είναι η ουσία των πραγμάτων: Τα ξημερώματα της 14ης Αυγούστου έκλεισε ο κύκλος της Μεταπολίτευσης. Η 3η Ελληνική Δημοκρατία εγκαινιάστηκε με μια ιστορική απόφαση του Κωνσταντίνου Καραμανλή: Η Ν.Δ. νομιμοποίησε το ΚΚΕ. Η Δεξιά αναγνώρισε την Αριστερά. Με την ψήφιση του Μνημονίου με τις ψήφους ΣΥΡΙΖΑ – Ν.Δ. η εποχή αυτή τελείωσε ανάποδα: Η Αριστερά νομιμοποίησε τη Δεξιά, νομοθετώντας τη φιλελεύθερη ιδεολογία της: ιδιωτικοποιήσεις, άνοιγμα αγορών, μείωση του κράτους. Θεωρώ ότι αυτή η ευκαιρία δεν πρέπει να πάει χαμένη. Η πρώτη κυβέρνηση της ενιαίας Αριστεράς ηττήθηκε στη διαπραγμάτευση με την Ευρώπη – ναι.

Η πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς παραιτήθηκε επτά μήνες μετά την άνοδό της στην εξουσία και ο Τσίπρας πάει σε εκλογές ως απλός αρχηγός κόμματος, χωρίς το φωτοστέφανο του πρωθυπουργού – ναι. Η πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς αποτελεί δείγμα του ότι ο χώρος αυτός δεν μπορεί να κυβερνήσει ενιαίος, διότι έχει στο DNA του την κουλτούρα της διάσπασης – ναι. Η πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς έπεσε τραγικά έξω στην ανάλυσή της για τα διαπραγματευτικά όρια της Ελλάδας και ζύγισε εντελώς ερασιτεχνικά τους Ευρωπαίους εταίρους μας – ναι.

Η αίσθηση που δημιουργείται στην κοινωνία είναι ότι «με αυτόν τον πρωθυπουργό ως πιλότο δεν θέλω να πετάξω ξανά» -ναι-, διότι «από τότε που ανέλαβε την εξουσία δεν μπορώ να κοιμηθώ μία ημέρα ήσυχος». Η πεποίθηση που σταδιακά δημιουργεί ο Τσίπρας με τις συνεχείς κάλπες τις οποίες στήνει είναι ότι αποτελεί παράγοντα αστάθειας και όχι σταθερότητας. Ολα αυτά είναι σωστά και θα αναδειχθούν κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. Αλλά, κάνοντας ένα άλμα από την επερχόμενη πόλωση των προσεχών εβδομάδων, επιμένω ότι η ευκαιρία δεν πρέπει να πάει χαμένη. Από τη στιγμή που η Αριστερά νομιμοποίησε με την ψήφο της στον νόμο 4336 -το Ννημόνιο- τις ιδέες της φιλελεύθερης παράταξης, η Δεξιά πρέπει να αρπάξει την ευκαιρία και να ενσωματώσει την Αριστερά στην Ευρώπη. Τελεσίδικα!

Να την απαλλάξει από τον αυτισμό της και το κόμπλεξ κατωτερότητάς της απέναντι στην Ενωση. Να της δείξει ότι πρέπει να πάψει να μας στοιχειώνει το παρελθόν, ώστε να ανατρέχουμε συνεχώς στις ορολογίες του -Βάρκιζα, Καζέρτα, ΕΑΜ- για να εξηγήσουμε το παρόν. Να την υποχρεώσει να διαγράψει από το λεξιλόγιό της το κλασικό ρεπερτόριο που χρησιμοποιούν τα τοτέμ και στη χρεοκοπία και στην ευημερία: «ξεπούλημα», «εκτροπή», «κουρελόχαρτο», «πραξικόπημα», «κατάλυση Δημοκρατίας». Να εκπονήσει -η Κεντροδεξιά- σχέδιο μεταρρυθμίσεων, ώστε να πάψουμε να συζητάμε τι έγινε μέχρι σήμερα, αλλά να επικεντρωθούμε στο τι θα γίνει από εδώ και πέρα. Αποτελεί χρέος της παράταξης αυτής -πέρα από το ροκ που χορεύει ο Βαγγέλης τον Αλέξη- να σύρει την Αριστερά στο γήπεδό της.

Ο νέος κύκλος πρέπει, για το καλό της χώρας, να εγκαινιαστεί πάνω σε μια νέα στρατηγική ενότητα επί της οποίας δύναται να καλλιεργηθεί ο νέος πλούτος του έθνους. Θεμελιώδης προϋπόθεση για αυτό είναι ο αποχρωματισμός της λέξης «μεταρρύθμιση». Πρέπει να πάψει να θεωρείται λέξη συντηρητική, δεξιά, νεοφιλελεύθερη, και να καταχωριστεί ως λέξη λαϊκή, συνεπαγόμενη κοινωνικό όφελος. Εάν αυτό επιτευχθεί και ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης (ο οποίος, με τον τρόπο που εκφράζεται, αποτελεί στην ουσία έναν «ακατέργαστο» Καραμανλή) κάνει τις μεταρρυθμίσεις οικείες στον λαό, τότε, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, τα θεμέλια για την ανόρθωση θα έχουν μπει. Ο,τι κι αν κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, θα δυσκολευθεί να αποδράσει από το νέο πεπρωμένο του. Το διακύβευμα, λοιπόν, πρέπει να είναι ένα και μόνο: Ποιος πιστεύει στις λαϊκές μεταρρυθμίσεις; kottakis

Μανώλης Κοττάκης – Δημοκρατία