Καταμερισμός εργασίας και δομικές ανισότητες στον πρώιμο καπιταλισμό (1450-1640) …

Κείμενο-μεταφράσεις: Ευθύμης Τσιλικίδης

Η καπιταλιστική κοσμοοικονομία δημιουργείται από το 1450 ως το 1640 περίπου, τεράστια αλλά αδύναμη, όπως λέει ο Braudel. Το χαρακτηριστικό της γνώρισμα είναι ότι οι οικονομικές αποφάσεις παίρνονται στην αρένα της κοσμοοικονομίας, ενώ οι πολιτικές αποφάσεις από τα κράτη που ασκούν το νομικό έλεγχο. Την ίδια περίοδο αρχίζει να μορφοποιείται το νεωτερικό ταξικό σύστημα. Παράλληλα, καταβάλλεται προσπάθεια να κυριαρχήσει ως ιδεολογία ο κρατισμός, να συνδεθεί η αντίληψη για το κοινό καλό με το κρατικό συμφέρον.

Οι περιοχές όπου αναπτύσσεται η καπιταλιστική κοσμοοικονομία είναι το -παλαιότερα ελεγχόμενο από τις χριστιανικές ιεραρχίες- μεσογειακό σύστημα, το φλαμανδικό-χανσεατικό εμπορικό δίκτυο της Βόρειας και Βορειοδυτικής Ευρώπης με την προσθήκη κάποιων γειτονικών περιοχών της Ανατολικής και, από την άλλη πλευρά, τα νησιά του Ατλαντικού και τμήματα του Νέου Κόσμου.

Οι διαφορετικοί τύποι οργάνωσης της εργασίας στο ίδιο χρονικό σημείο -δουλεία, φεουδαλισμός, μισθωμένη εργατική δύναμη, αυτοαπασχόληση- αιτιολογούνταν από τον εκάστοτε τρόπο παραγωγής. Υπήρχαν διαφοροποιήσεις σε όλα τα στρώματα και επίπεδα: μεταξύ πυρήνα και περιφέρειας [1], μεταξύ κρατών, εντός της κάθε περιοχής, μεταξύ πόλης και υπαίθρου. Επίσης, υπήρχαν διάφορα είδη εργαζομένων: σκλάβοι, δουλοπάροικοι (serfs), «ενοικιαστές», μισθωτοί εργάτες. Αυτοί αποτελούσαν το 90-95% του πληθυσμού στην ευρωπαϊκή κοσμοοικονομία. Υπήρχε ακόμη μια νέα τάξη μικροκτηματιών (yeomen), ένα μικρό στρώμα ενδιάμεσου προσωπικού όπως επιστάτες, τεχνίτες και ειδικευμένοι εργάτες και, στην κορυφή της κοινωνικής ιεραρχίας, οι κυρίαρχες τάξεις ευγενών, αστών, κληρικών και γραφειοκρατών.

Αγροτικό ημερολόγιο της ύστερης μεσαιωνικής Ευρώπης.

Αγροτικό ημερολόγιο της ύστερης μεσαιωνικής Ευρώπης

Περιφέρεια: έλεγχος της εργατικής δύναμης και πρωταρχική συσσώρευση

Οι σκλάβοι έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στην καπιταλιστική εξάπλωση συγκριτικά με τη μάλλον ασήμαντη παρουσία τους στη μεσαιωνική εποχή. Όταν η απάνθρωπη μεταχείριση από τους Ευρωπαίους αποικιοκράτες στοΝέο Κόσμο οδήγησε στο θάνατο μεγάλο μέρος του γηγενούς πληθυσμού[2] και δημιούργησε δυσαναπλήρωτες απώλειες στην αναγκαία για την εκμετάλλευση των πόρων εργατική δύναμη, αντικαταστάτες σκλάβοι στρατολογήθηκαν κυρίως από την προσβάσιμη, κοντινή Δυτική Αφρική, περιοχή με σχετικά πυκνό πληθυσμό, που επέτρεπε μεγάλης κλίμακας μετακινήσεις χωρίς σοβαρές οικονομικές ή άλλες επιβαρύνσεις.

Ωστόσο, γρήγορα έγινε φανερό ότι η δουλεία δε συνέφερε πάντα τους αφέντες. Το κόστος της μεταφοράς, της εργασιακής επιτήρησης και του ελέγχου των εξεγέρσεων περιόριζε τα κέρδη. Επιπλέον, οι σκλάβοι, οι οποίοι έκαναν μόνο ό,τι υποχρεώνονταν να κάνουν, δεν ήταν καθόλου αποδοτικοί σε εργασίες όπου απαιτούνταν η χρήση της διάνοιας ή κάποιες ιδιαίτερες δεξιότητες. Με εξαίρεση μεγάλης έκτασης μονοκαλλιέργειες όπως οι φυτείες ζάχαρης ή απλές εργασίες επιφανειακής εξόρυξης μετάλλων, ήταν φανερό ότι έπρεπε να εφαρμοστούν εναλλακτικές μέθοδοι ελέγχου και εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης.

Πράγματι, η δουλεία δεν προτιμήθηκε αλλού. Ο αχανής σιτοβολώνας της Ανατολικής Ευρώπης γνώρισε μια δεύτερη φάση δουλοπαροικίας, παρόμοια με αυτή που επικράτησε στο φεουδαλισμό. Εκεί το κράτος χορηγούσε στους δουλοπάροικους (serfs) μια μικρή καλλιεργήσιμη έκταση από την οποία θα εξασφάλιζαν το όποιο οικογενειακό τους εισόδημα. Η «κατοχή» αυτής της έκτασης δε σήμαινε βέβαια ότι ήταν κληρονομήσιμη, αφού η παραχώρηση δεν ήταν μόνιμη. Επιπρόσθετα, συνοδευόταν από την έννομη υποχρέωση των αγροτών να εργάζονται τακτικά χωρίς αποζημίωση σε κάποια άλλη έκταση, κρατικής ή ιδιωτικής ιδιοκτησίας, για ένα σημαντικό μέρος του χρόνου τους, παράγοντας προϊόντα που θα διοχετεύονταν στην καπιταλιστική αγορά. Αυτή η μέθοδος (coerced cash-crop labor) κυριάρχησε στην αγροτική παραγωγή των χωρών της περιφέρειας της ευρωπαϊκής κοσμοοικονομίας τον 16ο αιώνα.

Μια παρόμοια μορφή δουλοπαροικίας (encomienda) εφαρμόστηκε από το ισπανικό Στέμμα στην Αμερική με τη στρατολόγηση ιθαγενών, κυρίως για να παρέχουν την εργατική τους δύναμη στα ορυχεία και στην εκτροφή βοοειδών. Θεωρητικά, ένας πληθυσμός ιθαγενών χαριζόταν σε κάποιον encomendero [3] προκειμένου να προστατευτούν από τις πολεμικές φυλές, να μάθουν την ισπανική γλώσσα και να εκχριστιανιστούν. Στην πραγματικότητα οι συνθήκες δεν ήταν καλύτερες από αυτές της δουλείας. Οι ιθαγενείς εξαναγκάζονταν σε σκληρή εργασία και τιμωρούνταν βάναυσα ακόμη και με θάνατο, αν πρόβαλλαν αντίσταση. Μόνον η ασύμφορη μείωση του πληθυσμού των γηγενών (και της προσφερόμενης εργατικής τους δύναμης) στάθηκε η αιτία για κάποιες αναγκαστικές αλλαγές στην νομοθεσία της encomienda και τη μετέτρεψε σταδιακά σε μια ήπια μορφή δουλοπαροικίας, παρόμοια με αυτή της Ανατολικής Ευρώπης.

Επειδή η βία της εξουσίας δεν ασκείται χωρίς υποτίμηση, δούλοι και ιθαγενείς δεν νοούνταν ως κανονικά ανθρώπινα όντα. Η Silvia Federici επισημαίνει ότι ο ορισμός των ιθαγενών Αμερικανών ως κανίβαλων, λάτρεων του Διαβόλου και σοδομιστών ενίσχυε τη φανταστική διήγηση ότι η Κατάκτηση δεν ήταν ένα κυνικό κυνήγι χρυσού και ασημιού, αλλά μια αποστολή μεταστροφής, ένας ισχυρισμός που βοήθησε το ισπανικό Στέμμα το 1508 να κερδίσει την ευλογία του πάπα και την ολοκληρωτική εξουσία στις κτήσεις του στην αμερικανική ήπειρο. Επίσης απέτρεψε στην αντίληψη του κόσμου και πιθανώς των ίδιων των αποίκων την πιθανότητα οποιωνδήποτε κυρώσεων για τις βιαιότητες που θα διέπρατταν εναντίον των Ινδιάνων, λειτουργώντας έτσι σαν μια εν λευκώ συγκατάθεση για τη χρήση φονικής βίας, ανεξάρτητα από το τι μπορεί να έκαναν τα μελλοντικά θύματα. Και, όντως, το μαστίγιο, η αγχόνη και η πεδούκλα, η φυλάκιση, τα βασανιστήρια, ο βιασμός και  μερικές φορές ο θάνατος, έγιναν συνηθισμένα όπλα για να επιβληθεί η εργασιακή πειθαρχία» στο Νέο Κόσμο.

Βέβαια, η αρχική εικόνα των ιθαγενών ήταν πιο ειδυλλιακή. Παρουσιάζονταν ως αθώες και  γενναιόδωρες υπάρξεις που ζούσαν μια ζωή απαλλαγμένη από το μόχθο και την τυραννία. Ωστόσο, καθώς η κατάκτηση προχωρούσε, δεν υπήρχε χώρος για συμβιβασμούς. Κάθε πιθανότητα ταύτισης μαζί τους έπρεπε να αποκλειστεί και το μέσο που επιλέχθηκε ήταν μια ιδεολογική εκστρατεία, με την οποία δικαιολογούνταν τα υψηλότατα ποσοστά θνησιμότητας ως τιμωρία του Θεού για τη ζωώδη συμπεριφορά των Ινδιάνων που, πλέον, περιγράφονταν επίσημα ως βρώμικα και δαιμονικά όντα επιρρεπή σε κάθε σιχαμερή πράξη.

Στην ημιπεριφέρεια μετά την κρίση της φεουδαρχίας στον 14ο-15ο αιώνα κυριάρχησε η επίμορτη εργασία (share-cropping), δηλαδή η ενοικίαση μεγάλων διαθέσιμων αγροτικών περιοχών τεμαχισμένων σε μικρότερα τμήματα ικανά να συντηρήσουν μια οικογένεια, με αντάλλαγμα ένα ποσοστό της ετήσιας σοδειάς. Η επίμορτη εργασία επιλέχθηκε σ’ ένα τμήμα της Δύσης (Ν. Γαλλία και Β. Ιταλία) γιατί, ως εργασία συγκριτικά λιγότερο καταναγκαστική για τους εργαζόμενους ήταν αποδοτικότερη και, επίσης, ένας τρόπος ελαχιστοποίησης του ρίσκου σε σχέση με τα μακροπρόθεσμα συμβόλαια των ενοικιαστών. Κατά συνέπεια θα ήταν πιο επικερδής για τους ιδιοκτήτες, συχνά απομακρυσμένους εμπόρους των πόλεων, που αγόραζαν τέτοιες εκτάσεις για την απόκτηση κύρους ή για να προστατεύονται οι ίδιοι από τους λιμούς.

Η διατήρηση μεγάλων ιδιοκτησιών στην ημιπεριφέρεια και περιφέρεια (π.χ. στην Ανατολική Ευρώπη), οι μονοκαλλιέργειες και η προσαρμογή αυτών των περιοχών σε ρόλο παραγωγού-εξαγωγέα μεγάλων ποσοτήτων αγροτικών προϊόντων στην καπιταλιστική κοσμοοικονομία περιόρισε στο εσωτερικό τους την τάση για ειδίκευση που, αντίθετα, επικράτησε στις χώρες του πυρήνα. Οι τελευταίες ενισχύθηκαν από την πρωταρχική συσσώρευση του τεράστιου πλεονάσματος που ιδιοποιήθηκαν είτε από την εκμετάλλευση του Νέου Κόσμου (χρυσός, ασήμι, ζάχαρη κλπ.) είτε εξαιτίας της τρέχουσας οικονομικής συγκυρίας, όπου προϊόντα και χαρακτηριστικά της δικής τους οικονομίας αποκτούσαν μεγαλύτερη σημασία για την αγορά. Έτσι κατάφερναν όχι μόνο να αποκτήσουν ζωτικής σημασίας κεφάλαια, αλλά και να απελευθερώνουν σταδιακά εργατικό δυναμικό για εξειδίκευση σε άλλες εργασίες.

Αφρικανοί σκλάβοι χορεύουν σε μια φυτεία της Νότιας Καρολίνας. John Rose, 1785.

Αφρικανοί σκλάβοι χορεύουν σε μια φυτεία της Νότιας Καρολίνας. John Rose, 1785.

Χώρες του πυρήνα: πλεόνασμα και τάσεις για ειδίκευση

Η ποικιλία στον καταμερισμό εργασίας στις χώρες του πυρήνα ενισχύθηκε από αρκετούς αλληλένδετους παράγοντες. Εκεί ο πληθυσμός παρά την κρίση, τους λοιμούς και τις επιδημίες διατήρησε μια σχετικά υψηλή πυκνότητα, ενώ τα εδάφη ήταν κατά κανόνα αποδοτικότερα από τα μεσογειακά. Την ίδια περίοδο παρατηρείται μια τάση για αλλαγή της χρήσης των αγροτικών εκτάσεων σε βοσκοτόπια, καθώς αναπτύσσεται η κτηνοτροφία. Τα γαλακτοκομικά προϊόντα, το μαλλί, το δέρμα και φυσικά το κρέας γίνονται εξαγώγιμα προϊόντα, όσο η αγορά εξαπλώνεται γεωγραφικά. Η παραγωγή κρέατος αφενός θρέφει αποτελεσματικά τον πληθυσμό, αφ’ ετέρου απελευθερώνει εργατικά χέρια για άλλες ειδικότητες. Παρατηρείται μετακίνηση πληθυσμού προς τις πόλεις, όπου εργατικά χέρια θα σχηματίσουν το προλεταριάτο της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης. Εργαζόμενοι στην επιτήρηση των χωρικών επιλέγουν να στελεχώσουν θέσεις στην εμπορική διακίνηση των προϊόντων και στις κατακτήσεις. Έτσι ο πληθυσμός που εργάζεται στη γεωργία μειώνεται, αλλά αυτό θα αποβεί επίσης πλεονέκτημα. Ειδικά στην Αγγλία[4], όπου οι λιγότερο απολυταρχικοί πολιτικοί θεσμοί επέτρεπαν στους γαιοκτήμονες να επιλέγουν τον τρόπο που θα διαχειριστούν τις μεγάλες εκτάσεις τους, σημειώθηκε θεαματική αύξηση της παραγωγικότητας καθώς η γη ανατέθηκε στην ελεύθερη εργασία μέσω των ενοικίων, της μισθωτής εργασίας αλλά κυρίως με την εμφάνιση της νέας τάξης των μικροκτηματιών (yeomen), μιας κοινωνικής ομάδας με κίνητρα επιχειρηματικότητας και υψηλή ανοδική κινητικότητα.

Με λίγα λόγια, την ίδια περίοδο που στις μεγάλες ιδιοκτησίες της περιφέρειας εργάζονταν απρόθυμοι σκλάβοι και δουλοπάροικοι, ο καταμερισμός εργασίας στις χώρες του πυρήνα απαιτούσε λιγότερο καταναγκασμό, γνώση, εξειδίκευση, όχι αποκλειστικά δύναμη και ένα είδος κοινωνικής συναίνεσης.  Έτσι, σε κάποιο βαθμό οι  πληθυσμιακές πιέσεις στις χώρες του πυρήνα συγκριτικά εκτονώνονταν και ταυτόχρονα ενίσχυαν την οικονομία και την παραγωγικότητα. Αυτό δε σημαίνει, βέβαια, ότι οι θάνατοι από λιμούς, επιδημίες ή και απαγχονισμούς στην ύπαιθρο σταμάτησαν.

Παγκόσμιος χάρτης της ανάλυσης κοσμοσυστημάτων με τις χώρες του πυρήνα, της ημιπεριφέρειας  και της περιφέρειας, 2010.

Παγκόσμιος χάρτης της ανάλυσης κοσμοσυστημάτων με τις χώρες του πυρήνα, της ημιπεριφέρειας και της περιφέρειας, 2010

Πληθωρισμός: συσσώρευση και ανισότητες

Απεναντίας, αυτές οι πάντα υπαρκτές δυσκολίες εντάθηκαν για τους απλούς ανθρώπους εξαιτίας της αύξησης των τιμών, ενός πληθωριστικού φαινομένου μεγάλης διάρκειας. Τρεις ήταν οι κύριες αιτίες της αύξησης, που ξεκίνησε στο πρώτο μισό του 16ου αιώνα: α) η αύξηση της ταχύτητας και του βαθμού κυκλοφορίας του χρήματος, β) η εντεινόμενη ζήτηση αγροτικών προϊόντων και γ) τα σχετικά μειωμένα αποθέματα σε αγαθά. Στη συνέχεια η γενικευμένη άνοδος της καπιταλιστικής δραστηριότητας (αστικοποίηση, εκβιομηχάνιση, εμπόριο) διατήρησε υψηλές τις τιμές με τη βοήθεια πολιτικών αποφάσεων, των δράσεων των μονοπωλίων, αλλά και των αποθεμάτων χρυσού τα οποία καθώς εισάχθηκαν, προστάτεψαν το ανώριμο και ανίσχυρο ακόμη σύστημα και την ορμή του για εξάπλωση.

Ταυτόχρονα με την άνοδο των τιμών, τη συσσώρευση κεφαλαίων βοήθησαν και οι καθυστερήσεις στην αύξηση των ημερομισθίων που συνέβαιναν συχνά για μια σειρά από λόγους όπως: πλάνες στην εκτίμηση του επιπέδου των τιμών που ανέβαιναν σταδιακά, ορισμός του ύψους των ημερομισθίων με βάση το έθιμο, τα συμβόλαια ή την κατά κανόνα δυσμενή για τους ανίσχυρους παρέμβαση του νόμου και, τέλος, σκόπιμες καθυστερήσεις στις πληρωμές.

Τελικά οι πληθωριστικές τάσεις λειτούργησαν όπως περίπου η φορολόγηση και, εκτός από τη συμβολή τους στη συσσώρευση κεφαλαίων, ενθάρρυναν τις επενδύσεις ισχυροποιώντας την τάση του καπιταλιστικού μετασχηματισμού και αύξησαν τις ανισότητες.

Η μείωση της διανομής του παραγόμενου εισοδήματος για τα κατώτερα στρώματα διέφερε σε κάθε χώρα. Αυτό που συνέφερε στις τοπικές επιχειρηματικές τάξεις ήταν να έχουν πρόσβαση σε κέρδη από χαμηλά ημερομίσθια στην περιφέρεια και επιπλέον κέρδη από μεσαία ημερομίσθια στη δική τους περιοχή. Τα πολύ υψηλά ημερομίσθια μείωναν πολύ τα περιθώρια κέρδους, αλλά τα πολύ χαμηλά δεν επέτρεπαν στην τοπική αγορά να διατηρεί πολλές βιομηχανίες. Οι χώρες του πυρήνα που πέτυχαν την καλύτερη ισορροπία, αύξησαν τα κέρδη τους. Μαζί μ’ αυτά εδραιώθηκαν και οι ανισότητες, ταξικές και γεωγραφικές.

Άλλωστε η επικερδής εργασία δεν προϋποθέτει την αλληλεγγύη. Μαζί με την ευημερία για κάποιους ο νέος καταμερισμός εργασίας έφερνε και την όξυνση των διακρίσεων μεταξύ τάξεων αλλά και μέσα στην ίδια τάξη. Εργάτες εκτόπιζαν αλλοεθνείς εργάτες και οι πλούσιοι έμποροι των χωρών του πυρήνα με τα ήδη τεράστια κεφάλαιά τους υποσκέλιζαν στις συναλλαγές αυτούς της περιφέρειας, ακόμη και στις εθνικές τους αγορές, συγκεντρώνοντας το νέο πλεόνασμα στις δικές τους χώρες.

Συνοψίζοντας, η εξάπλωση της καπιταλιστικής κοσμοοικονομίας προχώρησε χάρη σ’ έναν νέο καταμερισμό εργασίας που αποτέλεσε την αιτία της ευημερίας του συστήματος, αλλά και της καθιέρωσης δομικών ανισοτήτων σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής οργάνωσης. Ο διαχωρισμός των χωρών στις ζώνες πυρήνα, περιφέρειας, ημιπεριφέρειας ήταν αποτέλεσμα αυτού του καταμερισμού και, με τη σειρά του, οδήγησε μακροπρόθεσμα στη μεγέθυνση των μικρών, αρχικά, διαφορών μεταξύ τους. Στηρίχθηκε δε, όπως και σήμερα, στη βάρβαρη καταπίεση, εκμετάλλευση και σε πολλές περιπτώσεις μαζική εξόντωση αδύναμων από ισχυρούς.



[1] Σύμφωνα με την ανάλυση κοσμοσυστημάτων (Wallerstein) οι χώρες κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες: στις αναπτυγμένες χώρες του πυρήνα, στην περιφέρεια των εξαρτημένων αναπτυσσόμενων χωρών και στην ημιπεριφέρεια όπου κατατάσσονται οι χώρες μεσαίας οικονομικής ισχύος.
[2] Αναφέρεται ενδεικτικά ότι από το 1519 ως το 1650 ο πληθυσμός της Νέας Ισπανίας (Μεξικό) μειώθηκε από 11 σε 1,5 εκατομμύρια περίπου.
[3] Οι encomenderos ήταν αξιωματούχοι, στρατιώτες, κατακτητές αλλά και πρώην ιθαγενείς άρχοντες.
[4] Μπορούμε εύλογα να συνδέσουμε αυτή την εξέλιξη με την πρωτοπορία της Αγγλίας μερικές δεκαετίες αργότερα στη βιομηχανική επανάσταση, την αποικιοκρατική της εξάπλωση και ηγεμονία.ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Federici, Silvia (2012). Ο Κάλιμπαν και η μάγισσα. Γυναίκες,  σώμα και πρωταρχική συσσώρευση, μτφρ.  Ίρια Γραμμένου κ.α.. Αθήνα: Εκδόσεις των Ξένων.

Rodriguez, Junius (2007). Encyclopedia of Slave Resistance and Rebellion vol. 1, Westport: Greenwood Publishing Group.

Wallerstein,  Immanuel (1974). The Modern World-System, Capitalist Agriculture and the origins of the European world-economy in the sixteenth century, London: Academic Press.  eranistis.net