Πέντε πρώην Πρόεδροι απαιτούν να δωθεί τέλος στον πόλεμο κατά των ναρκωτικών…

Όσο ο πόλεμος κατά των ναρκωτικών προχωρεί ατελέσφορα, έχοντας δείξει πενιχρά αποτελέσματα σε σχέση με όλο το χρήμα και τη βία που χρησιμοποιήθηκαν, οι επικριτές του έχουν διευρυνθεί πέρα από τους χίπηδες και τους φιλελεύθερους που είχαν αρχικά υποστηρίξει την αναμόρφωση της νομοθεσίας για τα ναρκωτικά. Η πιο πρόσφατη αντίδραση εναντίον της απαγόρευσης εκτοξεύθηκε στις 24 Μαρτίου από μια ομάδα πρώην Προέδρων και επιχειρηματιών, οι οποίοι έθεσαν μια νηφάλια επιχειρηματολογία ώστε να επανεξεταστεί η διεθνής προσέγγιση για τους ελέγχους των ναρκωτικών.

Ο τίτλος «Λήγοντας τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών» είναι μια συλλογή εκθέσεων από πρώην Προέδρους της Βραζιλίας, του Μεξικού, της Κολομβίας, της Νιγηρίας και της Ελβετίας, όπως και ένας πρώην αναπληρωματικός Πρωθυπουργός της Βρετανίας και μερικοί επιστήμονες. Ο Τζορτζ Σορός, ένας χρηματιστής που χρηματοδότησε πολλές ομάδες πίεσης υπέρ της νομιμοποίησης, συμβάλλει και αυτός με ένα κεφάλαιο∙ το βιβλίο φέρει έναν πρόλογο από τον Ρίτσαρντ Μπράνσον, ένας μεγιστάνας του οποίου η εταιρεία, Virgin, είναι ο εκδότης. Όλοι καταδικάζουν αυτό που θεωρούν ως μια αποτυχία για την πολιτική, την οικονομία και τη δημόσια υγεία.

Τα επιχειρήματα είναι καλά προσχεδιασμένα, αλλά αξίζει να επαναληφθούν, ειδικά όταν προβάλλονται από μια τόσο ποικίλη και προσγειωμένη ομάδα. Παρά το τεράστιο κόστος του για τους φορολογουμένους (εκτιμούμενο από τους συγγραφείς στα 100 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο) ο πόλεμος εναντίον των ναρκωτικών απέτυχε να σταματήσει τους ανθρώπους από το να τα παίρνουν, οδηγώντας αντίθετα την τιμή των ναρκωτικών σε υψηλά επίπεδα σε σημείο που δημιουργούν κέρδη της τάξεως των 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων τον χρόνο για τους εμπόρους και τους διακινητές τους. Περισσότερες από 1,4 εκατομμύρια συλλήψεις γίνονται κάθε χρόνο μόνο στην Αμερική, και είναι ανόμοια κατανεμημένες, με τους έγχρωμους Αμερικανούς να φυλακίζονται δέκα φορές περισσότερο για εγκλήματα σχετικά με τα ναρκωτικά σε σχέση με τους λευκούς, αναφέρουν οι συγγραφείς.

Από τη Λατινική Αμερική προκύπτει το μεγαλύτερο μέρος του πολέμου, και ίσως το πιο αιχμηρό κεφάλαιο είναι από τον Ερνέστο Ζεντίλλο, ο οποίος έγινε μάρτυρας της καταστροφικής και διεφθαρμένης δύναμης της βιομηχανίας των ναρκωτικών ως Πρόεδρος του Μεξικού την περίοδο 1994-2000 (ακόμα και ο αρχηγός που είχε αναθέσει για την αντιμετώπιση των ναρκωτικών βρέθηκε να συνεργάζεται με το καρτέλ του Χουάρεζ). Ξεστομίζει ότι απλά η αποποινικοποίηση της χρήσης –στην πραγματικότητα, υποβαθμίζοντας τη χρήση ναρκωτικών από σοβαρό έγκλημα σε κάτι πιο κοντά σε παραβιάσεις παρκαρίσματος- είναι ανεπαρκής, καθώς αφήνει την πλευρά της διακίνησης ναρκωτικών στα χέρια του μαφιόζου. Βέβαια, «η αποποινικοποίηση της χρήσης χωρίς τη στέρηση της πρόβλεψης για τη διακίνηση των ναρκωτικών από το οργανωμένο έγκλημα θα ήταν αντιπαραγωγική, ακόμα και καταστροφική», επιχειρηματολογεί. Οι κυβερνήσεις πρέπει «να κανονίσουν έξυπνα» -δηλαδή να νομιμοποιήσουν- τις αγορές ναρκωτικών, καταλήγει.

Τα επιχειρήματα απευθύνονται στους διπλωμάτες που τον επόμενο μήνα θα συγκεντρωθούν στη Νέα Υόρκη για μια νέα συνεδρίαση της Γενικής Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για να συζητήσουν το θέμα των ναρκωτικών. Η τελευταία διάσκεψη τέτοιου είδους ήταν το 1998, όταν το σλόγκαν της διάσκεψης ήταν “A drug free world: we can do it” (ένας κόσμος χωρίς ναρκωτικά: μπορούμε να το κάνουμε). Ο στόχος εξετράπη με θεαματικό τρόπο –βέβαια, η χρήση των περισσότερων ναρκωτικών έχει αυξηθεί απότομα. Όμως, τα σημάδια δείχνουν ότι αυτή η διάσκεψη θα είναι ελάχιστα πιο διαφωτισμένη. Μια συνάντηση της Επιτροπής Ναρκωτικών, ενός άλλου οργάνου των Ηνωμένων Εθνών, έληξε στις 22 Μαρτίου με μια πρόχειρη διακήρυξη που απέτυχε ακόμα και να κατακρίνει τη χρήση της θανατικής ποινής για εγκλήματα σχετικά με τα ναρκωτικά, κάτι το οποίο οι μεταρρυθμιστές ήλπιζαν ότι θα μπορούσε να επιτευχθεί ως ένα ελάχιστο μέτρο.

Τα επιχειρήματα των πρώην Προέδρων και των συμμάχων τους πείθουν αυξανόμενο αριθμό ατόμων για την ανάγκη επαναπροσδιορισμού –ακόμα περισσότερο και στην Αμερική, η οποία κάποτε ήταν ο βασικός πολεμιστής κατά των νακωτικών, όπου περισσότεροι από τον μισό πληθυσμό θέλουν τώρα τη νομιμοποίηση της κάνναβης και όλο και περισσότερες πολιτείες κάνουν ακριβώς αυτό. Το θέμα είναι ότι η αλλαγή των συμβάσεων των Ηνωμένων Εθνών που υπαγορεύουν παγκόσμια απαγόρευση θα απαιτούσε τη συμφωνία όλων των 193 μελών και πολλά από αυτά είναι ακόμα σθεναρά εναντίον έστω και δοκιμαστικών μεταρρυθμίσεων. Το πιο πιθανό αποτέλεσμα από την κοινωνική συνάντηση του επόμενου μήνα είναι περισσότερες φανφάρες και μια αυξανόμενη συνειδητοποίηση ότι οι συμβάσεις των Ηνωμένων Εθνών για τα ναρκωτικά δεν θα μεταρρυθμιστούν αλλά απλά θα αγνοηθούν.

economist.com