Ο περιορισμός του κράτους για οικονομική ανάκαμψη…

Από την εποχή του πρώτου μνημονίου ακόμη, κομβική αναληφθείσα υποχρέωση της ελληνικής πλευράς υπήρξε η επιχείρηση μείωσης του κράτους και του συνακόλουθου κόστους συντήρησης του με όλους τους δυνατούς τρόπους.

Με αποχώρηση του δημοσίου από το επιχειρείν, με ιδιωτικοποιήσεις φορέων δημοσίου ενδιαφέροντος, με κλείσιμο άλλων αχρήστων, με ελάττωση των δομών του στενού κράτους, με σημαντική ελάφρυνση προσωπικού, με απλούστευση διαδικασιών, με μισθολογικές περικοπές των απασχολουμένων σε αυτό.

Ο βασικός όμως στόχος του σχεδιασμού ήταν στο πυρήνα του και παρέμεινε δημοσιονομικός.

Όλο το διαρρεύσαν έκτοτε διάστημα γίναμε μάρτυρες μιας απροκάλυπτης διελκυστίνδας μεταξύ του εγχώριου πολιτικού συστήματος και των τεχνοκρατών εκπροσώπων των δανειστών.

Οι μεν πρώτοι αντιδρούν σθεναρά και κωλυσιεργούν απελπιστικά σε οιαδήποτε απόπειρα περιορισμού του κράτους, θέτουν συνεχώς προσκόμματα και κόκκινες γραμμές στο θέμα της απομάκρυνσης προσωπικού από στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα, αντιπροτείνοντας και εφαρμόζοντας οριζόντιες περικοπές αποδοχών, αλλά πρωτίστως επιβολή νέων και υψηλότερων φορολογιών.

Αδυνατούν δε να αποχωριστούν ακόμη και ΕΝΑΝ φορέα, που αργομισθεί, ή το στρατό δεκάδων χιλιάδων επιόρκων πελατών τους, που αποδεδειγμένα λειτουργούν σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος.

Οι δε δεύτεροι κάθε φορά αποδέχονται τη πρόσκαιρη δημοσιονομική ωφέλεια και ελαχιστοποιούν τη πίεση τους για πιστή εφαρμογή των συμφωνηθέντων από τις ελληνικές κυβερνήσεις, παρέχοντας τους μια ιδιόμορφη ασπίδα προστασίας από τις συνέπειες του πολιτικού κόστους.

Αποκορύφωμα αυτής της πολιτικής, που απηχεί και διαπερνά οριζόντια το σύνολο των κοινοβουλευτικών κομμάτων και του πολιτικού προσωπικού, είναι η ανάδειξη της επαναπρόσληψης των λιγοστών απολυθέντων και διαθεσίμων του δημοσίου της περιόδου Κ. Μητσοτάκη από τη παρούσα κυβέρνηση ως κορωνίδα και σηματωρό της επικοινωνιακής της επιχείρησης, προκειμένου να εμφανιστεί ως φιλολαϊκή, «ανθρώπινη», «αριστερή», πονετική. Να καταδείξει ότι ενδιαφέρεται για τους ανθρώπους και όχι για τους αριθμούς!!!

Το αποτέλεσμα έως τώρα, πεντέμισι χρόνια μετά, είναι περιορισμένης και αμφίβολης αποδοτικότητας. Υπάρχει μεν μια σχετική δημοσιονομική ωφέλεια, αλλά οι δομές του δημοσίου παραμένουν ανέγγιχτες. Όπως ανέγγιχτες παραμένουν η νοοτροπία και η αντίληψη που το διέπουν.

Για να αχνοφανεί η παραμικρή υποψία ελπίδας αναστροφής της πτωτικής πορείας της οικονομίας και ανάκαμψης, πρέπει να γίνει καθολικά αποδεκτό και να υιοθετηθεί ένα νέο μοντέλο, παραγωγικό, διακλαδικά στοχευμένο και εξωστρεφές, με βάση το οποίο θα επιχειρηθεί να θεραπευτούν τρεις παθογένειες ταυτοχρόνως.

Το παραγωγικό έλλειμμα της χώρας, οι εξαγωγικές της επιδόσεις και η εξισορρόπηση του εμπορικού ελλείμματος, καθώς και η αντιμετώπιση της ανεργίας με τη δημιουργία μαζικά νέων θέσεων εργασίας. Βασική προϋπόθεση γι αυτό είναι η μεταφορά πόρων (ανθρώπινων και υλικών) από το παρασιτικό δημόσιο, δηλαδή από τους τομείς μη εμπορεύσιμων αγαθών, σε εκείνους των εμπορεύσιμων.

Ικανή λοιπόν και αναγκαία συνθήκη για την οικονομική ανάκαμψη είναι η δραματική μείωση του δημοσίου τομέα, ο οποίος θα πρέπει να περιορίσει κατά πολύ τη συμμετοχή του στο ΑΕΠ της χώρας.

Για να καταστεί υλοποιήσιμη μια τέτοια προϋπόθεση, το κράτος επιβάλλεται να υποστεί ταυτοχρόνως και σωρευτικά σημαντικά «πλήγματα»:

  1. Να απομειωθεί δραστικά με σημαντικού εύρους απολύσεις προσωπικού. (με κατάργηση δομών και φορέων, αφού οι Συνταγματικές επιταγές δεν επιτρέπουν αλλιώς).
  2. Να περικοπούν αρκετά κάτω από τα σημερινά επίπεδα οι απολαβές των εργαζομένων του, που θα παραμείνουν. Ιδιαίτερα εκείνων του ευρύτερου δημοσίου, που αποτελούν «ανεξάρτητες νησίδες» συνεχούς και ανεξέλεγκτης κατασπατάλησης δημοσίων πόρων. Και να εξισωθούν, αν όχι να υπολειφθούν, με τις απολαβές των συναδέλφων τους του ιδιωτικού τομέα.
  3. Να περιοριστούν δραστικά οι πρόνοιες για ανεξέλεγκτες συνδικαλιστικές «ελευθερίες» (βλέπε ασυδοσίες) του Ν. 1264/82 στο μέρος τους που αφορά στα συνδικάτα του στενού (ΑΔΕΔΥ) και ευρύτερου (μονοπωλιακού) δημόσιου τομέα ( ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ, ΟΣΕ, ΟΛΠ, ΟΤΑ, κλπ).

Για την επιτυχή έκβαση της προσπάθειας είναι ζωτικής σημασίας να επισυμβούν και τα τρία παραπάνω προαπαιτούμενα.

Το πρώτο θα καταρρίψει οριστικά τη σιγουριά της μονιμότητας, την αφασία και τη μακαριότητα και θα ενεργοποιήσει το προσωπικό να συνειδητοποιήσει ότι τίποτε δεν είναι εξασφαλισμένο στη ζωή και ότι η αμοιβή είναι αποτέλεσμα καταβολής προσπάθειας και όχι μιας απλής εφάπαξ πελατειακής συναλλαγής. Ακόμη θα συνδράμει στη προσπάθεια μεταφοράς εργατικού δυναμικού και πόρων από τον παρασιτικό στον εμπορεύσιμο τομέα της οικονομίας. Στοιχείο απολύτως απαραίτητο για να υπηρετηθεί το νέο μοντέλο.

Το δεύτερο θα συμβάλλει αποφασιστικά στην ελάττωση των κρατικών δαπανών, θα συνεισφέρει στη δημοσιονομική προσαρμογή και την παραγωγή πλεονασμάτων, αλλά πρωτίστως θα καταστήσει σταδιακά το κράτος ΜΗ ΕΛΚΥΣΤΙΚΟ εργοδότη.

Αυτή θα είναι μια συνέπεια απείρως χρησιμότερη από τη δημοσιονομική ωφέλεια, αφού θα εξαλείψει οριστικά τον πελατειασμό. (Διότι θα μηδενιστούν οι πιέσεις προς τους πολιτικούς για διορισμούς, αφού οι προσοδοθηρικές προσδοκίες θα ατονήσουν, αφ` ετέρου θα αχρηστευτούν ως μη δελεαστικές αντίστοιχες προσφορές των πολιτικών προς τους υποψηφίους πελάτες.)

Το τρίτο θα εξυγιάνει και θα ομαλοποιήσει τη σχέση κράτους και πολιτών. Είναι απαράδεκτο το φαινόμενο η ίδια η κοινωνία ως έμμεσος εργοδότης να εκχωρεί δια των εκπροσώπων της πολιτικών εκουσίως στις συνδικαλιστικές μαφίες το όπλο με το οποίο την εκβιάζουν. Είναι αδιανόητο να επιτρέπεται να απεργούν οι εργαζόμενοι του κράτους και των κρατικών μονοπωλίων. Διότι η σχέση παρόχου-λήπτη είναι απολύτως ανισοβαρής σε βάρος των ληπτών πολιτών.

Είναι απαράδεκτο σε καθεστώς ελεύθερης αγοράς οι κρατιστές πολιτικοί να απαγορεύουν στον δύσμοιρο πολίτη να επιλέξει μεταξύ πολλών ανταγωνιζόμενων παρόχων τον ποιοτικότερο και φθηνότερο. Να τον καταδικάζουν στην υποχρεωτική λήψη των κακής ποιότητας και πανάκριβων υπηρεσιών των κλαδικών κρατικών μονοπωλίων.

Και επί πλέον να τον υποχρεώνουν να δέχεται κάθε τόσο τον εκ του ασφαλούς εκβιασμό του για εκχώρηση ακόμη μεγαλύτερων προνομίων στα αρπακτικά του «διαμαρτυρόμενου» συνδικάτου του εκάστοτε κρατικού μονοπωλίου.

Γιώργος Μπιλλίνης – 4news.gr