Ο πικρός επίλογος του κ. Τσίπρα…

Του Κώστα Στούπα

1) Ο πικρός επίλογος του κ. Τσίπρα…

Οι νόμοι της οικονομίας είναι χαλύβδινοι και αδιαφορούν αν οι “υπήκοοι” της επικράτειάς τους έχουν αριστερές ή δεξιές αντιλήψεις ή έστω αν πιστεύουν στη μετά θάνατο ζωή.

Το μόνο που μπορεί να πετύχει η πολιτική απέναντι στην οικονομία είναι να καθυστερήσει και ως εκ τούτου να επιδεινώσει τις συνέπειές της, όχι να τις αποτρέψει.

Μοιραία λοιπόν το κόστος που θα πληρώναμε ως χώρα αν είχαμε κάνει όσα πρέπει να κάνουμε το 2010 θα ήταν λιγότερα σε σχέση με το 2012 και του 2012 λιγότερα σε σχέση με το 2015.

Μοιραία το τρίτο μνημόνιο του κ. Τσίπρα προσθέτει μεγαλύτερα βάρη από αυτά που θα είχαν προκύψει με την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης στη βάση του e-mail Χαρδούβελη.

Αν η αξιολόγηση είχε κλείσει το περασμένο Φθινόπωρο μετά τη δεύτερη νίκη του κ. Τσίπρα το κόστος θα ήταν μικρότερο σε σχέση με το Φεβρουάριο και πάει λέγοντας…

Είναι φανερό σε όποιον καταλαβαίνει τι του γίνεται, πως κάθε μέρα που περνά το κόστος μεγαλώνει και μαζί μεγαλώνει και το αδιέξοδο και οι πιθανότητες μιας ανεξέλεγκτης κατάρρευσης.

Μην κοροϊδευόμαστε, η χώρα έχει καταρρεύσει τόσο σε ό,τι έχει να κάνει με την εθνική κυριαρχία, (η Τουρκία αποβιβάζει στην επικράτεια όσους και όπου θέλει, και τα Σκόπια κάνουν επίδειξη επιβολής της τάξης εντός των συνόρων μας…) όσο και τη δημόσια ασφάλεια (μερικές ύποπτες ΜΚΟ βάζουν, βγάζουν και μετακινούν όποιον θέλουν εντός της επικράτειας).

Για την οικονομία δεν χρειάζεται να κάνουμε ειδική και εκτενή αναφορά. Τα αρνητικά  στοιχεία και οι αρνητικές ειδήσεις τείνουν να λάβουν διαστάσεις χιονοστιβάδας.

Η χώρα καταρρέει στα χέρια του κ. Τσίπρα όπως ακριβώς αναμενόταν πριν ο ίδιος καταλάβει την εξουσία.

Σε δυο τουλάχιστον ρεπορτάζ στα φύλλα του Σαββατοκύριακου που μας πέρασε (RealNews- Καθημερινή) υπήρχε η είδηση πως το ταξίδι του πρωθυπουργού την εβδομάδα που πέρασε σε Παρίσι, Στρασβούργο όπου συνάντησε τους κ. Ολάντ και Σουλτς, αφορούσε την υποβολή του διλήμματος κλείσιμο της αξιολόγησης όπως-όπως ή παραίτηση και εκλογές σε μια περίοδο που τρέχει το δημοψήφισμα στο ΗΒ για το Brexit.

Οι Ευρωπαίοι δείχνουν μέχρι στιγμής πως θέλουν την παραμονή του κ. Τσίπρα στην εξουσία αλλά με την υποστήριξη άλλων κομμάτων και όχι των ακροδεξιών ΑΝΕΛ.

Το πρόβλημα είναι πως κανένα άλλο κόμμα δεν θέλει να χρεωθεί την προϊούσα απαξίωση του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη και μεταξύ των ψηφοφόρων του. Στην κοινή γνώμη το αίτημα των πρόωρων εκλογών κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος και αν τα ρεπορτάζ του ΣΚ έχουν βάση πως το έθεσε σαν δίλημμα (εκβιασμό) και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, τότε τούτο έχει δρομολογηθεί ήδη ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Πάρα ταύτα ένα σενάριο που κερδίζει συνεχώς έδαφος είναι να καταφέρει η κυβέρνηση να περάσει την αξιολόγηση και να παραμείνει όσο περισσότερο μπορεί στην εξουσία.

Να εφαρμόσει δηλ. το σχέδιο επίτευξης των στόχων μέσω αύξησης φόρων και εισφορών που με μαθηματική ακρίβεια θα οδηγήσουν την οικονομία σε κατάρρευση και σ’ ό,τι έχει μείνει ακόμα όρθιο.

Μόνο μέσα από μια χρεοκοπία στα χέρια αριστερής κυβέρνησης και μια στάση πληρωμών που θα ακουμπήσει στο τέλος τις δαπάνες του δημοσίου (μισθούς και συντάξεις) θα αρχίσει να υποχωρεί στην ελληνική κοινωνία η κυρίαρχη αριστερή ιδεολογία του δόγματος του “λεφτόδενδρου”.

Χαρακτηριστικό της κυριαρχίας της παρασιτικής ιδεολογίας του “λεφτόδενδρου” (ανάπτυξη μέσω της αύξησης της ζήτησης το λένε οι οικονομολόγοι της αριστεράς) είναι το εξής εύρημα σε χθεσινή δημοσκόπηση της “Κάπα Research” για το “Βήμα της Κυριακής”.

Στο ερώτημα ποιο είναι κατά την άποψή σας το καλύτερο μείγμα μέτρων για την επιστροφή στην ανάπτυξη; Μείωση συντάξεων και κρατικών δαπανών ή αύξηση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών;

Το 55,1% των ερωτηθέντων απαντά ούτε το ένα ούτε το άλλο… Το 26,5% μείωση συντάξεων και κρατικών δαπανών και το 14,5% αυτό που κάνει η κυβέρνηση δηλ. αύξηση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών…

Το ερώτημα είναι πως θα αντιδράσει αυτό το κοινό όταν αντί να κερδίσει τα περισσότερα θα χάσει και τα λίγα που του έχουν απομείνει.

Κανείς δεν θέλει να είναι στη θέση αυτών που τους εξαπάτησαν ή έστω που θα νομίζουν πως τους εξαπάτησαν…

Πολλάκις τους τελευταίους μήνες αλλά και χρόνια έχουμε σαν τίτλο πως “τα χειρότερα ακολουθούν” σε σημείο που να μοιάζει γραφικότητα και εμμονή της στήλης στα απαισιόδοξα σενάρια. Δυστυχώς οι εξελίξεις δεν έχουν διαψεύσει αυτήν την εκτίμηση ούτε μια φορά. Η χώρα συνεχίζει να βυθίζεται και δεν υπάρχουν πουθενά ενδείξεις αντιστροφής αυτής της κατάστασης.

2) Η αιτία της καταστροφής μας…

Αγαπητέ κ. Στούπα,

Είμαι συχνός αναγνώστης των άρθρων σας, όπως και των κειμένων που σας αποστέλλουν πολλοί αναγνώστες. Ήθελα να επισημάνω πως παρά την κριτική ματιά με την οποία αντιμετωπίζετε τη σημερινή πραγματικότητα όταν αναφέρεστε στην ιδεολογική κυριαρχία  της αριστεράς ή στη λαϊκίστικη – λαϊκή δεξιά και στις τεράστιες ευθύνες τους για τα δεινά μας, παραβλέπετε να αναφερθείτε στο γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία αδυνατεί να αναπτύξει ορθολογικά αντανακλαστικά. Εκεί θεωρώ ότι έγκειται το σημερινό πρόβλημα.

Ο Ορθολογισμός ως τάση σκέψης που διαπότισε τις αντιλήψεις των δυτικών κοινωνιών μετά το Διαφωτισμό δεν κατόρθωσε να επηρεάσει την ελληνική κοινωνία και τις πολιτικές πρακτικές και αποφάσεις. Εννοώ βεβαίως περισσότερο τις ατομικές πολιτικές επιλογές του κάθε Έλληνα πολίτη και σε δεύτερο βαθμό τον επίσημο πολιτικό λόγο που ακολουθούσε  μετά ‘κολακεύοντας’ την ανορθολογική πολιτική στάση των περισσότερων Ελλήνων.

Η Ελλάδα πέρασε εμφυλίους πολέμους, τη μικρασιατική καταστροφή, δικτατορίες, και πτωχεύσεις. Κανένα από αυτά τα παθήματα δεν φαίνεται να στάθηκε ικανό να διδάξει τους Έλληνες για το πως να αντιμετωπίσουν κάθε φορά τις προκλήσεις της Ιστορίας και πώς να επιλέγουν ορθολογικά για το συλλογικό συμφέρον.

Η κοινωνία μας έγινε φοβική σε κάθε μορφής νεωτερισμό και απέρριψε την πρόοδο κάθε φορά που είχε τη δυνατότητα να πάρει την κρίσιμη στροφή για να γίνει ένα σύγχρονο και δυνατό ευρωπαϊκό κράτος.

Ο ‘σοφός’ λαός – όπως με περισσή δόση κολακείας πολιτικοί και άλλοι ιθύνοντες αναφέρονται στους Έλληνες πολίτες – κινήθηκε πάντα με το συναίσθημα και όχι με αυστηρή κριτική σκέψη όταν κλήθηκε να αποφασίσει για κρίσιμα θέματα. Πεδίον δόξης λαμπρό και βούτυρο στο ψωμί κάθε πολιτικού και πολιτικάντη που θέλει να σφετεριστεί τη διαχείριση της τύχης αυτού του λαού για ίδια πολιτικά και κομματικά οφέλη μιας μικρής κάθε φορά κάστας ανάξιων και μικρόνοων ατόμων.

Αυτή η συναισθηματική ένταση ήταν εμφανής σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης. Η κατάλυση και η καταστροφή των πανεπιστημίων – με τεράστιο κόστος για το φορολογούμενο – κάθε φορά που συνέβαινε κάτι στη Λατινική Αμερική, η αντίσταση στην ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης στη δεκαετία του ’70, η κατασπατάληση των πόρων των αγροτικών επιδοτήσεων χωρίς πρόβλεψη για παραγωγικές επενδύσεις και για το διεθνή  ανταγωνισμό στα αγροτικά προϊόντα, η άρνηση για κάθε είδους συζήτηση για το ασφαλιστικο στη δεκαετία του ’90 και αργότερα στην εποχή Γιαννίτση, η φοβική άρνηση να λύσουμε το σκοπιανό την ώρα που δινόταν η ευκαιρία για διπλή ονομασία, η αντιμετώπιση των Ολυμπιακών αγώνων όχι σαν αφορμή για επενδύσεις σε δομές και προώθηση της τουριστικής βιομηχανίας αλλά με φοβικότητα και άρνηση. Η επιβράβευση της πολιτικής των αθρόων και αναξιοκρατικών διορισμών στο δημόσιο και της κρατικοδίαιτης επιχειρηματικότητας που επιβάρυναν την οικονομία ενώ ταυτόχρονα η καινοτομία και η υγιής επιχειρηματικότητα στέναζαν κάτω από την μπότα του κράτους. ‘ Όλα προς τέρψιν του ‘λαού΄.

Και η ενδεικτική λίστα δεν έχει τελειωμό. Φοβικότητα σε κάθε επιτυχημένη διεθνή πρακτική. Άρνηση για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και τη χρηματοδότηση από φορείς και επιχειρήσεις για την παραγωγή έρευνας, υστερία στην πρόταση να γίνει η αγγλική δεύτερη επίσημη γλώσσα στην Ελλάδα προς προσέλκυση επενδύσεων και φοιτητών από το εξωτερικό, αντίσταση στο νόμο Γιαννάκου – Διαμαντοπούλου για την παιδεία, για να μην μιλήσουμε για τις ιδιωτικοποιήσεις και την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα που αντιμετωπίζονται ως παρά φύσιν πρακτικές!

Μιλάμε για ένα εχθρικό κράτος απέναντι στην επιχειρηματικότητα. Αν εξαιρέσουμε την δαιδαλώδη πολυνομία και το ατελές νομικό πλαίσιο για το οποίο ευθύνεται η πολιτική τάξη, έχουμε αναρωτηθεί ποτέ ποιος κάθεται πίσω από το γκισέ κάθε φορά που ένας πολίτης που προσπαθεί να επιχειρήσει στην Ελλάδα έχει μία εκκρεμότητα? Μα ένας άλλος πολίτης, που σε πολλές περιπτώσεις είναι ένας εχθρικός εκπρόσωπος του κράτους. Έχουμε δαιμονοποιήσει το κέρδος, την ιδιωτική προσπάθεια, ακόμη και την επιχειρηματική αποτυχία. Όταν σε αυτό το εχθρικό περιβάλλον μία επιχείρηση αποτύχει όλοι έρχονται να αναθεματίσουν τον επιχειρηματία και να απαιτήσουν την επαναλειτουργία της επιχείρησης λες και κάποιο μαγικό χέρι θα πληρώσει γι αυτό!

Η Ελληνική κοινωνία αρνείται συστηματικά να εκσυγχρονιστεί και προσπαθεί να πορευτεί μπροστά έχοντας το βλέμμα προς τα πίσω. Κινείται με ταμπού σε κάθε καίριο ζήτημα. Επί παραδείγματι η πολιτική τάξη φοβάται να πει στους πολίτες ότι το σκοπιανό πρόβλημα ίσως πρέπει να επιλυθεί στη βάση των νέων διεθνών δεδομένων εφόσον η κοινή γνώμη αρνήθηκε πεισματικά τη διπλή ονομασία όταν τα δεδομένα ήταν πιο ευνοϊκά για την Ελλάδα. Λυπάται κανείς να ακούει Μητροπολίτες μορφωμένους και σεβαστούς να αντιμετωπίζουν την ευεργετική επίσκεψη του Πάπα αυτήν την κρίσιμη περίοδο με όρους και διπλωματία της εποχής των σταυροφοριών. Θλίβεται κάποιος να παρακολουθεί επί έξι χρόνια μία σφοδρή οικονομική κρίση να ταλανίζει αενάως τη χώρα επειδή η πολιτική τάξη δεν επέβαλλε τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις ακαριαία ώστε να μειώσει το ηθικό και οικονομικό κόστος στους πολίτες παρασυρόμενη από την ανορθολογική στάση που συλλογικά έχει αναπτύξει η κοινή γνώμη  σε όλα τα σχετικά με την κρίση θέματα.

Το συμπέρασμα είναι ότι η Ελληνική κοινωνία χρειάζεται περισσότερο παρά ποτέ πολιτικούς ηγέτες που θα μπορέσουν να εκσυγχρονίσουν την κοινωνία τάχιστα, πριν να είναι πολύ αργά, συσπειρώνοντας όλες τις κοινωνικές δυνάμεις – διανοούμενους, καλλιτέχνες, δημοσιογράφους, επαγγελματικές ομάδες, ακόμα και κάποιους εκκλησιαστικούς ηγέτες – στην ‘επανάσταση του ορθολογισμού’ έτσι ώστε η χώρα μας να κατορθώσει να γίνει το πιο υγιές κομμάτι του δυτικού κόσμου και να αφήσει για πάντα πίσω της τις επιρροές κουλτούρας που εκπορεύονται από την γειτνίασή της με την ανατολή. Το Βυζάντιο μπορεί να αποτελεί πολύτιμο κομμάτι της Ιστορίας μας, ωστόσο η σύγχρονη Ελλάδα είναι καιρός να υιοθετήσει το Δυτικό Ορθολογισμό. Προσηλωμένη στην πολιτισμική και οικονομική πρόοδο και απαλλαγμένη από φαντασιώσεις που τις εκμεταλλεύονται μικρόνοες πολιτικοί.

Έτσι νομίζω κύριε Στούπα ότι ο παιδευτικός σας λόγος θα πρέπει να εξηγεί όχι μόνο τα συμπτώματα της Ελληνικής κρίσης αλλά και τις αιτίες αυτής, που κατά τη γνώμη μου είναι ο ανορθολογισμός που διαπνέει την κουλτούρα της Ελληνικής κοινωνίας και ο οποίος σε μεγάλο βαθμό τροφοδοτείται από τη συναισθηματική αντιμετώπιση όλων των καίριων θεμάτων. Ο πολιτικός φιλελευθερισμός και ο ορθολογισμός πρέπει να είναι η λύση στα δεινά της Ελλάδος.

Με εκτίμηση

Νίκος Γλυμίδης  capital.gr