Πολυκερματισμός της Ευρώπης…

Γιάννης Παπαδόπουλος…Το δημοψήφισμα για το Brexit της 23ης Ιουνίου έθεσε σε κίνηση μια διάλυση του αγγλικού πολιτικού συστήματος (γνωστού και ως Westminster), με τις παραιτήσεις του Πρωθυπουργού Κάμερον και των δύο ακροδεξιών τενόρων του Leave Μπόρις Τζόνσον και Νάιτζελ Φαράζ, καθώς και με την ψήφο δυσπιστίας των Εργατικών βουλευτών απέναντι στον αρχηγό του κόμματος Τζέρεμι Κόρμπιν. Αποκάλυψε όμως ανάγλυφα και τον πολυκερματισμό μιας Ευρώπης που μόνο «Ενωμένη» δεν είναι, δυστυχώς.
Πράγματι, το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος φανερώνει μια ΕΕ διασπασμένη μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας-Ιταλίας, Δύσης και Ανατολής, Βορρά και Νότου, χριστιανοδημοκρατών και σοσιαλδημοκρατών.
Κατ’ αρχήν, ο περίφημος γαλλογερμανικός άξονας, κινητήρια δύναμη της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, δε λειτουργεί πια: το Βερολίνο δε θέλει να προχωρήσει σε πραγματική εμβάθυνση της ευρωζώνης και πολιτική ολοκλήρωση της Ένωσης, με ευρωομόλογα για αμοιβαιοποίηση του χρέους, κοινό σύστημα εγγύησης τραπεζικών καταθέσεων και πολιτική νομιμοποίηση της εκτελεστικής εξουσίας της Ένωσης όσο η Γαλλία δεν έχει (υποτίθεται) ακόμα κάνει «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» στην αγορά εργασίας και τη δημοσιονομική διαχείριση, ενώ η Γαλλία, συνεπικουρούμενη από την Ιταλία, θεωρούν ότι το Brexit είναι η χρυσή ευκαιρία για μια πραγματική ομοσπονδιοποίηση της ΕΕ και δεν πρέπει να πάει χαμένη. Ταυτόχρονα, οι εκλογές του 2017 πλησιάζουν, τόσο στη Γαλλία όσο και στη Γερμανία, με αποτέλεσμα το παράθυρο ευκαιρίας να κλείνει πολύ σύντομα και να επικρατούν σταδιακά οι δημαγωγικές και εθνοκεντρικές δυνάμεις.
Ακόμα, η Δυτική Ευρώπη (ιδίως δε η Γερμανία) αντιπαρατίθεται σφοδρά με τα νεότερα κράτη μέλη της Ανατολικής Ευρώπης με αφορμή το Προσφυγικό.
Οι λεγόμενες «χώρες του Βίζεγκραντ» (πρώην κομμουνιστικά κράτη που ενσωματώθηκαν στην ΕΕ το 2004) θεωρούν ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ήτοι οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί που διέπονται πραγματικά από κοινοτικό πνεύμα, επιθυμούν να τους επιβάλουν ποσοστώσεις στην υποδοχή προσφύγων και μεταναστών παρά το ότι οι υπερ- και ακροδεξιές τους κυβερνήσεις δε θέλουν να δουν μελαψό Μουσουλμάνο ούτε ζωγραφιστό στα εδάφη τους. Τα κράτη αυτά, που έχουν εισπράξει μυθώδη ποσά από τα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία και από την Κοινή Γεωργική Πολιτική της ΕΕ, τώρα αντεπιτίθενται με περισσό θράσος και θέλουν να αναθεωρηθούν οι Συνθήκες ούτως ώστε να αφαιρεθούν εξουσίες από τις Βρυξέλλες και να επανέλθουν στα έθνη-κράτη.
Η διαίρεση Βορρά-Νότου, η οποία διαφάνηκε με την καταστροφική διαχείριση της κρίσης μετά το 2010, συνεχίζει να υπάρχει, καθώς τίποτα δεν έχει ουσιαστικά επιλυθεί, σε αντίθεση με ό,τι έχει συμβεί στις ΗΠΑ υπό την προεδρία Ομπάμα: η Ελλάδα έχει ξαναβυθιστεί στην ύφεση, οι ιταλικές τράπεζες κινδυνεύουν από τη συνεχή άνοδο των επισφαλών δανείων και το δημόσιο χρέος αυξάνεται σε όλο το Νότο. Τέλος, οι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες της Ένωσης επιθυμούν μια αντικυκλική διαχείριση της κρίσης με δημοσιονομική και επενδυτική τόνωση καθώς και με μέτρα κοινωνικής εναρμόνισης σε ευρωπαϊκό επίπεδο (π.χ. πανευρωπαϊκό επίδομα ανεργίας), τη στιγμή που οι χριστιανοδημοκράτες ηγέτες, υπό την αδιαφιλονίκητη ηγεμονία της Καγκελαρίου Μέρκελ, δε θέλουν να ακούσουν για χαλάρωση της σιδηράς δημοσιονομικής πειθαρχίας και συνεχίζουν να επιβάλλουν μέτρα που κατακρημνίζουν τη συνολική ζήτηση στο Νότο και αυξάνουν τις αποπληθωριστικές τάσεις με τη δημιουργία υπερβολικών εμπορικών πλεονασμάτων και την έλλειψη δημοσίων επενδύσεων.
Σε μια τέτοια παραλυτική ατμόσφαιρα, όπου όλοι θεωρητικά συμφωνούν ότι «αυτή η ΕΕ πρέπει να αλλάξει για να μη διαλυθεί», αλλά διαφωνούν σφόδρα ως προς την κατεύθυνση των επιθυμητών αλλαγών, το άτυπο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο των 27 (όλων των πρωθυπουργών και αρχηγών κρατών πλην του υπό προθεσμία πρωθυπουργού Κάμερον) που διεξήχθη την Τετάρτη 29 Ιουνίου κατέληξε σε ένα άνευρο κείμενο. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες δείχνουν απλώς ότι θέλουν να κερδίσουν χρόνο μέχρι το φθινόπωρο, οπότε και ευελπιστούν να βρουν κάποιον ελάχιστο κοινό παρονομαστή για την μελλοντική πορεία της Ένωσης. Κάνουν, δηλαδή, ακριβώς το αντίθετο από αυτό θα έπρεπε μετά την κρίση του Brexit, αποδεικνύοντας έτσι το τραγικό έλλειμμα ηγεσίας, οράματος και θάρρους στη σημερινή Ευρώπη.