Πάνος Θεοδωρίδης…Ο άγιος Κορίνθου εν τω ναώ. «Εκφράζω πικρό παράπονο… Είναι δυνατόν να ακούς ολόκληρο πρωθυπουργό να λέει ζητώ συγγνώμη γιατί καθυστερήσαμε; Να το λέει επίσημα ο πρωθυπουργός της χώρας μας; Αν του έδινα ως ευχή και του έλεγα να σε αξιώσει ο Θεός να παραστείς και στα συμβόλαια των παιδιών σου τι θα μού έλεγε τότε; με ειρωνεύεσαι; με κατηγορείς; τι μου λες;»
Χρησιμοποιώ την προσηγορία «άγιος» χωρίς ειρωνεία. Σε μία χώρα όπου όποιος υπήρξε πρόεδρος, υπουργός η υφυπουργός και  στρατηγός, αποκαλείται δια βίου πρόεδρος, υπουργός και στρατηγός, για μια δουλειά που έκαναν στο παρελθόν, δεν διστάζω, αναγνωρίζοντας ότι προσώρας οι άγιοι ανακηρύσσονται από Συνόδους,να δεχτώ ότι ένας δέσποτας σκοπεύει να γίνει άγιος, πρώτα ο Θεός. Την πρόθεσή του αποδέχομαι, πράγμα καλύτερο από το να ζαλώνομαι δια βίου μια παρελθούσα θητεία.
Ο άνθρωπος μιλούσε σε χριστεπώνυμο πλήρωμα,τηρώντας μια μακρόχρονη παράδοση φρονηματισμού, εθιμική σε κάποιο σημείο της λειτουργίας.Συνήθως αναπτύσσει και εξηγεί το Ευαγγέλιο που μόλις ακούστηκε, αλλά έχει τον τρόπο να κατονομάσει προβλήματα που έχει σκοπό να καυτηριάσει, σπανιότερα να επαινέσει.
Είναι η περίφημη «επιρροή των αμβώνων» ο τρόμος και ο φόβος παντός πολιτικού και η ελπίδα των υποψηφίων που προσπαθούν να ενταχθούν στους θεοτικούς.
Κηρύγματα έχουν διασωθεί χιλιάδες μέσα στον Χρόνο. Μερικά είναι αριστουργήματα ρητορικής, άλλα είναι βαρετά, πολλά εμφανίζονται στον Τύπο μόνον όταν λέγεται κάτι που θα καταλήξει στην Αγορά ως «κοίτα τι είπε ο τραγόπαπας» ή «ας βάλουν ρούχα ταπεινά, οι χρυσοστόλιστοι» , με δυο λόγια όταν οι αντικληρικαλιστές ενοχλούνται.
Ένα από τα πιό συνήθη στρατηγήματα του κηρύγματος, είναι το παράδειγμα. Πρέπει να είναι κατανοητό, καίριο, να προκαλεί απλουστευτική έγκριση της άποψης του ιεροκήρυκα και να μειώνει τον φταίχτη, τον αίτιο, τον λάθος λοβό του εγκεφάλου.
Στις παραβολές των Ευαγγελίων, το καλό και το κακό, ουδέποτε ήταν «κατσε να δούμε, μήπως ο  άσωτος είχε τα δίκια του ή μήπως το αλάτι στεγνώνει». Όσο πιο διχαστικό, άσπρο-μαύρο (και όχι κιάρο σκούρο) είναι το παράδειγμα, τόσο εντυπωσιάζεται το κοινό.
Ο άγιος Κορίνθου, δικαιούται ασφαλώς να παραπονεθεί πικρά, να μη του αρέσει η συγγνώμη του πρωθυπουργού,επειδή έχει άλλη άποψη για το κύρος της πολιτικής ηγεσίας. Στο παράδειγμα τα χάλασε.
Διότι αν έλεγε «θα ζητούσε άραγε συγγνώμη και αν τα παιδιά του τον καλούσαν σε τελετή συμφώνου;» όλα καλά και άγια. Γνώμες είναι, ο νεοπλατωνισμός έχει ήδη διασυρθεί τα τελευταία δέκα χρόνια από τον Άδωνι Γεωργιάδη και την μαιευτική του, για να μη χρειαζεται να είσαι πάντα εύστοχος.
Νομίζω ότι η χλαλοή δεν έγινε για την εκπεφρασμένη άποψη, αλλά για την παρενδυσία της. Η φαρμακερή φράση ήταν «αν του έδινα ως ευχή και του έλεγα να σε αξιώσει ο Θεός».
Είναι ακριβώς η φράση που πολύ υποδεέστεροι της παιδείας του ιεράρχη, αποφεύγουν διαχρονικώς όταν σε ρωτούν «θέλεις να βιάσουν την αδελφή σου οι εαμοβούλγαροι;», «τι θα έλεγες, αντιρατσιστή μου, άν η κορούλα σου, έφερνε για γαμπρό έναν χασαπογυφτοκατσίβελο;»
Οταν το «αδιάσειστο επιχείρημα» ακουστεί χωρίς πρόσημο, ο πρωθυπουργός θα μπορούσε να απαντήσει,αν έλειπαν τα περί ευχής του Θεού και των αξιώσεων αυτού, «δεν θα με πείραζε». Και τέρμα.
Η παρενδυσία, και να καταλαβαινόμαστε, είναι πως ο δέσποτας χρησιμοποιώντας ένα πανάρχαιο τέχνασμα καταράστηκε τον πρωθυπουργό.
Η κοινωνία των αντικληρικαλιστών που ενοχλήθηκε, ακόμη και το γένος των Συριζιστών, που έμεινε με ανοιχτό το στόμα, όλο και κάτι γνωρίζουν από ταρώ, φλυτζάνια, ιπτάμενα τραπεζάκια, αποκρυφισμό, ματιάσματα, μαγγανείες,μάγια, λεκανομαντείες και τα συναφή.
Η έμφορτη «Θεού» και «ευχών» προτασούλα, ήταν στην κατηγορία του «μη σώσεις και δεις εγγόνια» ή «άντρα να φυτεύεις, πούστης να φυτρώνει» ή κάτι ανάλογο.
Άν έλεγε «πως θα σου φαινόταν αν τα παιδιά σου σε καλούσαν στην υπογραφη συμφώνου», κανένα πρόβλημα. Μόνον που έτσι,το ρητορικό τέχνασμα θα ήταν μούφα, διότι κι εγώ αν έπραττε το παιδί κάτι μη του γούστου μου,δεν θα το έκανα ανατολικό ζήτημα.
Επομένως, όπως ισχύει το επιστημονικό αξίωμα της μη λήψης εκ του ζητουμένου, ισχύει καθαρά και η παραβίαση μιας από τις δέκα εντολές. Έβαλε επι ματαίω τον Θεό στα λόγια του. Ήταν αρά και όχι ευχή .Ήταν «δεύτε λάβετε φως, μη σας κάψει ο θεός» που λέει μια ψυχή.
Κι έτσι, το ειδικό κοινό, δικαίως ανατρίχιασε. Διότι η δοξασία υπερτερεί της ορθοφροσύνης, τα μάγια της ιατρικής, το τέχνασμα των επιχειρημάτων και ο Κατρούγκαλος του Χαρδούβελη….