Ζητείται στρατηγική για την ανάπτυξη…

Του Δημήτρη Σκάλκου

Σύμφωνα με τον φετινό Προϋπολογισμό, το ΑΕΠ προβλέπεται να καταγράψει περαιτέρω υποχώρηση κατά 1,3%. Με τη σωρευτική ύφεση της περιόδου 2010-2015 να ανέρχεται στο 25% του ΑΕΠ, η Ελλάδα μοιάζει ανήμπορη να απεγκλωβιστεί από την παγίδα της λιτότητας. Για να τροχοδρομήσει η οικονομία στις ράγες της βιώσιμης ανάπτυξης,  απαιτούνται πολυετείς θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης που θα διευκολύνουν τη δημοσιονομική προσαρμογή, θα ενισχύσουν την παραπαίουσα απασχόληση και θα ανασυστήσουν την καθημαγμένη παραγωγική βάση της χώρας.

Με βάση τις διαθέσιμες μελέτες (McKinsey 2012), στοχευμένες επενδύσεις συνολικού ύψους 112 δις ευρώ μέχρι το 2020 σε επιλεγμένους τομείς δραστηριότητας θα μπορούσαν να αποδώσουν ετησίως στην ελληνική οικονομία 48 δις ευρώ, δημιουργώντας παράλληλα 640 χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας. Ωστόσο, η ιδιωτική οικονομία ακολουθεί τα τελευταία χρόνια μία δραματική  πορεία αποεπένδυσης, ενώ οι απαιτούμενες δημόσιες επενδύσεις υφίστανται την καθίζηση της δημόσιων οικονομικών. Έτσι, το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων έχει ουσιαστικά μηδενιστεί στο εθνικό του σκέλος καθώς από τα 6,75 δις ευρώ για το τρέχον έτος τα 6 δις αφορούν στην κοινοτική συνδρομή. Και οι διαθέσιμοι πόροι των διαρθρωτικών και επενδυτικών Ταμείων (ΕΔΕΤ), αν και σημαντικοί σε απόλυτους αριθμούς (36 δις για την περίοδο 2014-2020), δεν επαρκούν για την χρηματοδότηση των αναγκών της οικονομίας, ειδικά αυξημένων σε περίοδο κρίσης.

Είναι λοιπόν αυτονόητο ότι, απαιτείται η αποτελεσματική αξιοποίηση των διαθέσιμων πιστώσεων για την επίτευξη της μέγιστης δυνατής μόχλευσης (πολλαπλασιασμού) πόρων. Δυστυχώς, ο σχεδιασμός των δημόσιων πολιτικών προσκρούει στις χρόνιες παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος. Η επιλογή των έργων σχεδόν πάντοτε ακολουθούσε περισσότερο την πολιτική παρά την οικονομική λογική του προγραμματισμού. Ευάλωτες απέναντι στις πιέσεις των ομάδων ειδικών συμφερόντων και ευαίσθητες στις διακυμάνσεις του πολιτικού κύκλου, οι κυβερνήσεις, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, προέκριναν αποσπασματικές παρεμβάσεις αντί ολοκληρωμένων αναπτυξιακών δράσεων. Κάπως έτσι, επιλέγονταν για χρηματοδότηση αγροτικές οδοποιίες αντί δαπανών για την Έρευνα και Ανάπτυξη και κτηριακές υποδομές αντί επενδύσεων στο ανθρώπινο δυναμικό. Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα ποτέ δεν εφάρμοσε με συνέπεια μία συνεκτική αναπτυξιακή στρατηγική.

Στο σχεδιασμό του νέου ΕΣΠΑ 2014-2020, επιχειρήθηκε η προώθηση ενός νέου αναπτυξιακού μοντέλου προσανατολισμένου στη διαμόρφωση του κατάλληλου επιχειρηματικού περιβάλλοντος («οικοσύστημα»), με τους διαθέσιμους πόρους να κατευθύνονται σε παραγωγικούς τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας. Ωστόσο, η σημαντική αυτή προσπάθεια δεν επαρκεί. Απαιτείται η λειτουργική ενσωμάτωση των συγχρηματοδοτούμενων πόρων σε ένα ολοκληρωμένη στρατηγική ανάπτυξης που αντιμετωπίζει τις διαρθρωτικές αδυναμίες της οικονομίας, αντί των συνήθων αποσπασματικών παρεμβάσεων. Σε αυτό το πλαίσιο:

– Είναι απαραίτητος ο συντονισμός των ΕΔΕΤ με τον (ακόμη αναμενόμενο) νέο αναπτυξιακό νόμο.

– Αναζητείται μία εθνική βιομηχανική πολιτική που να στοχεύει σε συγκεκριμένους τομείς και παραγωγικούς κλάδους ενισχύοντας τον ανταγωνισμό εντός του ιδίου κλάδου.

– Oι αναπτυξιακές δράσεις θα πρέπει να μην ακυρώνονται από την ακολουθούμενη οικονομική πολιτική (πχ. η αύξηση του κόστους της ενέργειας μηδενίζει τα οφέλη από τις διαρθρωτικές παρεμβάσεις για τη στήριξη της βιομηχανίας).

Για πρώτη φορά και στο πλαίσιο της σύμβασης δανειακής διευκόλυνσης (3ο Μνημόνιο), η κυβέρνηση δεσμεύτηκε να οριστικοποιήσει μία στρατηγική ανάπτυξης μέχρι τον Μάρτιο του 2016. Επ’ αυτού δεν γνωρίζουμε ακόμη πολλά. Σε κάθε περίπτωση, στην εφαρμογή μίας αναπτυξιακής στρατηγικής θα κριθεί η δυνατότητα της χώρας να ανατάξει την καθημαγμένη οικονομία της.

 

*Ο κ. Δημήτρης Σκάλκος είναι πολιτικός επιστήμονας-διεθνολόγος. Το βιβλίο του «Αλήθειες για το φιλελευθερισμό- όψεις της ανοιχτής κοινωνίας στην Ελλάδα και στον κόσμο» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κριτική.  liberal.gr/