Αμφιλεγόμενος Σαίξπηρ…

Σαν σήμερα στις 23 Απριλίου του 1564 γεννήθηκε ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ και πέθανε την ίδια ημέρα το 1616.

«Ηταν ένας άνδρας ωραίος, με καλές αναλογίες, ιδιαίτερα ευχάριστος στην παρέα, ετοιμόλογος και πνευματώδης». Η παραπάνω είναι ίσως η μόνη καταγραφή για τον Ουίλιαμ Σαιξπηρ για την οποία κανείς δεν μπορεί να εκφράσει κάποια αμφιβολία. Όλα τα υπόλοιπα που αφορούν τόσο τη ζωή του, αλλά πολύ περισσότερο την συγγραφική του κληρονομιά είναι πιο θολά και από την ίδια την ομίχλη που καλύπτει το αγαπημένο του Λονδίνο.

Ο «Βάρδος του Έιβον» όπως τον αποκαλούν χαϊδευτικά οι Άγγλοι, που για πολλούς από αυτούς αποτελεί τον εθνικό τους ποιητή, έγραψε ή συμμετείχε (τουλάχιστον αυτά γνωρίζουμε καθώς αυτά έχουν σωθεί) σε 36 θεατρικά έργα, 154 σονέτες, δύο μεγάλα αφηγηματικά ποιήματα και πολλά άλλα ποιήματα.

Και αυτά τα έχουμε στη διάθεσή μας χάρη στις προσπάθειες των συνεργατών του Χάρι Κοντέλ και Τζον Χέμινγκς, που συγκέντρωσαν μετά τον θάνατό του σχεδόν ολόκληρο το έργο του σε έναν τόμο,που αποτελεί μια εξαιρετικά αξιόπιστη πηγή.

Έτσι έχουμε τη δυνατότητα να απολαύσουμε και να αξιολογήσουμε το έργο του. Όμως δεν έχουμε παρά ελάχιστες πληροφορίες για την ιδιωτική του ζωή. Μπορούμε με αρκετή σιγουριά να συμπεράνουμε ότι επρόκειτο για έναν συγγραφέα με σκοτεινά πάθη, με αρκετές μεταμορφώσεις καθώς σε κάποια έργα του εμφανίζεται αριστοκρατικός, αλλού εγκεφαλικός, μεταφυσικός, μελαγχολικός, μακιαβελικός, νευρωτικός, ξέγνοιαστος, τρυφερός και άλλα πολλά. Ολα αυτά προκύπτουν από τη μελέτη του συνόλου του έργου του (όπως την καταγράφει ο Μπιλ Μπράισον στο βιβλίο του «Σαίξπηρ, Ολη η αλήθεια για τη ζωή του»).

Υπάρχουν όμως και ερωτήματα που δεν έχουν απαντηθεί. Τουλάχιστον όχι με πειστικό τρόπο. Ποιος ήταν ο άνθρωπος Ουίλιαμ Σαιξπηρ; Πως γίνεται για τον άνθρωπο που φέρεται να έχει γράψει πέραν του ενός εκατομμυρίου λέξεων να είμαστε σίγουροι μόνον για αυτές που υπάρχουν στη διαθήκη του;

Οι ελάχιστες πληροφορίες που υπάρχουν για τη ζωή του άφησαν τα περιθώρια για να εκφραστούν πολλές αμφιβολίες. Αμφιβολίες που αφορούσαν την εξωτερική του εμφάνιση, τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις ακόμη και την σεξουαλικοτητά του. Και φυσικά αν όλα τα έργα του ήταν προιόν της ζωηρής του φαντασίας. Όλα αυτά έχουν δημιουργήσει αυθεντική εμμονή σε ακαδημαϊκούς – ίσως και όχι μόνο – κύκλους.

Οι υποστηρικτές της θεωρίας ότι ο Σαίξπηρ δεν ήταν ο συγγραφέας των έργων που του αποδίδονται ξεκινούν με ένα σημαντικό για αυτούς δεδομένο. Ο Ουίλιαμ δεν είχε πανεπιστημιακή μόρφωση. Γεγονός που οδηγεί αρκετούς να αμφισβητήσουν πως ένας άνθρωπος που στερείται μια τέτοιας εκπαίδευσης είναι δυνατόν να έχει γραφή τόσο πλούσια σε ειδικές γνώσεις από διαφόρους χώρους, όπως η νομική επιστήμη, η ιατρική, οι πολιτικές επιστήμες, να γνωρίζει για τη ζωή στο παλάτι, για την θάλασσα, την αρχαιότητα, την ζωή στο εξωτερικό κτλ.

Στην αντίπερα όχθη οι έχοντες άλλη άποψη παραθέτουν το ότι το έργο του είναι πλούσιο σε αναφορές και περιγραφές της αγγλικής ενδοχώρας, ειδικότερα του τόπου καταγωγής του. Μιας καταγωγής που ουδέποτε απαρνήθηκε, τουναντίον πάντοτε δήλωνε υπερήφανος για τις ρίζες του.

Την άποψη ότι ο Σαίξπηρ δεν μπορεί να έχει γράψει όλα αυτά τα έργα υιοθετεί έστω και εμμέσως και ο Πήτερ Ακρόυντ στο βιβλίο «Σαιξπηρ, η βιογραφία» ο Σαίξπηρ δεν ταίριαζει στο lifestyle των σύγχρονων του θεατρικών συγγραφέων. Όλη η κάστα των συγγραφέων είναι «πανεπιστημιακής μόρφωσης, δραστήριοι, ριψοκίνδυνοι, μέθυσοι, ελευθεριάζοντες, απείθαρχοι». Πίνουν, ερωτεύονται, ξιφομαχούν και γράφουν έργα σε μια επιβλητική και θελκτική γλώσσα που ψυχαγωγεί το ετερόκλητο θεατρικό κοινό. Ο Σαιξπηρ διαφέρει από όλους αυτούς. Η μόρφωσή του είναι ελλιπής, η σχέση του με το θέατρο είναι περιορισμένη στα έργα που έφερναν τα θεατρικά μπουλούκια στο Στράτφορντ, αλλά είναι πρώτα απ’ όλα ηθοποιός» σημειώνει ο Άκρουντ, ο οποίος παρατηρεί επίσης ότι ο Σαίξπηρ στα μάτια των υπολοίπων δεν ήταν κάτι παραπάνω από «ένα άξεστο αγροτόπαιδο». Το βιβλίο του Άκρουντ βασίζεται σε μελέτη ιστορικών ντοκουμέντων της εποχής εκείνης. Από αυτά μαθαίνουμε ότι ο Σαίξπηρ «ανδρώθηκε σε ένα οικογενειακό περιβάλλον λαϊκής προέλευσης, που έχαιρε ωστόσο οικονομικής ευμάρειας, οφειλόμενη κατ’ αποκλειστικότητα στη μορφή του φιλόδοξου και υπερδραστήριου πατέρα. Ο Τζον Σαίξπηρ καταγράφεται σε επίσημα έγγραφα από γαιοκτήμονας, κατασκευαστής γαντιών και κτηνοτρόφος, μέχρι χωροφύλακας του Στράτφορντ, ενώ στο απόγειο της κοινωνικής του ανέλιξης διετέλεσε δήμαρχος της ομώνυμης πόλης. Σε έγγραφα εμπορικών συναλλαγών που διασώζονται, ο Τζον Σαίξπηρ υπογράφει με χρήση συμβόλου, γεγονός που ενισχύει τον ισχυρισμό ότι ο μεγαλύτερος δραματουργός της Αγγλίας προερχόταν από αναλφάβητο πατέρα».

ΣαίξπηρΑλλά δεν ήταν το μόνο στοιχείο από την παιδική του ηλικία που τον σημάδεψε ή έπαιξε σημαντικό ρόλο στην μετέπειτα εξέλιξή του. Ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ έχει μια εμφανή απέχθεια προς τα δυσώδη επαγγέλματα τα οποία απασχολούν τους κατοίκους της περιοχής του και η μετακόμισή του προς το Λονδίνο και άλλες ενασχολήσεις είναι σχεδόν επιτακτική. Αυτό που δεν ήξερε φεύγοντας είναι ότι μια από τις πρώτες δουλειές που θα αναγκαστεί να κάνει στην βρετανική πρωτεύουσα είναι αυτή του «παρκαδόρου» στο θέατρο για τα άλογα των πλουσίων γαιοκτημόνων και αστών.

Μια άλλη εξίσου σημαντική βιογραφική λεπτομέρεια είναι η πεποίθηση πολλών εκ των μελετητών και βιογράφων του ότι πιθανότατα εργάστηκε για σημαντικά μεγάλο χρονικό διάστημα σε δικηγορικό γραφείο. Έτσι τουλάχιστον μπορούν να εξηγήσουν με μεγαλύτερη ασφάλεια την ύπαρξη πολλών νομικών όρων στα έργα του.

Ακόμη και σήμερα υπάρχει μια μικρή αλλά ισχυρή μεινότητα πανεπιστημιακών που επιμένουν ότι πίσω από τον Σαίξπηρ υπήρχε κάποιος άλλος. Αυτό που οι περισσότεροι δέχονται είναι ότι μπορεί να έγραψε τα έργα του με τη βοήθεια κάποιων συναδέλφων του, κάτι σύνηθες σε εκείνη την εποχή. Και υπάρχουν και αυτοί όπως ο Μπιλ Μπράισον που στη βιογραφία του, αξιολογώντας προσεκτικά και τεκμηριωμένα συμπεράσματα προηγούμενων μελετών και καταγράφοντας τα δικά του ερευνητικά πορίσματα, επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στο τι πραγματικά γνωρίζουμε για τον Ουίλιαμ Σαίξπηρ, την πιο σημαντική φυσιογνωμία των αγγλικών γραμμάτων, αποτίοντάς του παράλληλα φόρο τιμής.

Όπως και να έχει, οι μελετητές του εκφράζουν τον θαυμασμό τους για την δεξιοτεχνία με την οποία «ισορροπούσε» ανάμεσα στην κωμωδία και το δράμα, για την βαθειά κατανόηση για την ανθρώπινη φύση που αποπνέουν όλα του τα έργα. Η επίδραση του έργου στην αγγλική λογοτεχνεία καταλυτική και η αποδοχή που είχε σχεδόν απόλυτη, Ήταν μάλιστα τέτοια η λατρεία των Βικτωριανών στο πρόσωπό του που ο Τζορτζ Μπέρναντ Σω έκανε λόγο για «βαρδολατρεία». Η επιρροή του έργου όμως δεν έμεινε μόνο στα στενά όρια του Μεγάλου Βασιλείου. Έγινε παγκόσμια. «Έχει δοκιμάσει να γράψει ποίηση και είναι ικανός να «κλέβει» το έργο του Οβίδιου η του Πλούταρχου και να τους δίνει νέα πνοή» θα τον κατηγορήσουν καθώς υιοθέτησε και να απέδωσε αρχέτυπα προγενέστερών του. Αλλά με τη σειρά του έδωσε σε μεταγενεστέρους του την πλατφόρμα εκείνη για να υλοποιήσουν την έμπνευση και κάθε καλλιτεχνική τους ανησυχία. Και κυρίως άφησε παρακαταθήκη χαρακτήρες και ρήσεις πραγματικά ανυπέρβλητες.

Όχι άσχημα για ένα χωριατόπαιδο από το Στράτφορντ-απόν-Εϊβον που ταξίδεψε στο Λονδίνο για να γίνει ηθοποιός.

Η αφετηρία της αμφισβήτησης

H εμμονή για την ταυτότητα του Σαίξπηρ ξεκίνησε στα μέσα του 19ου αιώνα. Ήταν το μακρινό 1852 όταν η αμερικανίδα Ντίλια Μπέικον διέσχιζε τον Ατλαντικό αποφασισμένη να αποκαλύψει την αλήθεια. Ή τουλάχιστον αυτό που η ίδια θεωρούσε ως τέτοια. Ότι πίσω από την υπογραφή Ουίλιαμ Σαιξπηρ βρισκόταν ο (διάσημος) συνονόματός της Φράνσις Μπέικον. Από τις πρώτες μέρες παραμονής στην Γηραιά Αλβιώνα βρήκε έναν άνθρωπο ο οποίος άκουσε με προσοχή και εν τέλει υιοθέτησε την θεωρία της. Το γεγονός ότι ο άνθρωπος αυτός ήταν και επιχειρηματίας(και μετέπειτα χορηγός της) της επέτρεψε να παρατείνει την παραμονή της στο νησί για τέσσερα χρόνια. Στο διάστημα αυτό η έρευνά της περιελάμβανε σχεδόν αποκλειστικά επισκέψεις σε μέρη όπου έζησε ή σύχναζε ο Μπέικον. Επέστρεψε στη Βοστώνη όπου αφοσιώθηκε στην συγγραφή. Αυτό που παρήγαγε η τετράχρονη έρευνά της Ντίλια Μπέικον ένας ογκώδης τόμος με τίτλο «Αποκάλυψη της φιλοσοφίας των έργων του Σαίξπηρ». Ο τίτλος σίγουρα κέντρισε αρκετούς, αλλά το παραληρηματικό και συνάμα δυσνόητο ύφος γραφής απέτρεψαν πολλούς από το να ολοκληρώσουν το πόνημα της Μπέικον. Το γεγονός ότι δύο χρόνια αργότερα πέθανε σε ψυχιατρικό ίδρυμα όπου νοσηλευόταν καθώς πίστευε ότι ήταν το Άγιο Πνεύμα δεν βοήθησε κανέναν εντός ή εκτός της ακαδημαϊκής κοινότητας να πάρει σοβαρά το έργο της. Αλλά ο σπόρος είχε ήδη πέσει σε χώμα που είναι ιδιαίτερα γόνιμο για τέτοιου είδους εικασίες.