Η καρδιά του καπιταλισμού…

Του Richard M. Ebeling… Ο ανταγωνισμός της αγοράς βρίσκεται στο επίκεντρο του καπιταλιστικού συστήματος.

Αποτελεί την κινητήριο δύναμη της δημιουργικής καινοτομίας, τον μηχανισμό με τον οποίο η προσφορά και η ζήτηση αγαθών ισορροπούν και το θεσμικό πλαίσιο στο οποίο τα άτομα βρίσκουν ελεύθερα τους τρόπους για να κερδίσουν ένα καλύτερο βιοτικό επίπεδο.

Ωστόσο, ακούγοντας τους κριτικούς του καπιταλισμού, ο ανταγωνισμός αποτελεί μια σκληρή και απάνθρωπη διαδικασία που τροφοδοτεί άσκοπες ανάγκες και επιθυμίες ή έχει την τάση να εξελίσσεται σε κλειστά μονοπώλια που αντιβαίνουν στο “δημόσιο συμφέρον”. Ο ανταγωνισμός ενθαρρύνει μια “εγωιστική” αδιαφορία για το “κοινό καλό” και οδηγεί σε χρήση πόρων διαφορετική από την κοινωνικά βέλτιστη.

Όσο ισχύει όμως η σπανιότητα των πόρων και οι κοινωνικές θέσεις για να ικανοποιήσουν την επιθυμία όλων για διάκριση είναι περιορισμένες, θα υπάρχει ανταγωνισμός

Τα κρίσιμα ερωτήματα αφορούν το πώς θα αποφασιστεί τι παράγεται και για ποιον και πώς θα καθοριστούν και θα μοιραστούν οι κοινωνικές θέσεις;

Για σχεδόν όλη την ανθρώπινη ιστορία αυτά τα ερωτήματα καθορίστηκαν από την κατάκτηση και τον εξαναγκασμό. Όσοι είχαν μεγαλύτερη φυσική δύναμη ή δυνατότητα χειραγώγησης, χρησιμοποιούσαν αυτές τις ικανότητες και δεξιότητες για να αποκτήσουν τα αγαθά που ήθελαν και το καθεστώς που επιθυμούσαν έναντι των άλλων.

Η λεηλασία επέτρεψε σε κάποιους να αρπάξουν αγαθά και στη συνέχεια να τα υποδουλώσουν και εκείνους που εργάστηκαν για την παραγωγή τους στους “κατακτητές” και να τους επιβληθούν ως τα “νόμιμα” αφεντικά τους.

Οι περισσότερες, αν όχι όλες, μορφές ανταγωνισμού ήταν μάχες για πολιτική εξουσία και θέση.

Η ευνοϊκή σχέση με τον βασιλιά ή τον πρίγκιπα έδωσαν έναν έλεγχο στη γη και τους ανθρώπους και επομένως και την κατοχή υλικού πλούτου με τις μορφές στις οποίες υπήρχαν σε εκείνη την εποχή.

Ο μύθος της αριστοκρατίας που δημιουργήθηκε, ήταν πως επρόκειτο για το θείο αποθετήριο της χάρης, της γοητείας και του πολιτισμού, οι φορείς των πολιτισμένων τρόπων και οι ευεργέτες του πολιτισμού.

Το εμπόριο και η ανταλλαγή αγαθών όμως, υπάρχουν από την απαρχή της ιστορίας.

Για παράδειγμα, ο Marco Polo (1254-1324) στον διάσημο απολογισμό για τις εμπειρίες του ταξιδεύοντας στην Κίνα από την Ευρώπη και πίσω στα τέλη του 1200, αναφέρετε στις ζωες των εμπόρων και κατασκευαστών, εξαγωγέων και εισαγωγέων, παντού, από τη Μεσόγειο, την Άπω και Μέση Ανατολή και την νοτιοανατολική Ασία.

Όμως, όλες αυτές οι δραστηριότητες που συνθέτουν την αγορά, λειτουργούσαν υπό διάφορες μορφές κυβερνητικών κανονισμών, περιορισμών και απαγορεύσεων, δεδομένης της εμβέλειας και των μεθόδων ελέγχου από τους εκάστοτε πολιτικούς ηγέτες της εποχής σε διάφορα μέρη του κόσμου.

Η πρόσβαση σε επαγγέλματα και δεξιότητες ελέγχονταν από τις εμπορικές συντεχνίες στην Ευρώπη του Μεσαίωνα.

Οι συντεχνίες περιόρισαν τον ανταγωνισμό για την είσοδο σε διάφορες κατηγορίες απασχόλησης και περιόρισαν τις μεθόδους παραγωγής που θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν για την κατασκευή αγαθών οι πωλητές, σε εκείνες που είχαν εγκριθεί από τις αντίστοιχες ενώσεις των συντεχνιών των πόλεων.

Στην ύπαιθρο, οι αγρότες ήταν δεμένοι με τη γη που ανήκε στην αριστοκρατία και δεσμεύονταν μέσα στις παραδοσιακές τεχνικές καλλιέργειας και χειροτεχνίας για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες εκείνων που ζούσαν σε αυτήν.

Η σταδιακή απελευθέρωση των ανθρώπων και της παραγωγής από αυτούς τους περιορισμούς και το άνοιγμα τόσο του εργατικού δυναμικού όσο και του μεταποιητικού τομέα σε μεγαλύτερο ανταγωνισμό με τους κανόνες της προσφοράς και ζήτησης που διέπουν την αγορά, απελευθέρωσαν όλο και περισσότερους ανθρώπους από μια ζωή καταπίεσης και εξαθλίωσης στη φτώχεια.

Ο ανταγωνισμός αυτός επέτρεψε στους ανθρώπους της επαρχίας να απεμπολήσουν τα δεσμά που τους “έδεναν” στη γη και την υποχρεωτική δουλειά για την αριστοκρατία

Πλέον, ένα άτομο μπορούσε να βρει πιο ελεύθερα δουλειά που να ταιριάζει περισσότερο με τις δικές του προτιμήσεις και κλίσεις και μπορούσε να εργάζεται στις πόλεις για να κερδίσει πολύ μεγαλύτερο εισόδημα από ό, τι είχε ποτέ στις αγροτικές περιοχές, όσο μέτρια και να φαίνονται αυτά τα εισοδήματα υπό τα σημερινά πρότυπα.

Ο ανταγωνισμός σήμαινε ότι ένα πολυμήχανο άτομο, πρόθυμο να πάρει το ρίσκο, θα μπορούσε να δημιουργήσει τη δική του επιχείρηση, να φτιάξει ένα προϊόν της δικής του επιλογής και να το εμπορευθεί σε εκείνους με τους οποίους μπορεί ελεύθερα να διαπραγματεύεται και να συνεργάζεται.

Θα μπορούσε να πειραματιστεί με νέες μεθόδους και τεχνικές κατασκευής που θα μπορούσε να κάνει προσλήψεις βάσει αμοιβαία συμφωνημένων όρων εργασίας και αμοιβών και θα μπορούσε να διατηρήσει τα κέρδη που παρήγαγε όχι μόνο για να ζήσει καλύτερα αλλά και να επανεπενδύσει ένα μέρος αυτών στην επιχείρησή του, για να εξελίξει την παραγωγή με νέους και καλύτερους τρόπους.

Δεν ήταν πλέον η παραγωγή επικεντρωμένη στην ικανοποίηση των ιδιοτροπιών των προνομιούχων λίγων που περιτριγύριζαν τον βασιλιά και την αριστοκρατία.

Ο ανταγωνισμός στην αγορά κατευθύνθηκε τώρα προς την εξυπηρέτηση των αυξανόμενων επιθυμιών του ευρύτερου απλού πληθυσμού, που όλο και περισσότερο συμμετείχε στις παραγωγικές διαδικασίες της αναδυόμενης και επερχόμενης βιομηχανικής επανάστασης.

Ο “επαναστατικός” χαρακτήρας της νέας βιομηχανικής εποχής του τέλους του 18ου και 19ου αιώνα οφειλόταν στο γεγονός ότι οι άνθρωποι ήταν πιο ελεύθεροι στο μυαλό και το σώμα για να πειραματιστούν και να συσχετιστούν εθελοντικά με άλλους, με ριζικά διαφορετικούς τρόπους από ό, τι στα προηγούμενα χρόνια.

Ο “καπιταλισμός”, όπως ονομάστηκε αυτός ο νέος τρόπος οικονομικής οργάνωσης της κοινωνίας, είχε ως χαρακτηριστικό γνώρισμα τη νέα φιλοσοφία της ανθρώπινης ελευθερίας, βασισμένη στην επαναστατική ιδέα ότι τα άτομα έχουν εγγενή και απαραβίαστα δικαιώματα.

Ο καθένας ανήκει στον εαυτό του και δεν είναι ούτε και μπορεί να υπάρξει ιδιοκτησία κανενός. Έχουν όλοι οι άνθρωποι την ελευθερία να ζουν για τον εαυτό τους, καθοδηγούμενοι από τη δική τους αντίληψη περί «καλού».

Η ηθική αρχή του ανταγωνισμού στην αγορά, εκφράζεται στον καπιταλισμό ως μια ηθική και νομική απαγόρευση του εξαναγκασμού σε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις.

Εάν θέλετε κάτι που ανήκει σε άλλους, εάν θέλετε να αποκτήσετε τα υλικά μέσα για να επιτύχετε τους στόχους που θα σας κάνουν ευτυχισμένους (όπως και να ορίζετε για τον εαυτό σας την ευτυχία), εάν επιθυμείτε τη συνεργασία και συντροφικότητα άλλων ανθρώπων για να προχωρήσετε σε σκοπούς που θεωρείτε αξιόλογους, ο μοναδικός τρόπος για να τα επιτύχετε είναι μέσω της αμοιβαίας συμφωνίας και εθελοντικής συναίνεσης με τους συνανθρώπους σας.

Ο ανταγωνισμός στον επιχειρηματικό κόσμο είναι τελικά ένας ανταγωνισμός στην αγορά εναλλακτικών οραμάτων για το πως πρέπει να είναι ο κόσμος γύρω μας, με το τελικό αποτέλεσμα να καθορίζεται από τους καταναλωτές που μπορούν (ή δεν μπορούν) να αγοράσουν ένα προϊόν και ποιος είναι (ή δεν είναι) πρόθυμος να πληρώσει μια ορισμένη τιμή.

Οι αποτυχημένοι επιχειρηματίες που υφίστανται απώλειες και όσοι αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στα αποτελέσματα από τις λανθασμένες προβλέψεις τους, τελικά αποχωρούν από την αγορά, με τα περιουσιακά τους στοιχεία να μεταφέρονται στα χέρια άλλων επιχειρηματιών οι οποίοι είναι πεπεισμένοι ότι μπορούν να τα διαχειριστούν πιο αποτελεσματικά και να εξυπηρετήσουν καλύτερα τους καταναλωτές.

Έτσι, μέσα στην καπιταλιστική οικονομία, ο μηχανισμός του ανταγωνισμού κέρδους και ζημιάς τείνει πάντα να εκχωρεί τη λήψη επιχειρηματικών αποφάσεων και τη διακριτική ευχέρεια για τη διαχείριση περιορισμένων πόρων στα χέρια εκείνων που αποδεικνύουν μεγαλύτερη ικανότητά.

Αλλά όπως τόνισε και ο Ludwig Von Mises, η επιχειρηματική επιτυχία βασίζεται τελικά στη δημιουργική φαντασία του ανθρώπινου νου, στην ικανότητα να βλέπει τις δυνατότητες του μέλλοντος καλύτερα από άλλους και να αποφέρει η παραγωγή του καρπούς, οι οποίοι στη συνέχεια αξιολογούνται μέσα από τις επιλογές των καταναλωτών στην αγορά.

“Στο καπιταλιστικό σύστημα της οικονομικής οργάνωσης της κοινωνίας οι επιχειρηματίες καθορίζουν την πορεία της παραγωγής. Κατά την εκτέλεση αυτής της λειτουργίας είναι άνευ όρων υποταγμένοι αποκλειστικά στις επιθυμίες των καταναλωτών.”

Ο ανταγωνισμός είναι χρήσιμος και, πράγματι, απαραίτητος για τις δημιουργικές διαδικασίες της αγοράς.

Μόνο μέσω της ανταγωνιστικής διαδικασίας μπορούμε να ανακαλύψουμε τις ικανότητες κάθε ατόμου σε σχέση με άλλους.

Είναι επίσης αλήθεια ότι κάθε άτομο αδυνατεί να αξιολογήσει με ακρίβεια τις ικανότητες του σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον, αν δεν προσπαθεί πρώτα να μάθει τι μπορεί να επιτύχει, υποβάλλοντας τον εαυτό του στη δοκιμασία του ανταγωνισμού, απαντώντας στα ακόλουθα ερωτήματα:

  • Τι θα θέλουν οι καταναλωτές στο μέλλον όσον αφορά τα υπάρχοντα ή νέα αγαθά και υπηρεσίες;
  • Ποίος μπορεί να επινοήσει τον αποτελεσματικότερο οικονομικά τρόπο προσφοράς ενός προϊόντος ή υπηρεσίας στην αγορά;
  • Ποιος μπορεί να το κάνει καλύτερα από τους ανταγωνιστές του;
  • Ποιοι είναι οι βέλτιστοι τρόποι αξιοποίησης των πόρων συγκριτικά με τους εναλλακτικούς;

Δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίζουμε πραγματικά τις απαντήσεις σε τέτοιου είδους ερωτήματα, εκτός μιας ανοικτής ανταγωνιστικής αγοράς, στην οποία υπάρχουν οι ευκαιρίες κερδοφορίας και τα άτομα έχουν τα κίνητρα να προσπαθήσουν.

Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά μιας ανταγωνιστικής οικονομίας της αγοράς, είναι πιθανά και μόνο λόγω των θεσμικών προϋποθέσεων ενός καπιταλιστικού συστήματος.

Είναι η απελευθέρωση των ατόμων από πολιτικούς περιορισμούς, η απελευθέρωση των αλληλεπιδράσεων της αγοράς από κυβερνητικούς κανονισμούς και η αναγνώριση ότι ο καθένας, ως συμμετέχων στην αγορά, έχει τα δικαιώματα στη ζωή, στην ελευθερία και στην ιδιοκτησία (που αποκτήθηκε με μη- απατηλό τρόπο), τα χαρακτηριστικά του καπιταλισμού που επιτρέπουν την καθιέρωση του ανταγωνισμού

Είναι οι ίδιες προϋποθέσεις που κάνουν την ελευθερία και την ευημερία εφικτούς στόχους για την ανθρωπότητα.

Richard M. Ebeling – fee.org