Δημοσιονομικό μπαϊλντί “σύντροφοι”…

Αλλεπάλληλα τά χαστούκια. Υποτίμηση της νοημοσύνης, ευτελισμός, εξανδραποδισμός, όλοι μαζί στον γιαβάς γιαβάς μπαϊλντί – ελληνιστί “αργός θάνατος”.

Ίσως μόνο τα δισέγγονα μας να διαβάζουν στην ιστορία ότι οι προππάπποι, οι παππούδες και οι πατεράδες τους, έζησαν σαν λεπροί για να αναπνέουν ελεύθεροι αυτοί μετά την επιτυχή έκβαση του Τσίπρο μνημονίου.

Πλέον δεν είναι οικονομικό, ούτε πολιτισμικό, πόσο μάλλον πολιτικό το πρόβλημα της χώρας. Είναι θέμα ψυχιάτρων και ούτε οι γιατροί χωρίς σύνορα μπορούν να μας σώσουν…

Είναι αυτονόητο ότι άμα σπάσεις το πόδι σου δεν μπορείς να περπατήσεις φυσιολογικά. Το ευρώ σε μια ελλειματική χώρα το δανείζεσαι βάση κανονισμών. Η ΕΚΤ το πουλά στις τράπεζες και αυτές στο κράτος.

Άρα το κράτος δανείζεται και θα δανείζεται για να αναπνέει, ακόμη και εάν το χρέος είναι μηδέν. Το αντίθετο συμβαίνει σε μια πλεονασματική χώρα όπου έχουμε συμψηφισμούς και ουσιαστικά η χώρα κερδίζει όπως η Γερμανία.

Από τη στιγμή που η σημερινή Κυβέρνηση είναι de facto ειδικού σκοπού, δηλαδή έχει ως κύρια και μοναδική αποστολή να ολοκληρώσει τον “κύκλο” του 3ου Μνημονίου, το συντομότερο θα κλείσει και ως “κοινοβουλευτική παρουσία” στην παρούσα Βουλή.

Η συγκυβέρνηση που σχηματίσθηκε τον Ιανουάριο, βασίζεται από σήμερα στην υπεύθυνη στάση και συμπεριφορά των κομμάτων της αντιπολίτευσης με ευρωπαϊκό προσανατολισμό.

Όμως η αντιμετώπιση της “κρίσης” γίνεται πάνω στη βάση του ψέματος που δημιουργεί χαοτικό ρήγμα ανάμεσα στην πραγματικότητα και στην αντιμετώπισή της.

Το ψεύδος επαναλαμβάνεται από όλες τις μέχρι τώρα κυβερνήσεις επειδή δεν έχουν την αντοχή να πουν την αλήθεια. Το “πολιτικό κόστος” υπερκεράζει τις στρατηγικές ανάγκες της κοινωνίας μας.

Η χρεοκοπία αντιμετωπίζεται ως πρόσκαιρη δημοσιονομική κρίση, ενώ στην πραγματικότητα αποτελεί απλή έκφραση της αποτυχίας του παραγωγικού μας συστήματος να ανταπεξέλθει στις ανάγκες του σύγχρονου διεθνούς ανταγωνισμού.

Δεν πρόκειται για πρόσκαιρη κρίση, αλλά για αποκάλυψη ότι αυτό είναι το πραγματικό μας μπόι στη λίγκα της παγκόσμιας και ευρωπαϊκής οικονομίας.

Έχουμε μικρό οικονομικό μπόι και νομίζουμε ότι απλώς ένα προσωρινό γονάτισμα μας έχει κοντύνει, μέχρι να απλώσουμε αύριο τα ατέλειωτα ευρωπαϊκά τάχαμου πόδια μας και να δείξουμε πόσο γίγαντες είμαστε.

Χαρακτηριστικό των τελευταίων κυβερνητικών κρίσεων είναι η εμφάνιση κάθε φορά νέων πολιτικών σχημάτων για να αντικαταστήσουν τα προηγούμενα που καίγονται. Το πολιτικό παιχνίδι, όμως, μένει το ίδιο ακριβώς.

Το πολιτικό σύστημα δεν προσέφερε προετοιμασμένες εναλλακτικές λύσεις εξουσίας και το εκλογικό σώμα αναζητούσε “κάτι το καινούριο”, απορρίπτοντας τα παλαιά πολιτικά σχήματα αντί να αναζητεί νέες λύσεις σε ένα πραγματικό πρόβλημα που δεν θέλει να αποδεχτεί.

Τίθεται συνεχώς το ίδιο εσφαλμένο πρόβλημα και αποκρύπτεται το πραγματικό.

Κάθε επίδοξος διεκδικητής της πλειοψηφίας κατ’ ανάγκη θα δώσει, κατά λογική συνέπεια, απαντήσεις σε λάθος ερωτήσεις και γι αυτό σύντομα θα απορριφθεί από την άτεγκτη πραγματικότητα.

Το εκλογικό σώμα, από την πλευρά του περιμένει λύσεις σε λάθος πρόβλημα και γι αυτό σύντομα απογοητεύεται και αναζητεί πολιτική έκφραση που θα αντιπροσωπεύει την εσφαλμένη του αντίληψη της πραγματικότητας, αντί να επαγγέλλεται λύσεις στο πραγματικό πρόβλημα.

Πρόκειται για τραγική σκιαμαχία που ουδέν το καλό προοιωνίζει. Κατά πόσο αυτό που ζούμε σήμερα αποτελεί οικονομική κρίση ή προβληματική δομική κατάσταση. Εσφαλμένη διάγνωση είναι ότι πρόκειται για κρίση, που ως τέτοια απαιτεί βραχυπρόθεσμες παρεμβάσεις αποκατάστασης στην προτέρα κατάσταση.

Η αλήθεια είναι, όμως, πως αντιμετωπίζουμε μια νέα κατάσταση, με ιδιαίτερα μακροχρόνιες προοπτικές, όπου περιπέσαμε εξ αιτίας της δημοσιονομικής κρίσης.

Η δημοσιονομική σταθερότητα δεν είναι αυτοσκοπός, μα είναι απλό μέσο και βασική προϋπόθεση για την παραγωγική ανασυγκρότηση.

Όποια κυβέρνηση τολμήσει τελικά να αποτανθεί στους εταίρους μας με μια τέτοια ατζέντα, εκτιμώ ότι θα βοηθούσε και αυτούς να αποβάλλουν ορισμένες αντιπαραγωγικές εμμονές τους στην ισχύ των νομισματικών πολιτικών και να σταθούν αρωγοί σε ένα πραγματικό πρόγραμμα ανάταξης μιας εξευτελισμένης επί του παρόντος οικονομίας, όπως κατάντησε η Ελληνική.