Δεν είναι δυνατόν να πληρώνεις «φόρο» στον εργοδότη σου…

Η οικονομία και κατά συνέπεια και η χώρα τη στιγμή αυτή είναι υπό την «κηδεμονία» των κυβερνήσεων των χωρών μελών της Ε.Ε. Όπως αυτές εκφράζονται στα θεσμικά όργανα της ΕΕ  στους τρέχοντες πολιτικούς και οικονομικούς συσχετισμούς.

Τα ελληνικά κόμματα στο ευρωκοινοβούλιο ανήκουν και συγκροτούν από κοινού, τις αντίστοιχες ομάδες κόμματων με τις οποίες έχουν πολιτική και ιδεολογική ταύτιση. Ο λόγοι που οδηγήθηκε η χώρα στην κηδεμονία είναι διάφοροι και έχουν επισημανθεί.

Το θέμα είναι το κατά πόσον έχουν γίνει αποδεκτοί ως πραγματικότητα από τους πολίτες και σε ποιο βαθμό και πως υπάρχει η διάθεση για υπερώριμες και αναγκαίες εκσυγχρονιστικές αλλαγές.

Ένας από τους κλάδους που έχει επισημανθεί και είναι αποδεκτό από όλους οτι είναι ο πλέον αδικαιολόγητα κοστοβορος, είναι ο ευρύτερος δημόσιος τομέας.

Το «τέρας» που λέγεται «δημόσιο»-που μόνο δημόσιο δεν είναι- εκτός του ότι καταβροχθίζει και και σπαταλά χρηματικά ποσά αναντίστοιχα και με την κοινωνική του προσφορά παράγει και πολιτική παράγει και «ιδεολογία» παράγει και πολιτικούς εκπροσώπους- Ενιοτε και πρωθυπουργούς.

Βέβαια πρέπει να επισημανθεί ότι η ποσοτική δημιουργία-μέσω των προσλήψεων και παροχών- της δημόσιας γραφειοκρατίας είναι προϊόν στοχευόμενης και οργανωμένης πολιτικής εφαρμογής μετά το 1981 από το ΠΑΣΟΚ με σκοπό την δημιουργία σταθερής εκλογικής και ιδεολογικής πελατείας για το κόμμα και την οικογένεια Παπανδρέου.

Πολιτική που αποδέχτηκε αξιοποίησε και συνέχισε και η ΝΔ διότι μέχρι σε έναν βαθμό εξυπηρετούσε τον παλαιοκομματισμό την οικογενειοκρατία και την αποπολιτικοποίηση των ψηφοφόρων της.

Απαιτητό ως κυρίαρχο χαρακτηριστικό για να για να διατηρούνται και να συντηρούνται στο μέγιστο τα χαρακτηριστικά που αυτοπροσδιοριστηκαν ως «λαϊκή δεξιά». Και που όπως και από τα εμπειρικά κοινωνικά αποτελέσματα αλλά και με βάση την πολιτική επιστήμη ταυτίζονται με την λαϊκιστική «λαϊκή αριστερά».

Η πρώιμη προσπάθεια του Κωστα Καραμανλη να εκσυγχρονίσει την ΝΔ συνάντησε και στους κόλπους του κόμματος του λυσσαλέα αντίσταση.

Ας ελπίσουμε ότι ο νέος αρχηγός της θα έχει καλύτερη τύχη.

Στη πράξη οι στρατιές αργόσχολων που κατέκλυσαν και συνταξιοδοτήθηκαν από τον δημόσιο τομέα-και σαφώς εξαιρούνται οι παραγωγικοί κλάδοι (Γιατροί, δάσκαλοι Ένοπλες δυνάμεις σώματα ασφαλείας πυροσβεστική  κλπ). Όπου όμως και σε αυτά εφαρμοστήκαν πελατειακά κριτήρια πρόσληψης και ανάδειξης και τα χρησιμοποιούν ως άλλοθι και πλυντήριο οι στρατιές των εν γνώσει τους αργόσχολων του δημοσίου τομέα-

Ως βασικό επιχείρημα προβάλουν ότι είναι οι πρώτοι που με βεβαιότητα πληρώνουν φόρους και κατά συνέπεια είναι εκείνοι που άμεσα θίγονται από την μείωση μισθών και συντάξεων.

Το επιχείρημα αυτό περιέχει δομικές ανακρίβειες. Στους δημοσίους υπαλλήλους εργοδότης είναι το δημόσιο και σε όποιο λογιστικό πρότυπο να το καταχωρήσεις δεν είναι δυνατόν να πληρώνεις «φόρο» στον εργοδότη σου.

Οι Δημόσιοι υπάλληλοι εισπράττουν αμοιβή για τις υπηρεσίες τους αναγκαίες η μη ,καλές η κακές. Το ύψος της αμοιβής υπό μορφή μισθοδοσίας το καθόριζαν οι οικονομικές δυνατότητες του δημοσίου ταμείου και οι εκλογικές ανάγκες των κόμματων εξουσίας ακόμη και τώρα.

Δεν μπορεί να ονοματίζεις «φόρο» όσον αφορά τους δημοσίους υπαλλήλους ένα πόσον δεν αποδίδεται και δεν παράγεται ποτέ. Απλά το μετακινεί λογιστικά (το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους) από την μια τσέπη στην άλλη.

Αν δεν είναι έτσι, θα έπρεπε να προσλάβουμε όσον το δυνατόν περισσότερους δημοσίους υπαλλήλους για να εισπράττουμε φόρους και να δημιουργούμαι έσοδα.

Φόρο στο κράτος κυριολεκτικά πληρώνουν μόνο οι επιχειρήσεις μικρές- μεγάλες και οι ελεύθεροι επαγγελματίες.

Πολύ μεγάλο μέρος του δανεισμού προκλήθηκε και διατέθηκε για την εξυπηρέτηση των κομματικών και κυβερνητικών φιλοδοξιών μέσω της αμοιβής (μισθοδοσίας) εν δυνάμει υποστηρικτών –ψηφοφόρων- είτε εργαζομένων είτε υπό την υπόσχεση πρόσληψης είτε συμβασιούχων του δημοσίου.

Μια ανθρώπινη απάντηση θα ήταν. «Ότι έστω και έτσι ο κόσμος είχε δουλειά και έσοδα για όσο υπήρχαν χρήματα έστω και δανεικά».

Αυτό το επιχείρημα ίσως δείχνει «ανθρώπινο» αλλά δεν είναι. Αν τα χρήματα που διαχειρίζονταν και κυρίως αυτά δανείστηκε το ελληνικό δημόσιο διατιθεντο υπό μορφή επιδομάτων ,δημοσίων επενδύσεων και για την ορθολογιστική χρηματοδότηση της επιχειρηματικότητας. Και θέσεις εργασίας θα είχαμε δημιουργήσει και ανάπτυξη και δεν θα χρωστάγαμε αυτά που χρωστάμε.

Δεν είναι δυνατόν να αδυνατούμε σαν κοινωνία να παράσχουμε ανθρώπινες συντάξεις η περίθαλψη στους ηλικιωμένους και στους αδύνατους να μεταναστευουν οι νέοι να μην λειτουργούν θεσμικά όργανα του κράτους για να συντηρούμε τους “αργόσχολους” και να μην αξιολογούμαι και επιβραβευμουμε στη θεση τους άριστους δημοσίους υπαλλήλους.

Αυτή η πολύχρονη πολιτική και οικονομική πραγματικότητα στο δημόσιο τομέα- εκτός ότι δημιούργησε αδικαιολόγητα έξοδα- παρήγαγε έναν νέο τύπο barter-ψηφοφόρου που σαν άτυπο συγκροτημένο σώμα χαρίζει «επι πραγματική η υποσχόμενη αμοιβή» την εκλογική νίκη.

Δημιούργησε και παρήγαγε την «ιδεολογία» που εχθρεύεται και πολεμά την δημιουργική επιχειρηματικότητα την καινοτομία την ευρηματικότητα την ίδια την πρόοδο.

Επιφυλακτικός ο barter-ψηφοφορος σε οποία αλλαγή χρόνια παραβλέπει την γέννηση και ανάδειξη των φαινομένων της διαφθοράς της διαπλοκής και του αυταρχισμού στη δημόσια διοίκηση.

Κάνει ότι δεν καταλαβαίνει και καταπίνει αμάσητο ότι του πασάρουν.

«Λεφτά υπάρχουν». «σκίζω τα μνημόνια», «πάω στη δραχμή». Ότι τους πουν βασισμένο στην ατολμία των πολιτικών ηγεσιών να πουν τα πράγματα ως έχουν να ζητήσουν την συμπαράσταση της πλειοψηφίας των πολιτών αλλά και εκείνων των δημοσίων υπάλληλων και λειτουργών που καταλαβαίνουν που θέλουν να προσφέρουν και τους «θάβει» η αναξιοκρατία και η «επετηρίδα».

Τα λεφτά για να συντηρηθούν αργόσχολοι και το «παρακράτος» τέλειωσαν. Και αντικειμενικά τελειώνει για τον λόγο αυτό και το barter βόλεμα.

Τα ευρωπαϊκού προσανατολισμού κόμματα πρέπει να τολμήσουν να αντιμετωπίσουν αυτήν την πραγματικότητα με το να ανανεωθούν ανεξάρτητα του πρόσκαιρου εκλογικού κόστους. Αν υπάρξει.

Για «οπαδούς» του κρατισμού υπάρχουν κομματικές επιλογές να ψηφίσουν αλλά αν ήταν όντως «πιστοί» οπαδοί θα το είχαν κάνει από χρόνια.

Η στιγμές εγκαλούν όλους τους ενεργούς πολίτες και τα «ευρωπαϊκά» κόμματα να τολμήσουν να συμμετάσχουν και να πραγματοποιήσουν στην ανανέωση άμεσα.

Το παλιό έτσι και αλλιώς δεν έχει πολύ ζωή. Δεν υπάρχουν τα χρήματα ούτε η διάθεση από τους ευρωπαίους να το συντηρήσουν άλλο.