Καταθέτω τα όπλα. Δεν είναι Στεν, μήτε Χότσκις.Είναι ιδεολογήματα, τα οποία ίδρωσα να καταλάβω και τώρα τα διατρέχω ως ιστορικά realia. Δεν μετέχω στον Εμφύλιο. Αρκέστηκα στο ψυχροπολεμικό «παρά πόδας» του μακαρίτη του Ζαχαριάδη, αγνόησα το ένα, καρφώθηκα από το άλλο.Ακόμη κι αν ο Εμφύλιος δεν τελείωσε τον Αύγουστο του 1949, κατέρρευσε ωστόσο τον Αύγουστο του 2015 για μένα.

Και δεν υπάρχει καταφυγή για τους ηττημένους.Παρεκτός και θεωρείτε καταφυγή τον λάκκο με τα φίδια, τα κελλιά των μονομάχων πριν τους ξαμολύσουν στα αμφιθέατρα,το περιβόλι με τα αγγούρια.

Ακούγεται παράδοξο, αφού ποτέ δεν ήμουν «μέσα» σε κάτι. Ενίοτε ασκούσα κριτική υποστήριξη, για την ακρίβεια δεν ενοχλούσα τους κουκουέδες, ακολουθώντας την μεσοπολεμική τακτική του εισοδισμού. Το πολύ να αναρωτιόμουνα φωναχτά γιατί δεν βλέπω κάτι εδαΐτικο, κάτι μετωπικό, με γέροντες επικεφαλής ,συνήθως συνοδοιπόρους, κι από πίσω να έχω την σιγουριά πως υπάρχει ένα Γραφείο που δεν εκτίθεται, αλλα διοικεί.

Και σ΄αυτό το Γραφείο ήμουν έκθετος, το ήθελα, το επινοούσα. Έπειτα, πρόσεξα πως κι αυτοί είχαν τα δίκια τους που δεν προχωρούσαν. Έτσι και άφηναν το γκάζι και επιβράδυναν την αυστηρότητα των όρων, πάντα μια ομάδα πηδούσε από τρένα και φορτηγά.

Παράλληλα, μελετούσα με μεγάλη φιλοτιμία και περιέργεια τα λεγόμενα αστικά κόμματα. Κι εδώ γκαβός ήμουνα. Επειδή αναγνώριζα πως τα μόνα αστικά οχήματα που κυκλοφορούσαν, ήταν τα αστικά λεωφορεία. Άντε και μερικοί αστικοί μύθοι.

Οι αστοί έχουν μελετηθεί παραπάνω από κάθε άλλη τάξη στον κόσμο. Υποτίθεται ότι κάποια στιγμή πήραν την εξουσία από αρχαιότερους μηχανισμούς. Συνέβη κι αυτό, σποραδικά και αλλού.

Στη χώρα που με φιλοξενεί από γεννήσεως, τέτοιο φασούλι δεν είδα.Η συγκολλητική της ύλη ήταν διαλυτή στο ύδωρ.Οι κάτοικοί της ερμήνευαν τον ατομισμό ως απόλυτη ελευθερία.Έπηξαν τον τόπο με μια Δικαιοσύνη που κανένας δικαστής δεν  θα καταδέχονταν να διαβάσει.

Και πάντα υπήρχε δημόσιος έπαινος στον τολμητία που παρέβη νόμους, που επιχείρησε την υπέρβαση,που δεν άκουσε το «κάτσε φρόνιμα, να γίνεις νοικοκύρης». Αλλά «αστός» είναι ακριβώς αυτό. Ο οικοκύριος, ο υποστατικός,ο μαϊορδόμος,ο συσταζούμενος.

Ο αστός δεν είναι χρυσόψαρο μήτε σαλιγκάρι, που σκάει από το φαγητό, όσο έχει φως κι όσο το ταΐζεις. Ακόμη κι όταν βρίσκεται μπροστά σε γενικό γιάγμα και λεηλασία, επιλέγει αυτό που θα διαγουμίσει.Έχει αντίληψη του χώρου και δεν είναι φαταούλας.

Κυρίως, υποφέρει και ηδονίζεται παράλληλα, διότι πιστεύει στα γνωμικά και στις παροιμίες περισσότερο κι από τους νόμους. Είναι αγελαίο ζώο και λειτουργεί με γκεσέμια.

Ωστόσο τα σημεία φυγής του,αυτά που χρησιμοποιούμε στην ιχνογραφία, είναι πάντοτε δύο.Ο πολύτεκνος αστός θα αφήσει διάδοχο, συνεργάτη του διαδόχου,κι από τον τρίτο γόνο και πέρα, θα επιτρέψει να δραπετεύσουν από το πατρικό παπάδες, διανοούμενοι, παράξενοι, εθισμένοι. Και τα κορίτσια ,είτε νύφες άλλων αστών, είτε «ελαφρών ηθών», τάχα μου, ικανές πάντως στα γεράματα να διηγούνται τις τρελίτσες τους ελεύθερα.

Τέτοιο μπετόν δεν είδα ποτέ μου ,παρεκτός στη λογοτεχνία. Πουθενά δεν είδα σήριαλ «όπως στη ζωή», πουθενά ασπρόμαυρη ελληνική ταινία χωρίς τον τονισμό της στερεοτυπικής υπερβολής. Στα εικαστικά, στο θέατρο, στην αρχιτεκτονική, στη μουσική,οι τέχνες και τα γράμματα υπακούουν σε θεματικές σούπες όπως «οδοντίατροι-ζωγράφοι» , «η ελληνίδα μάνα στη ζωγραφική», «τα Τρίκαλα στη λογοτεχνία».
Ολα διογκωμένα, υπό την επιβολή κατά συνθήκην ψευδών.Κι ένα τεράστιο πρόβλημα, τι κάνουν όλοι αυτοί και αυτές ,με τις τσουτσούνες και τα κουτάκιατους.

Από τότε που εκείνος ο λογοτέχνης επινόησε τον Σωκράτη κι εκείνος ο δημοσιογράφος τις δημηγορίες,,ικανότατοι αμφότεροι, μέσα από ένα ντόμινο επινοήσεων, βρισκόμαστε μέσα στην ασφάλεια ενός αμνιακού υγρού, ανασαίνουμε με αφανή βράγχια, δίνουμε λογαριασμό στους πάντες ως τελεσιδίκως ένοχοι.

Το όμαιμον δεν συγκράτησε ποτέ τον οίστρο μας, διάφορες μορφές καύλας μας βασανίζουν η μας ηρεμούν από την κούνια.Οι κινήσεις μας επιβάλονται από την έλλειψη οξυγόνου, σκληρίζουμε και χτυπιόμαστε σαν τον υποψήφιο να πνιγεί μέσα στην υστερία, επειδή στραβοκατάπιε.

Συχνά, υπάρχει ευτυχία, και μπόλικη. Δεν καταλαβαίνω πως δεν βλέπουμε την φεουδαρχική της καταγωγή, την προέλευσή της από συντεχνιακή λογική, την ηδονή που μας προσφέρει το αρματολίκι και την απομάγευση που τραβάει ο εκάστοτε Ήρωας της Ημέρας.

Έζησα ουσιαστικά στην περίοδο από τα Ορλωφικά ως το Σύνταγμα.Και στο υπόλοιπο του βίου, μπορώ, όσο πατάει η γάτα, να ονειρεύομαι ισονομία, ελευθερία, φεντεραλισμό, να προστατεύω καρμπονάρους, να εχθρεύομαι την δουλεία , ενώ  ο μπαρμπα Θωμάς μου φτιάχνει τον μπαχτσέ.

Καταθέτω τα όπλα. Και ομολογώ ότι ξαφνιάστηκα, καθώς τα άφησα σε ένα τοπίο γεμάτο λόφους από αραβίδες, γκράδες, μασάτια, βαλλίστρες , δικράνια, FN  και άχρηστα πυρομαχικά.

Πάνος Θεοδωρίδης – thegreekcloud