Του Friedrich A. Hayek* – 1960… Η υπεράσπιση της ελευθερίας συνίσταται κυρίως από την αναγνώριση της αναπόφευκτης άγνοιας όλων μας σχετικά με πολλούς παράγοντες, από τους οποίους εξαρτάται η επίτευξη των σκοπών και της ευημερίας μας.

Αν υπήρχαν παντογνώστες άνθρωποι, αν μπορούσαμε να ξέρουμε όχι μόνο όλα όσα επηρεάζουν την επίτευξη των παρουσών ευχών μας, αλλά και τους μελλοντικούς πόθους και τις επιθυμίες μας, δεν θα υπήρχε πολύς χώρος για την ελευθερία. Και, φυσικά, η ελευθερία του ατόμου θα καθιστούσε, βεβαίως, αδύνατη την πλήρη προνοητικότητα.

Η ελευθερία είναι απαραίτητη για να δοθεί χώρος σε αυτό που διαφεύγει από την ενόρασή μας, το απρόσμενο∙ την θέλουμε γιατί έχουμε μάθει να προσδοκούμε από αυτήν την ευκαιρία να πραγματοποιήσουμε πολλούς από τους σκοπούς μας. Αυτό συμβαίνει επειδή κάθε άτομο γνωρίζει τόσο λίγα και, συγκεκριμένα, επειδή σπάνια γνωρίζουμε με ακρίβεια ποιος από εμάς ξέρει καλύτερα, ώστε εμπιστευόμαστε τις ανεξάρτητες και ανταγωνιστικές προσπάθειες των πολλών να επιφέρουν την εμφάνιση αυτού που τυχόν θέλουμε όταν το δούμε.

Όσο ταπεινωτικό και αν είναι για την ανθρώπινη υπερηφάνεια, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η πρόοδος και η συντήρηση, ακόμα, του πολιτισμού εξαρτώνται από ένα μέγιστο ευκαιριών για να συμβούν τα τυχαία γεγονότα. Αυτά τα τυχαία γεγονότα προκύπτουν από τον συνδυασμό της γνώσης και των στάσεων, των δεξιοτήτων και των συνηθειών, οι οποίες αποκτούνται από κάθε άνθρωπο και όταν, επίσης, οι καταρτισμένοι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τις συγκεκριμένες συνθήκες για τις οποίες έχουν τα εφόδια. Η απαραίτητη άγνοια τόσο πολλών πραγμάτων από εμάς σημαίνει ότι πρέπει να αντιμετωπίσουμε, κυρίως, τις πιθανότητες.

Βέβαια, ισχύει ότι οι ευνοϊκές συνθήκες, τόσο στην κοινωνική όσο και στην προσωπική ζωή, δεν συμβαίνουν συνήθως από του αυτομάτου. Πρέπει να προετοιμαζόμαστε για αυτές. Εν τούτοις, παραμένουν πιθανότητες και δεν γίνονται βεβαιότητες. Περιλαμβάνουν ρίσκα που λαμβάνονται σκόπιμα, την πιθανή ατυχία ανθρώπων και ομάδων που είναι τόσο αξιέπαινοι όσο εκείνοι που ευημερούν, την πιθανότητα σοβαρής αποτυχίας και υποτροπής ακόμα και για την πλειονότητα, και απλά μια υψηλή πιθανότητα ενός καθαρού κέρδους ως αντιστάθμισμα. Τα μόνα που μπορούμε να κάνουμε είναι να αυξήσουμε την πιθανότητα ότι κάποιος ειδικός αστερισμός ατομικών χαρισμάτων και συνθηκών θα οδηγήσει στη διαμόρφωση κάποιου νέου εργαλείου ή τη βελτίωση ενός παλιότερου, και να βελτιώσουμε την προοπτική ότι θα γίνουν τέτοιες εφευρέσεις γρήγορα γνωστές σε αυτούς που μπορούν να επωφεληθούν από αυτές.

Ατελή όντα

Όλες οι πολιτικές θεωρίες υποθέτουν, βέβαια, ότι τα περισσότερα άτομα είναι αδαή. Αυτοί που επιζητούν την ελευθερία διαφέρουν από τους υπόλοιπους στο ότι περιλαμβάνουν τους εαυτούς τους ανάμεσα στους πιο αδαείς, και στους σοφότερους εξίσου. Συγκριτικά με την απολυτότητα της γνώσης που χρησιμοποιείται συνέχεια στην εξέλιξη ενός πολιτισμού που διαρκώς μεταβάλλεται, η διαφορά μεταξύ της γνώσης που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σκόπιμα από τους πιο σοφούς και εκείνης που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σκόπιμα από τους πιο αδαείς είναι σχετικά ασήμαντη.

Το κλασικό επιχείρημα υπέρ της ανεκτικότητας που έχει διατυπωθεί από τους John Milton και John Locke και αναδιατυπωθεί από τους John Stuart Mill και Walter Bagehot, βασίζεται, βεβαίως, στην αναγνώριση αυτής της άγνοιάς μας. Είναι μια ειδική εφαρμογή αρκετών παραγόντων για τους οποίους μας ανοίγει τις πόρτες μια μη πραγματιστική γνώση των λειτουργιών του μυαλού μας. Θα δούμε σε όλη την έκταση του βιβλίου ότι όλοι οι θεσμοί της ελευθερίας αποτελούν τροποποιήσεις αυτής της θεμελιώδους αρχής της άγνοιας, αν και συνήθως δεν το γνωρίζουμε, προσαρμοσμένες να αντιμετωπίζουν τις ευκαιρίες και τις πιθανότητες, όχι τη βεβαιότητα. Δεν μπορούμε να επιτύχουμε τη βεβαιότητα στις ανθρώπινες υποθέσεις, και για αυτό τον λόγο πρέπει να τηρούμε κανόνες για τους οποίους έχει δείξει η εμπειρία ότι εξυπηρετούν καλύτερα το σύνολο, ώστε να χρησιμοποιούμε τη γνώση που διαθέτουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, αν και δεν ξέρουμε τις συνέπειες της υπακοής μας σε αυτούς στη συγκεκριμένη περίσταση.

Ο άνθρωπος διδάσκεται από το ανεκπλήρωτο των προσδοκιών του. Περιττό να πούμε ότι δεν πρέπει να αυξάνουμε την αστάθεια των γεγονότων με ανώφελους ανθρώπινους θεσμούς. Ο σκοπός μας πρέπει, όσο το δυνατόν, να είναι η βελτίωση των ανθρώπινων θεσμών ώστε να αυξάνουμε τις πιθανότητες σωστών προβλέψεων. Πάνω από όλα, όμως, πρέπει να παρέχουμε το μέγιστο ποσό ευκαιριών σε αγνώστους, ώστε να μάθουν τις αλήθειες που οι περισσότεροι από εμάς δεν γνωρίζουμε και να χρησιμοποιήσουν αυτή τη γνώση στη δράση τους.

Περισσότερη γνώση χρησιμοποιείται μέσα από τις αμοιβαία προσαρμοζόμενες προσπάθειες πολλών παρά από αυτή που κατέχει ένα άτομο ή αυτή που μπορεί να συντεθεί διανοητικά∙ και μέσα από αυτή τη χρήση της διασκορπισμένης γνώσης πραγματοποιούνται τα επιτεύγματα, περισσότερα από όσα ένας μόνο νους μπορεί να προβλέψει. Αυτό γίνεται επειδή η ελευθερία σημαίνει την αποκήρυξη του άμεσου ελέγχου των ατομικών προσπαθειών, ώστε μια ελεύθερη κοινωνία μπορεί να χρησιμοποιήσει πολύ περισσότερη γνώση από όση θα μπορούσε να συλλάβει ο νους του σοφότερου ηγέτη.

Η πιθανότητα σφαλμάτων

Μέσα από αυτή τη θεμελίωση του επιχειρήματος υπέρ της ελευθερίας συνεπάγεται ότι δεν θα πετύχουμε τους σκοπούς της αν την περιορίζουμε μόνο στις συγκεκριμένες περιπτώσεις όπου ξέρουμε ότι θα κάνει καλό. Η ελευθερία που δίνεται μόνο όταν είναι γνωστό εκ προοιμίου ότι οι επιδράσεις της θα είναι θετικές δεν αποτελεί ελευθερία. Αν γνωρίζαμε πώς θα χρησιμοποιείτο η ελευθερία, τότε θα εξαφανίζονταν κατά βάση τα πλεονεκτήματά της. Δεν θα λάβουμε ποτέ τις ωφέλειες της ελευθερίας, ούτε θα αποκτήσουμε ποτέ όλα αυτά τα απρόβλεπτα νέα επιτεύγματα για τα οποία παρέχει ευκαιρίες, αν δεν είναι εγγυημένο, επίσης, ότι η χρήση της ελευθερίας αυτής θεωρείται ανεπιθύμητη από κάποιους. Δεν αποτελεί επιχείρημα κατά της ατομικής ελευθερίας, λοιπόν, η συχνή κατάχρησή της. Η ελευθερία σημαίνει απαραίτητα ότι θα γίνουν πολλά πράγματα που δεν μας αρέσουν. Η πίστη μας στην ελευθερία δεν βασίζεται στα προβλεπόμενα αποτελέσματα σε συγκεκριμένες καταστάσεις, αλλά στην πεποίθηση ότι η ελευθερία θα απελευθερώσει περισσότερες δυνάμεις υπέρ του καλού παρά υπέρ του κακού, σε αντιστάθμισμα.

Συνεπάγεται, επίσης, ότι η σημασία του να είμαστε ελεύθεροι να κάνουμε ένα συγκεκριμένο πράγμα δεν σχετίζεται με το ερώτημα αν εμείς ή η πλειονότητα θα μπορέσουμε ποτέ να χρησιμοποιήσουμε αυτή τη συγκεκριμένη δυνατότητα. Η χορήγηση ελευθερίας μόνο στο όριο που μπορεί να ασκηθεί από όλους είναι παντελής παραγνώριση της λειτουργίας της. Η ελευθερία που θα χρησιμοποιηθεί μόνο από έναν άνθρωπο ανάμεσα στο ένα εκατομμύριο μπορεί να είναι πιο σημαντική στην κοινωνία και πιο ωφέλιμη από κάθε ελευθερία που χρησιμοποιούμε όλοι. Μπορεί ακόμα και να ειπωθεί ότι όσο λιγότερο πιθανή είναι η ευκαιρία να χρησιμοποιηθεί μια ελευθερία για να γίνει ένα συγκεκριμένο πράγμα, τόσο πιο πολύτιμη θα είναι για μια κοινωνία σαν σύνολο. Όσο λιγότερο πιθανή είναι η ευκαιρία, τόσο πιο σοβαρή θα είναι η έλλειψή της όταν φτάσει, επειδή η εμπειρία που προσφέρει θα είναι σχεδόν μοναδική.

Πιθανόν είναι αλήθεια, επίσης, ότι η πλειονότητα δεν ενδιαφέρεται άμεσα για τα περισσότερα σημαντικά πράγματα που κάθε άνθρωπος πρέπει να είναι ελεύθερος να κάνει. Η ελευθερία είναι τόσο σπουδαία, επειδή δεν ξέρουμε πώς τα άτομα θα τη χρησιμοποιήσουν, αλλιώς τα αποτελέσματα της ελευθερίας θα μπορούσαν επίσης να επιτευχθούν με τον καθορισμό της δράσης των ατόμων από την πλειοψηφία. Αναγκαστικά, όμως, η δράση των πολλών είναι περιορισμένη σε αυτά που είναι ήδη δοκιμασμένα και εξακριβωμένα, σε θέματα όπου ήδη έχει προκύψει συμφωνία κατά τη διαδικασία εκείνη της συζήτησης που πρέπει να προηγηθεί από διαφορετικές εμπειρίες και δράσεις από την οπτική διαφορετικών ατόμων.

Η ελευθερία για τους αγνώστους

Τα πλεονεκτήματα που εξάγω από την ελευθερία είναι, κατά συνέπεια, κυρίως το αποτέλεσμα της χρήσης της ελευθερίας από άλλους, και περισσότερο από εκείνες τις χρήσεις της ελευθερίας τις οποίες δεν μπόρεσα ποτέ να εκμεταλλευτώ. Δεν είναι απαραίτητα ελευθερία, λοιπόν, το ότι μπορώ να κάνω εγώ ο ίδιος αυτό που είναι το σημαντικότερο για μένα. Βέβαια, είναι πιο σημαντικό το ότι κάτι μπορεί να γίνει από κάποιον παρά το ότι όλοι μπορούν κάνουν τα ίδια πράγματα. Έχουμε δικαίωμα στην ελευθερία όχι επειδή μας αρέσει να μπορούμε να κάνουμε συγκεκριμένα πράγματα ή επειδή θεωρούμε κάποια συγκεκριμένη ελευθερία ουσιώδη για την ευτυχία μας. Το ένστικτο που μας κάνει να αντιδρούμε εναντίον σε κάποια σωματική παρεμπόδιση, ενώ είναι ένας χρήσιμος σύμμαχος, δεν αποτελεί πάντα έναν ασφαλή οδηγό για τη δικαιολόγηση ή την οριοθέτηση της ελευθερίας. Αυτό που έχει σημασία δεν είναι η ελευθερία που εγώ προσωπικά θα ήθελα να ασκήσω, αλλά η ελευθερία την οποία μπορεί να χρειαστεί κάποιος άνθρωπος για να κάνει πράγματα ωφέλιμα για την κοινωνία. Μπορούμε να εξασφαλίσουμε αυτή την ελευθερία στον άγνωστο άνθρωπο μόνο δίνοντάς την σε όλους.

Τα οφέλη της ελευθερίας, λοιπόν, δεν περιορίζονται μόνο στους ελεύθερους –ή, τουλάχιστον, ένας άνθρωπος δεν επωφελείται κυρίως από εκείνες τις πλευρές της ελευθερίας τις οποίες ο ίδιος εκμεταλλεύεται. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ανελεύθερες πλειονότητες έχουν επωφεληθεί από την ύπαρξη ελεύθερων μειονοτήτων και σήμερα οι ανελεύθερες κοινωνίες επωφελούνται από όσα μπορούν να αποκομίσουν και να διδαχτούν από τις ελεύθερες κοινωνίες. Βέβαια, τα πλεονεκτήματα που αποσπάμε από την ελευθερία των άλλων αυξάνονται όσο μεγαλώνει ο αριθμός των ατόμων που μπορούν να ασκούν την ελευθερία. Το επιχείρημα υπέρ της ελευθερίας κάποιων, λοιπόν, ισχύει και υπέρ της ελευθερίας όλων.

Αλλά είναι ακόμα καλύτερο για όλους να πρέπει να είναι έστω κάποιοι ελεύθεροι από το να μην είναι κανένας ελεύθερος, και να απολαμβάνουν πολλοί πλήρη ελευθερία από το να έχουν όλοι περιορισμένη ελευθερία. Το σημαντικό επιχείρημα είναι ότι η σπουδαιότητα της ελευθερίας να κάνουμε κάτι συγκεκριμένο δεν επηρεάζεται από τον αριθμό των ανθρώπων που θέλουν να το κάνουν: μπορεί, μάλιστα, η σχέση να είναι αντιστρόφως ανάλογη. Μια συνέπειά της είναι ότι μια κοινωνία μπορεί να παραλύει από τους ελέγχους, αλλά η συντριπτική πλειονότητα δεν αντιλαμβάνεται ότι η ελευθερία της έχει παρεμποδιστεί σημαντικά. Αν λειτουργούσαμε με την υπόθεση ότι μόνο η άσκηση των ελευθεριών που αφορούν την πλειονότητα έχει σημασία, θα ήμαστε βέβαιοι για τη δημιουργία μιας λιμνάζουσας κοινότητας με όλα τα χαρακτηριστικά της ανελευθερίας.

Η φύση της αλλαγής

Οι απροσχεδίαστες αλλαγές που ανακύπτουν συνεχώς κατά τη διαδικασία της τροποποίησης θα αποτελούνται, πρώτον, από νέους σχεδιασμούς ή μοτίβα βάσει των οποίων οργανώνονται οι προσπάθειες των διαφόρων ατόμων, και από νέους αστερισμούς στη χρήση των πρώτων υλών, οι οποίοι θα είναι στη φύση τους τόσο προσωρινοί όσο οι συγκεκριμένες συνθήκες που τους έχουν δημιουργήσει. Δεύτερον, θα υπάρξουν μετατροπές εργαλείων και θεσμών προσαρμοσμένες στις νέες συνθήκες. Κάποιες από αυτές θα είναι απλά προσωρινές προσαρμογές στις συνθήκες της στιγμής, ενώ άλλες προσαρμογές θα αποτελέσουν βελτιώσεις που αυξάνουν την ευελιξία των υπαρχόντων εργαλείων και των χρήσεών τους, με αποτέλεσμα να διατηρηθούν. Αυτές οι τελευταίες θα αποτελέσουν μια καλύτερη προσαρμογή όχι μόνο στις συγκεκριμένες τοπικές και χρονικές συνθήκες, αλλά και σε κάποιο μόνιμο χαρακτηριστικό του περιβάλλοντός μας. Σε τέτοιες αυθόρμητες «δημιουργίες» ενσαρκώνεται μια αντίληψη των γενικών νόμων που διέπουν τη φύση. Με αυτή την αθροιστική ενσάρκωση της εμπειρίας στα εργαλεία και στις μορφές δράσης θα εμφανιστεί μια ανάπτυξη της ρητής γνώσης, των τυπικών γενικών κανόνων που μπορούν να εκφραστούν μέσω της γλώσσας από ένα άτομο σε ένα άλλο.

Αυτή η διαδικασία από την οποία προκύπτει το καινούριο είναι καλύτερα κατανοητή στη σφαίρα της διανόησης, όπου τα αποτελέσματα είναι οι νέες ιδέες. Είναι ο τομέας στον οποίο οι περισσότεροι από εμάς γνωρίζουμε τουλάχιστον κάποια από τα διάφορα βήματα της διαδικασίας, όπου ξέρουμε απαραίτητα τι συμβαίνει και, κατά συνέπεια, αναγνωρίζουμε γενικά την αναγκαιότητα της ελευθερίας. Οι περισσότεροι επιστήμονες αντιλαμβάνονται ότι δεν μπορούμε να προσχεδιάσουμε την πρόοδο της γνώσης, ότι στο ταξίδι στο άγνωστο –αυτό είναι η έρευνα- εξαρτόμαστε σε μεγάλο βαθμό από τα τερτίπια της ατομικής ευφυΐας και των συνθηκών, και ότι η επιστημονική πρόοδος, όπως μια νέα ιδέα που θα προκύψει ξαφνικά σε κάποιον νου, θα είναι το αποτέλεσμα συνδυασμού αντιλήψεων, συνηθειών, και συνθηκών που δόθηκαν σε ένα άτομο από την κοινωνία, αποτέλεσμα τόσο των τυχερών γεγονότων όσο και της συστηματικής δουλειάς.

Επειδή έχουμε μεγαλύτερη επίγνωση ότι οι πρόοδοί μας στον διανοητικό τομέα προκύπτουν από το απρόβλεπτο και το απροσχεδίαστο, τείνουμε να υπερτονίζουμε τη σημασία της ελευθερίας σε αυτόν τον τομέα και να αγνοούμε την ελευθερίας της πραγματοποίησης ενεργειών. Αλλά η ελευθερία στην έρευνα και την πίστη και η ελευθερία στην έκφραση και τη συζήτηση, η σημασία των οποίων είναι ευρέως κατανοητή, είναι σημαντικές μόνο στο τελευταίο στάδιο κατά το οποίο ανακαλύπτονται νέες αλήθειες. Ο εκθειασμός της ελευθερίας του πνεύματος εις βάρος της ελευθερίας δράσης θα ήταν σαν να αντιμετωπίζουμε το υψηλότερο μέρος ενός κτιρίου ως το σύνολο. Πρέπει να συζητούμε για νέες ιδέες, να προσαρμόζουμε διαφορετικές οπτικές, επειδή αυτές οι ιδέες και οι οπτικές προκύπτουν από τις προσπάθειες των ατόμων σε εντελώς νέες συνθήκες, τα οποία εκμεταλλεύονται τις συγκεκριμένες εργασίες των νέων εργαλείων και μορφών δράσης που έχουν μάθει.

Η περιπλοκότητα της προόδου

Το μη διανοητικό μέρος αυτής της διαδικασίας –ο σχηματισμός του παραλλαγμένου υλικού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο εμφανίζεται το καινούριο- απαιτεί πολύ μεγαλύτερη προσπάθεια χρήσης της φαντασίας για την κατανόηση και την εκτίμησή του από όσο οι παράγοντες που τονίζονται από την οπτική γωνία των διανοητών. Ενώ μερικές φορές μπορούμε να ανιχνεύσουμε τις νοητικές διεργασίες που έχουν οδηγήσει σε μια νέα ιδέα, μετά βίας μπορούμε κάποτε να αναπαραστήσουμε την ακολουθία και τον συνδυασμό αυτών των συνεισφορών που δεν έχουν οδηγήσει στην απόκτηση ρητής γνώσης∙ δύσκολα μπορούμε κάποιες φορές να αναπαραστήσουμε τις ευνοϊκές συνήθειες και τις δεξιότητες που χρησιμοποιήθηκαν, τις ευκολίες και τις ευκαιρίες, και το συγκεκριμένο περιβάλλον των βασικών συντελεστών που έχει ευνοήσει το αποτέλεσμα.

Οι προσπάθειές μας να κατανοήσουμε αυτό το κομμάτι της διαδικασίας δεν μπορούν να προχωρήσουν και πολύ σε σχέση με την επίδειξη, πάνω σε απλοποιημένα μοντέλα, των δυνάμεων που συνεργάζονται μεταξύ τους και την επισήμανση της γενικής αρχής παρά του ειδικού χαρακτήρα των επιδράσεων που υπάρχουν. Οι άνθρωποι πάντα ενδιαφέρονται μόνο για αυτά που γνωρίζουν. Κατά συνέπεια, εκείνα τα χαρακτηριστικά τα οποία δεν είναι συνειδητά γνωστά σε κανέναν, όταν η διαδικασία βρίσκεται σε εξέλιξη, συνήθως αγνοούνται και ίσως δεν μπορούν να ανιχνευθούν λεπτομερώς.

Στην πραγματικότητα, αυτά τα ασυνείδητα χαρακτηριστικά όχι μόνο παραγκωνίζονται, αλλά πολλές φορές αντιμετωπίζονται σαν εμπόδια αντί για μια βοήθεια ή απαραίτητη συνθήκη. Επειδή δεν είναι «λογικά» υπό την έννοια ότι εισέρχονται ρητά στη συλλογιστική μας, συχνά αντιμετωπίζονται ως παράλογα με την έννοια ότι βρίσκονται σε αντίθεση με τη λογική δράση. Εν τούτοις, ενώ πολλά μη λογικά στοιχεία που επηρεάζουν τις πράξεις μπορεί με αυτήν την έννοια να είναι παράλογα, πολλές από τις «απλές συνήθειες» και τους «άχρηστους θεσμούς» που χρησιμοποιούμε και θέτουμε ως προϋποθέσεις στις ενέργειές μας είναι απαραίτητες συνθήκες για αυτό που επιτυγχάνουμε∙ είναι επιτυχημένες τροποποιήσεις της κοινωνίας που βελτιώνονται συνέχεια, από τις οποίες εξαρτάται το εύρος αυτών που μπορούμε να επιτύχουμε. Ενώ είναι σημαντικό να ανακαλύπτουμε τα μειονεκτήματά τους, δεν θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε ούτε μια στιγμή χωρίς να βασιζόμαστε σε αυτές.

Ο τρόπος με τον οποίο έχουμε μάθει να οργανώνουμε την ημέρα μας, να ντυνόμαστε, να τρώμε, να τακτοποιούμε τα σπίτια μας, να μιλάμε και να γράφουμε, και να χρησιμοποιούμε τα υπόλοιπα αμέτρητα εργαλεία και μέσα του πολιτισμού μας, μας εξοπλίζει συνεχώς, όχι λιγότερο από όσο η «γνώση» της παραγωγής και του εμπορίου, με τα θεμέλια πάνω στα οποία πρέπει να βασίζονται οι δικές μας συνεισφορές στη διαδικασία του πολιτισμού. Μέσα από τη νέα χρήση και τη βελτίωση των όσων προσφέρουν οι όποιες ευκολίες του πολιτισμού προκύπτουν οι νέες ιδέες, τις οποίες τελικά διαχειρίζεται η σφαίρα της διανόησης.

Ενώ ο συνειδητός χειρισμός της αφηρημένης σκέψης, μόλις τεθεί σε κίνηση, αποκτά κατά κάποιον τρόπο δική του ζωή, δεν θα συνέχιζε για πολύ και δεν θα αναπτυσσόταν χωρίς τις συνεχόμενες προκλήσεις που προκύπτουν από την ικανότητα των ανθρώπων να λειτουργούν με έναν νέο τρόπο, να δοκιμάζουν νέους τρόπους για να κάνουν πράγματα, και να μεταβάλλουν την όλη δομή του πολιτισμού ώστε να προσαρμοστεί στην αλλαγή. Η διανοητική διαδικασία είναι στην πραγματικότητα απλά μια διαδικασία ανάπτυξης, επιλογής και αφαίρεσης των ιδεών που είχαν ήδη διαμορφωθεί. Και η ροή των νέων ιδεών, κατά ένα μεγάλο ποσοστό, αναδύεται από τη σφαίρα όπου η δράση, ακόμα και η μη λογική δράση, και τα υλικά γεγονότα αλληλοεπηρεάζονται. Η ελευθερία θα στέρευε αν περιοριζόταν στη σφαίρα της διανόησης.

Κατά συνέπεια, η σημασία της ελευθερίας δεν εξαρτάται από τον υψηλότερο χαρακτήρα των δραστηριοτήτων που πραγματοποιεί. Η ελευθερία της δράσης, ακόμα και στα ταπεινά πράγματα, είναι τόσο σημαντική όσο η ελευθερία της σκέψης. Έχει καταστεί κοινή πρακτική η υποτίμηση της ελευθερίας της δράσης αποκαλώντας την «οικονομική ελευθερία». Εν τούτοις, η έννοια της ελευθερίας της δράσης είναι πολύ πιο ευρεία από εκείνη της οικονομικής ελευθερίας, την οποία συμπεριλαμβάνει∙ και, το σημαντικότερο, είναι πολύ αμφίβολο αν υπάρχουν πράξεις οι οποίες μπορούν να αποκληθούν απλά «οικονομικές» και αν κάποιοι περιορισμοί στην ελευθερία μπορούν να περιοριστούν μόνο σε εκείνες τις πλευρές οι οποίες αποκαλούνται «οικονομικές». Οι οικονομικοί παράγοντες είναι απλά εκείνοι βάσει των οποίων συμφιλιώνουμε και προσαρμόζουμε τους διαφορετικούς σκοπούς μας, κανένας από τους οποίους, σε τελευταία ανάλυση, δεν είναι οικονομικός (εξαιρουμένων εκείνων του φιλάργυρου ή του ανθρώπου για τον οποίο η αποκόμιση χρημάτων έχει γίνει αυτοσκοπός).

Οι σκοποί είναι ανοιχτοί

Τα περισσότερα από όσα έχουμε πει ως τώρα δεν ισχύουν μόνο για τη χρήση των μέσων από τον άνθρωπο για την επίτευξη των σκοπών του, αλλά και για τους σκοπούς καθαυτούς. Ένα από τα χαρακτηριστικά μιας ελεύθερης κοινωνίας είναι ότι οι σκοποί των ανθρώπων είναι ανοιχτοί, ότι μπορεί να εμφανιστούν νέοι σκοποί συνειδητών προσπαθειών, πρώτα με μερικά άτομα, ώστε να γίνουν στη συνέχεια οι σκοποί των περισσότερων. Μια πραγματικότητα που πρέπει να αναγνωρίσουμε είναι ότι ακόμα και αυτό που θεωρούμε καλό ή όμορφο αλλάζει –ακόμα και αν αυτό δεν γίνεται με κάποιο αναγνωρίσιμο τρόπο που θα μας ωθούσε να πάρουμε μια σχετικιστική θέση, η αλλαγή αυτή γίνεται επειδή δεν γνωρίζουμε τι θα εμφανιστεί ως καλό ή όμορφο για την επόμενη γενιά. Ούτε ξέρουμε γιατί θεωρούμε αυτό ή εκείνο ως κάτι καλό ή κάποιον άνθρωπο ως σωστό όταν οι άνθρωποι διαφέρουν ως προς το αν κάτι είναι καλό ή όχι. Ο άνθρωπος είναι ένα πλάσμα του πολιτισμού όχι μόνο ως προς τις γνώσεις του, αλλά τους σκοπούς και τις αξίες του∙ σε τελευταία ανάλυση, η σύνδεση αυτών των ατομικών επιθυμιών με τη διαιώνιση της ομάδας ή του είδους καθορίζει αν θα παραμείνουν ή θα αλλάξουν.

Βέβαια, θα ήταν λάθος να πιστεύουμε ότι μπορούμε να εξαγάγουμε συμπεράσματα σχετικά τις αξίες που πρέπει να υιοθετούμε απλά επειδή αντιλαμβανόμαστε ότι αποτελούν προϊόν εξέλιξης. Αλλά δεν μπορούμε με λογικό τρόπο να αμφισβητήσουμε ότι αυτές οι αξίες δημιουργούνται και αλλάζουν μέσα από τις ίδιες εξελικτικές δυνάμεις που έχουν παραγάγει την ευφυΐα μας. Το μόνο που μπορούμε να γνωρίζουμε είναι ότι η τελική απόφαση σχετικά με το καλό και το κακό θα προκύψει όχι από την ατομική ανθρώπινη σοφία, αλλά από την πτώση των ομάδων που ακολουθούσαν τις «λάθος» πεποιθήσεις.

Τα μεγέθη μέτρησης της επιτυχίας

Οι συσκευές του πολιτισμού πρέπει να αποδεικνύουν την αποτελεσματικότητά τους στο κυνήγι των στιγμιαίων σκοπών του ανθρώπου. Αλλά υπάρχουν επιπλέον στοιχεία σε αυτό πέρα από το γεγονός ότι προκύπτουν συνεχώς νέοι σκοποί μετά την ικανοποίηση των παλιών αναγκών και την εμφάνιση των νέων ευκαιριών. Το ζήτημα σχετικά με το ποια άτομα και ποιες ομάδες πετυχαίνουν και συνεχίζουν να υπάρχουν εξαρτάται τόσο από τους σκοπούς που επιδιώκουν και τις αξίες που διέπουν τις ενέργειές, όσο και από τα εργαλεία και τις δυνατότητες που έχουν στη διάθεσή τους. Το αν μια ομάδα θα ευημερήσει ή θα εξαφανιστεί εξαρτάται τόσο από τον ηθικό κώδικα που ακολουθεί, ή τα ιδεώδη της ομορφιάς και της υγείας που την καθοδηγούν, όσο και από τον βαθμό στον οποίο έχει μάθει ή όχι να ικανοποιεί τις υλικές της ανάγκες. Μέσα σε οποιαδήποτε δεδομένη κοινωνία, συγκεκριμένες ομάδες μπορεί να ανέβουν ή να πέσουν βάσει των σκοπών που επιδιώκουν και των προτύπων συμπεριφοράς που πρεσβεύουν. Και οι σκοποί της επιτυχημένης ομάδας θα έχουν την τάση να γίνονται οι σκοποί όλων των μελών της κοινωνίας.

Στην καλύτερη περίπτωση, κατανοούμε μετά βίας σε κάποιο βαθμό γιατί οι αξίες που κρατάμε ή οι ηθικοί κανόνες που τηρούμε είναι ευεργετικοί για τη συνεχόμενη ύπαρξη της κοινωνίας μας. Ούτε μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι οι κανόνες που έχουν αποδειχτεί ότι είναι ωφέλιμοι για την επίτευξη ενός συγκεκριμένου σκοπού, κάτω από συνθήκες που συνέχεια αλλάζουν, θα παραμείνουν έτσι. Ενώ υπάρχει μια εικασία ότι κάθε καθιερωμένο κοινωνικό πρότυπο συμβάλλει με κάποιον τρόπο στη συντήρηση του πολιτισμού, ο μόνος τρόπος που διαθέτουμε για να την επιβεβαιώσουμε είναι να εξακριβώσουμε αν το κοινωνικό πρότυπο συνεχίζει να αποδεικνύεται αποτελεσματικό στον ανταγωνισμό με άλλα πρότυπα που τηρούνται από άλλα άτομα ή ομάδες.

Ο ανταγωνισμός προσφέρει εναλλακτικές

Ο ανταγωνισμός στον οποίο βασίζεται η διαδικασία της επιλογής πρέπει να κατανοηθεί με την ευρύτερη έννοια. Περιλαμβάνει τον ανταγωνισμό μεταξύ οργανωμένων και μη οργανωμένων ομάδων όχι λιγότερο από τον ανταγωνισμό μεταξύ ατόμων. Το να τον σκεφτόμαστε ως αντίθεση στη συνεργασία ή στην οργάνωση θα αποτελούσε παρερμηνεία της φύσης του. Η προσπάθεια της επίτευξης συγκεκριμένων αποτελεσμάτων από τη συνεργασία και την οργάνωση αποτελεί τόσο ένα κομμάτι του ανταγωνισμού όσο και των ατομικών προσπαθειών. Οι επιτυχημένες σχέσεις των ομάδων αποδεικνύουν επίσης την αποτελεσματικότητά τους στον ανταγωνισμό μεταξύ των ομάδων που είναι οργανωμένες με διαφορετικούς τρόπους. Η σχετική διάκριση δεν είναι μεταξύ ατομικής και ομαδικής δράσης, αλλά μεταξύ συνθηκών, αφενός, στις οποίες μπορούν να δοκιμαστούν οι εναλλακτικές οπτικές που βασίζονται σε διαφορετικές ιδέες ή πρακτικές, και των συνθηκών, από την άλλη πλευρά, όπου μια υπηρεσία έχει το αποκλειστικό δικαίωμα και την εξουσία να αποτρέπει την προσπάθεια των άλλων. Μόνο όταν απονέμονται τέτοια αποκλειστικά δικαιώματα με την προϋπόθεση της καλύτερης γνώσης συγκεκριμένων ατόμων ή ομάδων η διαδικασία παύει να είναι πειραματική και οι πεποιθήσεις που τυχαίνει να κυριαρχούν σε μια δεδομένη περίοδο μπορεί να αποτελέσουν τροχοπέδη για την πρόοδο της γνώσης.

Το επιχείρημα υπέρ της ελευθερίας δεν είναι ένα επιχείρημα κατά της οργάνωσης, που είναι ένα από τα πιο ισχυρά μέσα που μπορεί να μεταχειριστεί η ανθρώπινη λογική, αλλά ένα επιχείρημα κατά της αποκλειστικής, προνομιακής, μονοπωλιακής οργάνωσης, κατά της χρήσης του εξαναγκασμού ώστε να εμποδιστούν οι άλλοι από την προσπάθεια για το καλύτερο. Κάθε οργάνωση βασίζεται σε μια δεδομένη γνώση∙ η οργάνωση σημαίνει αφοσίωση σε έναν συγκεκριμένο στόχο και σε συγκεκριμένες μεθόδους, αλλά ακόμα και η οργάνωση που είναι σχεδιασμένη να αυξήσει τη γνώση θα είναι αποτελεσματική μόνο στο σημείο όπου η γνώση και οι πεποιθήσεις στις οποίες βασίζεται είναι αληθινές. Και αν κάποια γεγονότα αντιτίθεται στις πεποιθήσεις στις οποίες βασίζεται η δομή της οργάνωσης, αυτό θα γίνει φανερό μόνο κατά την αποτυχία της και τη διαδοχή της από έναν διαφορετικό τύπο οργάνωσης.

Κατά συνέπεια, η οργάνωση είναι πιθανόν να είναι ωφέλιμη και αποτελεσματική όσο είναι ηθελημένη και ενσωματωμένη σε μια σφαίρα που βασίζεται στην ελευθερία και είτε θα πρέπει να προσαρμοστεί από μόνη της στις καταστάσεις που δεν είχαν ληφθεί υπ’ όψιν κατά τη σύστασή της ή να αποτύχει. Η μετατροπή ολόκληρης της κοινωνίας σε μια μοναδική οργάνωση που έχει δημιουργηθεί και καθοδηγηθεί βάσει ενός μοναδικού σχεδίου θα σήμαινε την εξαφάνιση των ίδιων των δυνάμεων που διαμόρφωσαν τα ξεχωριστά ανθρώπινα μυαλά που τη δημιούργησαν.

Αξίζει να σκεφτούμε για μια στιγμή τι θα συνέβαινε αν μόνο αυτό που θα ήταν καθορισμένο ως η καλύτερη διαθέσιμη γνώση χρησιμοποιείτο σε όλες τις δράσεις. Αν όλες οι προσπάθειες που έμοιαζαν άχρηστες βάσει της γενικώς αποδεκτής γνώσης, απαγορεύονταν και τίθεντο μόνο οι ερωτήσεις ή γίνονταν τα πειράματα που φαίνονταν σημαντικά βάσει της κυρίαρχης άποψης, τότε η ανθρωπότητα θα έφτανε κάλλιστα σε ένα σημείο όπου η γνώση της θα της επέτρεπε να προβλέπει τις συνέπειες όλων των συμβατικών δράσεων και να αποφεύγει όλες τις απογοητεύσεις και τις αποτυχίες. Έπειτα ο άνθρωπος θα φαινόταν ότι είχε υποβάλει το περιβάλλον του στη λογική του, γιατί θα δοκίμαζε μόνο αυτά τα πράγματα που ήταν εντελώς προβλέψιμα ως προς τα αποτελέσματά τους. Θα σκεφτόμασταν έναν πολιτισμό που θα έφτανε σε τέλμα, όχι επειδή οι δυνατότητες για περαιτέρω ανάπτυξη θα είχαν εξαντληθεί, αλλά επειδή ο άνθρωπος θα είχε επιτύχει σε τέτοιο βαθμό την παντελή υποβολή των δράσεων και του άμεσου περιγύρου του στη υπάρχουσα γνωστική κατάστασή του, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει κάποια περίσταση για δημιουργία νέας γνώσης.

Ο πραγματιστής που θέλει να υποβάλλει τα πάντα στην ανθρώπινη λογική έρχεται κατά συνέπεια αντιμέτωπος με ένα δίλημμα. Η χρήση της λογικής στοχεύει στον έλεγχο και στο απροσδόκητο. Αλλά η διαδικασία της προόδου της λογικής βασίζεται στην ελευθερία και στο απρόβλεπτο της ανθρώπινης δράσης. Αυτοί που εκθειάζουν τη δύναμη της ανθρώπινης λογικής συχνά βλέπουν μόνο τη μία πλευρά αυτής της συνδιαλλαγής μεταξύ της ανθρώπινης σκέψης και της συμπεριφοράς στην οποία η λογική χρησιμοποιείται και διαμορφώνεται ταυτόχρονα. Δεν βλέπουν ότι, για να συμβεί η πρόοδος, η κοινωνική διαδικασία από την οποία προκύπτει η ανάπτυξη της λογικής πρέπει να παραμένει ελεύθερη από τον έλεγχό της.

Παγώνοντας τη διαδικασία

Υπάρχει ελάχιστη αμφιβολία ότι ο άνθρωπος οφείλει κάποιες από τις σπουδαιότερες επιτυχίες του στο παρελθόν λόγω του γεγονότος ότι δεν έχει μπορέσει να ελέγξει την κοινωνική ζωή. Η συνεχόμενη πρόοδός του μπορεί κάλλιστα να εξαρτάται από την σκόπιμη αποχή από την άσκηση ελέγχων που είναι τώρα στην εξουσία του. Στο παρελθόν, οι αυθόρμητες δυνάμεις της ανάπτυξης, όσο περιορισμένες και αν ήταν, συνήθως μπορούσαν να προβάλλουν το ανάστημά τους μπροστά τον οργανωμένο εξαναγκασμό από το κράτος. Με τα τεχνολογικά μέσα ελέγχου να βρίσκονται τώρα στη διάθεση της κυβέρνησης, δεν είναι βέβαιο ότι μια τέτοια διεκδίκηση εξακολουθεί να είναι δυνατή∙ εν πάση περιπτώσει, μπορεί να καταστεί σύντομα αδύνατη. Δεν είμαστε μακριά από το σημείο όπου οι σκόπιμα οργανωμένες δυνάμεις της κοινωνίας μπορούν να καταστρέψουν αυτές τις αυθόρμητες δυνάμεις που έχουν καταστήσει δυνατή την πρόοδο.

*Ο Friedrich A. Hayek (1899-1992) ήταν οικονομολόγος και φιλόσοφος, συγγραφέας επιδραστικών έργων που άλλαξαν την ιστορία της διανόησης, ο οποίος κέρδισε το Αναμνηστικό Βραβείο Νόμπελ στις Οικονομικές Επιστήμες για το πρωτοποριακό έργο του σχετικά με τη θεωρία του χρήματος και των οικονομικών μεταβολών, και την διεισδυτική ανάλυση της αλληλεξάρτησης των οικονομικών, κοινωνικών και θεσμικών φαινομένων. Δίδαξε στη Βιέννη, το Λονδίνο και το Σικάγο.
fee.org